Ραπ και τραπ

Στη φωτογραφία εικονίζονται οι ράπερ Jaul και Sponty στη συναυλία στην Πανεπιστημιούπολη του Ζωγράφου το 2021 Adrenogood
Από το efsyn.gr / Νησίδες / Παύλος Μεθενίτης / 06-07.08.22
Η τραπ είναι η τσαμπαμάγκικη ρυθμική κραυγή «διαμαρτυρίας» των νέων που δεν αμφισβητούν τίποτα.
Δύο μουσικά γεγονότα τον τελευταίο καιρό απέκτησαν έντονη κοινωνική διάσταση: οι δύο διάσημοι trapers (ο Snik και ο Light), που πλακώθηκαν στο ξύλο στην απονομή των μουσικών βραβείων MAD από τη μια, και από την άλλη οι είκοσι χιλιάδες κόσμου που γέμισαν το γήπεδο του Πανιωνίου στη Νέα Σμύρνη για να ακούσουν έναν από τους επιφανείς Ελληνες rapers, τον Σαλονικιό Λεξ.

Ετυμολογικά, «rap» στα παλαιά αγγλικά σημαίνει το χτύπημα. Κάποιοι θεωρούν πως το «rap», ως ονομασία μουσικού είδους, είναι η πρώτη συλλαβή της λέξης «rhapsody» (ραψωδία), ενώ για άλλους η rap είναι το ακρωνύμιο των λέξεων «Rhythm And Poetry» (Ρυθμός και Ποίηση).

Οι ρίζες του μουσικού είδους ξεκινούν από την Αφρική, από τους παραμυθάδες των φυλών, που αφηγούνταν ρυθμικά ηρωικές ιστορίες, θρύλους και παραμύθια. Κι από τους μαύρους σκλάβους η λέξη ήρθε στην Αμερική. Γεγονός είναι πάντως πως ο όρος διαδόθηκε για πρώτη φορά από τον DJ Kool Herc και από τον φίλο του Coke La Rock στο Μπρονξ της Νέας Υόρκης το 1973.

Οσο για την τραπ, εδώ μιλάμε για ένα μουσικό είδος που γεννήθηκε τη δεκαετία του 1990 στα εργαστήρια παραγωγής κρακ στις Πολιτείες του αμερικανικού Νότου, αλλά και στη Νότια Αμερική. Είναι κι αυτή ένα μουσικό ιδίωμα ρυθμικού μονολόγου, αλλά η τραπ ποτέ δεν ξεπέρασε τα όρια της ναρκωκουλτούρας, του μισογυνισμού, της υποκοσμιακής λατρείας των όπλων και του χρήματος.

Η τραπ είναι η τσαμπαμάγκικη ρυθμική κραυγή «διαμαρτυρίας» των νέων που δεν αμφισβητούν τίποτα, αναπαράγοντας δουλικά όλα τα αφηγήματα του συστήματος για προσωπική επιτυχία: «Κοίτα την πάρτη σου, μόνο τα φράγκα έχουν σημασία, κέρδισέ τα λοιπόν, για να πηδήξεις όποια θέλεις, για να αποκτήσεις ό,τι θέλεις, αλλιώς ψόφα προσπαθώντας».

Αυτή είναι η τραπ του Snik ή του Light για να ξεφαντώνουν ανώδυνα για το καθεστώς οι νέοι στα ακριβά κωλάδικα: είναι το επιτρεπόμενο «αμαρτωλό» νεανικό άκουσμα για τα ΜΜΕ, που μιλά για ντραγκς, πουτάνες, λεφτά και όπλα, μιμούμενο γελοιωδώς την αυθεντική αμερικανική τραπ, που μιλά επίσης για ντραγκς, πουτάνες, λεφτά και όπλα. Στο κομμάτι «Chincilla», λέει ο Snik: «Εχω money, έχω drugs, είμαι dealer /Εχω πάρει στην πουτάνα μου chinchilla»...

Στην άλλη άκρη του φάσματος είναι η ελληνική ραπ. Το ηχόχρωμα της νεανικής εξέγερσης, της μοναξιάς, αλλά και της αθωότητας που ακόμα ανθίζει στις τσιμεντένιες γειτονιές. Η ραπ κραυγάζει με μια άγρια τρυφερότητα όταν την ακούς σε συναυλίες ή από σιντί που βγαίνουν ως προσωπικές εκδόσεις των ραπάδων, καθώς τα έσοδα από τα live συνήθως πηγαίνουν για τα έξοδα της δίκης κάποιου φυλακισμένου αναρχικού.

Αυτή είναι η ραπ. Σφαίρες τυλιγμένες σε βελούδο, αιμάσσουσα λουλουδιασμένη ποίηση της πόλης, ευφρόσυνη απελπισία της υψωμένης γροθιάς, μια ψυχωμένη μουσική, όπως αυτή του Σερραίου Sponty, ενός εικοσάρη που με την παρέα του, τους άλλους εικοσάρηδες και τριαντάρηδες ράπερ, τους ρεμπέτες των καιρών μας, σώζουν την τιμή της τέχνης σήμερα:

«Εναν χρόνο μετά και ξαναψάχνω για παιχνίδια στο πατάρι / έναν χρόνο μετά ακόμα σκανάρω το ταβάνι / είναι η τέχνη μας ελπίδα μπρος στον κρατικό τους φράχτη / τα παιδιά γράφουν με άχτι, κολλημένα μες στη λάσπη / αυτή η γενιά γράφει θλιμμένη μουσική και παίζουν λόγοι: / φταίν’ οι τοξικοί γονείς που την είδαν ψυχολόγοι, /φταίν’ τα “πρέπει” που οι καθωσπρέπει βγάζουν στο κατώφλι /και μαζεύουν σώματα, ψυχές, μυαλά μες στην απόχη. / Είμαστε στόχοι με στόχους να στοχεύουμε στα αστέρια / μ’ αγκίδες και μελανιασμένα χέρια».

Σχόλια