Το παραμελημένο κοινωνικό κεφάλαιο στις εξαρτήσεις

Από το efsyn.gr / Δήμος Φωτόπουλος* Δημήτρης Κολοκάθης**
Στα ψυχοκοινωνικά μοντέλα αντιμετώπισης των εξαρτήσεων, οι επαγγελματίες οφείλουμε να λειτουργούμε ως κοινωνικοί μηχανικοί και να θέτουμε σε λειτουργία τις διαδικασίες εκείνες που κάνουν δυνατή τη δημιουργία δικτύων και ομάδων ικανών να αποκαταστήσουν τη χαμένη κοινωνική ικανότητα των πολιτών με προβλήματα εξάρτησης.
Να δουλεύεις με ανθρώπους σημαίνει να είσαι κοντά τους και να δημιουργείς δίκτυα. Σημαίνει να δημιουργείς κοινότητες μέσα από τις οποίες η δουλειά με τους ανθρώπους αλλάζει κλίμακα και επίπεδο και παράγει αποτελέσματα που δεν θα ήταν δυνατό να παραχθούν από οποιαδήποτε «υπηρεσία» ή «κλινική». Απαιτεούνται εγγύτητα και χρόνος, ως προϋπόθεση για να δημιουργηθούν σχέσεις με ισότιμη συμμετοχή «ειδικών» και «εξυπηρετούμενων» και ως απαραίτητη συνθήκη για να λειτουργήσουν οι άνθρωποι δικτυωμένοι (δρώντα συλλογικά υποκείμενα).

Ειδικότερα στα ψυχοκοινωνικά μοντέλα αντιμετώπισης των εξαρτήσεων, οι επαγγελματίες οφείλουμε να λειτουργούμε ως κοινωνικοί μηχανικοί και να θέτουμε σε λειτουργία τις διαδικασίες εκείνες που κάνουν δυνατή τη δημιουργία δικτύων και ομάδων ικανών να αποκαταστήσουν τη χαμένη κοινωνική ικανότητα (sociability) των πολιτών με προβλήματα εξάρτησης. Το ίδιο ισχύει βέβαια και στα μοντέλα αντιμετώπισης της εξάρτησης με χορήγηση υποκατάστατων, καθώς είναι επιστημονικά αδιανόητη η λειτουργία τους χωρίς την ανάπτυξη αντίστοιχα ισχυρών ψυχοκοινωνικών υπηρεσιών.

Η έννοια του κοινωνικού κεφαλαίου είναι σημαντική στις εξαρτήσεις, καθώς περιγράφει το σύνολο των χαρακτηριστικών που αφορούν την ύπαρξη δικτύων στην κοινότητα, τη συμμετοχή των ενδιαφερόμενων, την καλλιέργεια ισχυρής ταυτότητας, καθώς και την ανάπτυξη εμπιστοσύνης και ανταποδοτικότητας ανάμεσα στα μέλη μιας ομάδας ή κοινότητας. Η ύπαρξη όλων αυτών των στοιχείων προάγει τη συλλογική αποτελεσματικότητα. Οι άνθρωποι μπορούν να αντεπεξέλθουν στις απαιτήσεις μιας κατάστασης αποτελεσματικότερα ως σύνολο, παρά ως ξεχωριστά άτομα.

Η λειτουργία των μονάδων απεξάρτησης στην Ελλάδα για 40 χρόνια έχει διαμορφώσει ένα τεράστιο κοινωνικό κεφάλαιο, τόσο δομικό (structural) όσο και γνωστικό (cognitive). Το δομικό κοινωνικό κεφάλαιο αφορά δίκτυα, θεσμούς, κανόνες και διαδικασίες, τα οποία συνιστούν τις εξωτερικά παρατηρούμενες κοινωνικές κατασκευές των μονάδων. Το γνωστικό κοινωνικό κεφάλαιο, από την άλλη, συνίσταται κατά βάση σε περισσότερο υποκειμενικά και άυλα στοιχεία, όπως οι κοινωνικές στάσεις, οι κοινές αξίες και αποδεκτές συμπεριφορές, οι κανόνες, η αμοιβαιότητα και η εμπιστοσύνη, όλα αυτά δηλαδή που κάνουν τις μονάδες λειτουργικές. Το ένα δεν μπορεί, προφανώς, να υπάρξει χωρίς το άλλο – ο διαχωρισμός τους εδώ γίνεται μόνο για λόγους κατανόησης της έννοιας. Σε κάθε περίπτωση, διαμόρφωσαν ένα μακρο-κοινωνικό κεφάλαιο ως συνολικό πλέγμα υπηρεσιών για τις εξαρτήσεις, μια και προφανώς δικτυώνονται μεταξύ τους, αν και όχι χωρίς ασυνέχειες και προβλήματα.

Με τον νόμο για την «Ολοκλήρωση της Ψυχιατρικής Μεταρρύθμισης», η σημερινή κυβέρνηση καταστρέφει το κοινωνικό κεφάλαιο της χώρας στο πεδίο των εξαρτήσεων καταργώντας το σύνολο των οργανισμών θεραπείας. Δημιουργεί στη θέση τους μια μεγαδομή, τον ΕΟΠΑΕ, έναν μόνο και εθνικής εμβέλειας Οργανισμό, για να διοικεί όλες τις μονάδες μαζί και ενιαία. Ισχυρίζεται πως αυτό που θα αλλάξει είναι μόνο η διοίκηση. Οτι, κατά τα λοιπά, όλα θα μείνουν τα ίδια και ότι οι επιμέρους μονάδες θα λειτουργούν όπως λειτουργούσαν πριν.

Προβάλλει δηλαδή τη θέση πως το δομικό κοινωνικό κεφάλαιο μπορεί να διαχωριστεί από το γνωστικό. Οτι δίκτυα, θεσμοί, κανόνες και διαδικασίες είναι ανεξάρτητα από τις κοινωνικές στάσεις, τις κοινές αξίες και αποδεκτές συμπεριφορές, τους κανόνες, την αμοιβαιότητα και την εμπιστοσύνη που παράγουν και τα οποία τα δημιουργούν ταυτόχρονα.

Η απομείωση των ψυχοκοινωνικών παρεμβάσεων και της δημιουργίας δικτύων γίνεται εμφανής ήδη από τον σχεδιασμό του ΕΟΠΑΕ, όπου αυτές στριμώχνονται σε μια μόνο διεύθυνση, ως ένα «αναγκαίο κακό» δίπλα στο κυρίαρχο ιατρικό (μόνο το βιο- στο βιοψυχοκοινωνικό) μοντέλο μείωσης της βλάβης και υποκατάστασης.

Σε αντίθεση με τα δίκτυα όμως, οι μεγάλες δομές είναι βαριές, δυσκίνητες, υπερβολικά ιεραρχημένες και γραφειοκρατικές για να μπορέσουν να λειτουργήσουν. Βασίζονται στον κεντρικό σχεδιασμό (top-down προσέγγιση) χωρίς σύνδεση με το πεδίο και τις τοπικές ανάγκες. Είναι συνεπώς πολύ δύσκολο οι μεγάλες δομές να παραγάγουν την απαιτούμενη για τη θεραπεία εγγύτητα με τους ανθρώπους, την ισότιμη και δημοκρατική συμμετοχή στην ομάδα, να δημιουργήσουν κοινά αποδεκτές αξίες και εμπιστοσύνη.

Σε παλαιότερη εισήγησή μας είχαμε προτείνει την οργάνωση του χώρου της θεραπείας των εξαρτήσεων γύρω από μια ρυθμιστική Εθνική Αρχή Εξαρτήσεων που θα έθετε τους κανόνες λειτουργίας, αλλά ταυτόχρονα θα επέτρεπε την πολυφωνία στην ανάπτυξη των επιμέρους Οργανισμών. Επιπλέον, είχαμε εισηγηθεί την ανάπτυξη Τοπικών Επιτροπών για την εξειδίκευση και τον λειτουργικό συντονισμό μονάδων θεραπείας σε τοπικό επίπεδο (bottom-up προσέγγιση).

Από τη σκοπιά που εξετάζουμε το ζήτημα, η συγκέντρωση όλων των Οργανισμών για τις εξαρτήσεις σε μία μόνο μεγαδομή, σημαίνει μια βίαιη αλλαγή παραδείγματος και συνοδεύεται από την καταστροφή ενός τεράστιου εθνικού κοινωνικού κεφαλαίου 40 ετών. Πολύ φοβόμαστε ότι για τους λόγους που εξηγήσαμε παραπάνω θα αποτύχει, σε βάρος τόσο των πολιτών με προβλήματα εξάρτησης όσο και σε βάρος της κοινωνίας.
* Ψυχίατρος εξαρτήσεων
** Κοινωνικός επιστήμονας, σύμβουλος εξαρτήσεων

Σχόλια