Το χαϊκού (ιαπωνικά: 俳句, δηλαδή «αστείος στίχος») είναι μια ιαπωνική ποιητική φόρμα. Παραδοσιακά αποτελείται από τρεις ομάδες των 5, 7, 5 συλλαβών, οι οποίες τοποθετούνται σε τέσσερις στίχους για έμφαση ή σε έναν, χωρισμένο με κενά. Το χαϊκού είναι με συνολικά 17 συλλαβές η πιο σύντομη μορφή ποίησης στον κόσμο. Περιγράφει μια εικόνα της φύσης και δίνει στοιχεία για την εποχή του χρόνου μέσα από εποχιακές λέξεις (Κίγκο). Υπάρχουν επίσης ποιητές χαϊκού οι οποίοι ακολουθούν μια πιο ελεύθερη φόρμα. Ο ιδρυτής του σύγχρονου χαϊκού ως αυτόνομης μορφής ποίησης ήταν ο Μασαόκα Σίκι, ο οποίος επίσης διαμόρφωσε τον όρο χαϊκού (από τους παλιότερους χαϊκάι ή χόκκου).
Ένα χαϊκού διαβάζεται σε μια αναπνοή.
Ζωγραφιά μανιταριών από τον Τσικούσο (1763-1830) και το χαϊκού «κάτι διασκεδαστικό» του Ρανγκιού (1798-1876)): «Μετά την πυρά/σώθηκ' η θράκα/ένα κόκκινο φύλλο»
Ιστορία
Οι προγονικές μορφές του χαϊκού ήταν το τάνκα (με μέτρο 31 συλλαβών σε δύο ομάδες των 5-7-5 και 7-7) και το ρένγκα (μια αλυσίδα από τάνκα). Αρχικά πολλοί ποιητές συνέθεταν τάνκα σε κοινωνικές συνευρέσεις αυτοσχεδιάζοντας από κοινού. Ο πρώτος ποιητής δημιουργούσε το χόκκου (την αρχική στροφή του τάνκα, 5-7-5), ο δεύτερος το ματσούκου (την επόμενη στροφή, 7-7). Αυτή η μορφή της ομαδικής ποίησης ήταν γνωστή και σαν ουάκα (ποίηση ερωταπόκρισης). Αργότερα, σαν ένα είδος κοινωνικού παιχνιδιού, συνέθεταν ολόκληρες αλυσίδες από τάνκα, που οδήγησε στο χακάι-ρένγκα όπου οι στροφές ενώνονταν μεταξύ τους θεματικά.
Από το 13ο αιώνα εμφανίζονται τα πρώτα τεκμηριωμένα χόκκου ως ξεχωριστή λυρική μορφή. Το χόκκου εξελίχθηκε ως περιπαικτικό και αστείο ποίημα, αγαπητό στους αυλικούς και τους σαμουράι. Από το 15ο αιώνα εδραιώνεται το χόκκου δίπλα στο τάνκα ως αυτοτελής στιχουργική μορφή και το ζήτημα συνέχισε να είναι το παιχνίδι με τις λέξεις και τις εικόνες.
Αυτό που σήμερα ονομάζεται κλασικό χαϊκού δημιουργήθηκε το 16ο αιώνα, στην αρχή της περιόδου Έντο. Οι ιδιαιτερότητες της περιόδου αυτής δημιούργησαν την αίσθηση ενός κλειστού, αμετάβλητου κόσμου, καθώς η κοινωνία καθοριζόταν από ένα φεουδαρχικό ταξικό σύστημα και η Ιαπωνία έκοψε σχεδόν ολοκληρωτικά την επαφή με τον έξω κόσμο. Αυτό το ακριβώς ορισμένο σύστημα αξιών και συμβόλων έδωσε σε ποιητές και ακροατές ένα κοινό και σαφώς οριοθετημένο πλαίσιο κατανόησης. Οι μεταβολές συνέβαιναν μόνο σε λεπτομέρειες και έτσι το χαϊκού διαμορφώθηκε από τη αναζήτηση της ακόμη πιο ακριβούς, πιο πετυχημένης έκφρασης και όχι την τάση αμφισβήτησης της παράδοσης ή της δημιουργίας νέων φορμών. Έτσι η φόρμα και το περιεχόμενο παρέμειναν για αιώνες σταθερά. Όπως το έθεσε ο ίδιος ο Μπασό, ήθελε να μεταδώσει την αίσθηση "του αμετάβλητου μέσα στην κίνηση". Εμφανίστηκαν υποείδη του χαϊκού, όπως το κωμικό κυόκα ("τρελός στίχος") ή άλλα που ήταν σατιρικά ή που εξέφραζαν ακόμη και κοινωνική διαμαρτυρία, αλλά το πιο σοβαρό χαϊκού διαδόθηκε καθώς ήταν απλό και εκφραστικό και μπορούσε να εξασκηθεί από ανώτερα και κατώτερα μέλη της κοινωνίας. Η εξέλιξη του χαϊκού επηρεάστηκε επίσης από τη σκέψη του ταοϊσμού και του βουδισμού Ζεν.
Σήμερα ο Ματσούο Μπασό (1644–1694) θεωρείται ο πρώτος μεγάλος ποιητής χαϊκού. Το δικό του χαϊκού του βατράχου είναι μάλλον το πιο διάσημο χαϊκού στον κόσμο. Επίσης μεγάλοι ποιητές χαϊκού ήταν ο Γιόσα Μπουσόν (1716–1783) και ο Κομπαγιάσι Ίσσα (1763–1827). Ο Κομπαγιάσι Ίσσα δεν ακολουθούσε πάντα τη συμβατική φόρμα 5-7-5. Στα έργα του, που εναντιώνονται στην αυξανόμενη εκζήτηση των χαϊκού, διακρίνεται μια βαθιά αγάπη για τον άνθρωπο και τη ζωντανά πλάσματα η οποία διανθίζεται συχνά με χιούμορ:
«Το βουνίσιο ρέμα
Άλεσε το ρύζι για μένα
Ενώ έπαιρνα εναν υπνάκο»
Το πότε εμφανίστηκε ο όρος χαϊκού δεν είναι πλήρως εξακριβωμένο. Πιθανόν να προέρχεται από το χάι του χάικαϊ νο ρένγκα και το κου από το χόκκου. Γνώρισε γενικότερη διάδοση από τον ανανεωτή της ποίησης χαϊκού, Μασαόκα Σίκι (1867-1902).
Πορτραίτο του Ματσούο Μπασό από τον Γιοκόι Κινκόκου, γύρω στο 1820. Η καλλιγραφία αναφέρεται σε ένα από τα πιο διάσημα χαϊκού του Μπασό, το χαϊκού του βατράχου.
Μετά τον Σίκι διαμορφώθηκαν δύο ρεύματα. Οι δύο σημαντικότεροι μαθητές του, ο Τακαχάμα Κυόσι (1874-1959) και ο Καβαχιγκάσι Χεκιγκοτό (1873-1937) έδωσαν στο χαϊκού διαφοροποιημένες ωθήσεις, που διαρκούν έως σήμερα. Ο Χεκιγκοτό συνέχισε τις μεταρρυθμίσεις του Σίκι και πειραματίστηκε με τη φόρμα. Ο Κυόσι διαμόρφωσε το αντίθετο ρεύμα, του "παραδοσιακού χαϊκού". Η σημαντική επίδραση του Κυόσι φαίνεται μέχρι σήμερα στο εύρος της διάδοσης του "παραδοσιακού χαϊκού" στην Ιαπωνία. Από τη σχολή του προέκυψαν πολλοί καταξιωμένοι ποιητές (όπως ο Μιζουχάρα Σουόσι (1892-1981)). Από το ρεύμα του Χεκιγκοτό αναπτύχθηκε η ελεύθερη φόρμα του χαϊκού. Σημαντικοί ποιητές προήλθαν από αυτή τη γραμμή όπως ο Ιππεκίρο Νακατσούκα (1897-1946), ο Ογκιβάρα Σεϊσενσούι (1884-1976), ο Οζάκι Χόσαϊ (1885-1926) και ιδιαίτερα ο Τανέντα Σαντόκα (1882-1940), που ανήκει στους πιο πολυδιαβασμένους ποιητές της Ιαπωνίας,
Αλλά και το σύγχρονο (γκένταϊ) ιαπωνικό χαϊκού έχει τις ρίζες του εδώ. Δημιουργήθηκε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ως φιλελεύθερο κίνημα χαϊκού, από τις εμπειρίες του ιαπωνικού υπερεθνικισμού. Οι ποιητές της σινκό χαϊκού ουντό, της νέας κίνησης χαϊκού, οι οποίοι δεν ακολουθούσαν τις επιταγές του "παραδοσιακού χαϊκού" κατά τον Τακαχάμα Κυόσι, διώκονταν, συλλαμβάνονταν και βασανίζονταν και τα περιοδικά τους απαγορεύονταν. Ο ίδιος ο Τακαχάμα Κυόσι θεωρήθηκε μετά τον πόλεμο κύριος υπαίτιος. Ήταν πρόεδρος του τμήματος χαϊκού της «Πατριωτικής Εταιρείας για την Ιαπωνική Λογοτεχνία» (Νιχόν μπουνγκάκου χόκοκου κάι), ενός κρατικού οργανισμού προπαγάνδας με στόχο τον έλεγχο των πολιτισμικών δραστηριοτήτων, που υπαγόταν στις μυστικές υπηρεσίες.
Στο σημερινό κίνημα χαϊκού γκεντάι απαντά κανείς διάφορες ποιητικές θέσεις, οι οποίες συνυπάρχουν παρ' όλες τις αντιθέσεις τους. Κάποιοι ποιητές είναι πιστοί στη φόρμα 5-7-5, άλλοι μόνο στην εποχιακή λέξη, ενώ άλλοι απορρίπτουν και τα δύο.
Χαρακτηριστικά
Περιεχόμενο
Στο χαϊκού γίνεται η προσπάθεια να συλληφθεί η στιγμή και να διατηρηθεί στην αιωνιότητα. Καθώς οι λέξεις δεν είναι αρκετές για να περιγράψουν την ολότητα μιας στιγμιαίας εμπειρίας, ο ποιητής περιγράφει αχνά μια ιδέα και αφήνει τον αναγνώστη να συμπληρώσει.
Κίγκο
Τα χαϊκού έχουν μια εποχιακή λέξη ή κίγκο (季語) η οποία καταδεικνύοντας μια εποχή του χρόνου δίνει στον αναγνώστη ένα πλαίσιο αναφοράς. Η εποχή δε χρειάζεται να αναφερθεί ρητά αλλά μπορεί να υπονοηθεί μέσω άλλων λέξεων. Μερικές από τις πιο γνωστές είναι οι ανθισμένες κερασιές, τα αηδόνια και οι ιτιές για την άνοιξη, μια απογευματινή αύρα, οι λιβελλούλες ή τα κρίνα για το καλοκαίρι, η πανσέληνος, τα κόκκινα φύλλα και τα σκιάχτρα για το φθινόπωρο και οι πάπιες, ο παγετός και το χαλάζι για το χειμώνα. Στο χαϊκού του βατράχου, ο βάτραχος είναι το κίγκο για την άνοιξη.
Δομή
Ένα χαϊκού σε παραδοσιακή φόρμα αποτελείται από έναν στίχο με τρεις ομάδες λέξεων με πέντε, επτά και πέντε ιαπωνικά φωνητικά σύμβολα. Ωστόσο, ακόμη και κλασικοί ποιητές όπως ο Ματσούο Μπασό και ο Κομπαγιάσι Ίσσα αρκετά συχνά παραβίαζαν αυτό τον κανόνα και δεν πρέπει να εκλαμβάνεται ως δόγμα.
Συλλαβές
Η καταμέτρηση των συλλαβών είναι ένα άλλο ζήτημα. Η ιαπωνική ποίηση δεν καταμετρά συλλαβές αλλά φωνητικά σύμβολα (Χυόουον μότζι (表音文字)), τα οποία διαφέρουν ελαφρώς, καθώς μια συλλαβή μπορεί να αποτελείται από δύο φωνητικά σύμβολα.
Για παράδειγμα, Νίππον βα είναι η πρώτη γραμμή ενός χαϊκού και αποτελείται από πέντε φωνητικά σύμβολα, ενώ στην ελληνική μεταγραφή μετράμε 3 συλλαβές:
Νι + π + πο + ν + βα
Κιρέτζι
Τα κιρέτζι είναι ειδικές λέξεις που δίνουν δομή και στήριξη στον στίχο. Στο τέλος του στίχου δίνουν μια αίσθηση ολοκλήρωσης, ενώ στο μέσο του δρα σαν σημείο σύντομης παύσης της ροής της σκέψης, δίνοντας την αίσθηση δύο ανεξάρτητων σκέψεων. Σε άλλες γλώσσες τα κιρέτζι αντικαθίστανται με σημεία στίξη].
Τρόποι ανάγνωσης
Τα ιαπωνικά χαϊκού γράφονται συνήθως με χιραγκάνα, δηλαδή σε μια καθαρή φωνογραφία χωρίς τη χρήση ειδικών συμβόλων για λέξεις. Ένα διάσημο χαϊκού είναι για παράδειγμα.
Ιαπωνικά | Μεταγραφή |
---|---|
ひるからは | hi ru ka ra ha |
Εκτός αυτού τα χαϊκού στην ιαπωνική γλώσσα γράφοντα κατά κανόνα σε μια γραμμή και έτσι το προηγούμενο χαϊκού γράφεται απλά:
ひるからはちとかげもあリくものみね
Λόγω του μεγάλου αριθμού ομώνυμων στην ιαπωνική, αυτό το ποίημα μπορεί να διαβαστεί με δύο τελείως διαφορετικούς τρόπους, οι οποίοι θα μπορούσαν να καθοριστούν με γραφή κάντζι, αλλά συνήθως αυτό αφήνεται εσκεμμένα ανοικτό.
Τρόπος | Ιαπωνικά | Μεταγραφή | Μετάφραση |
---|---|---|---|
1. Τρόπος | 昼からは | hiru kara ha | Από το μεσημέρι |
2. Τρόπος | ヒル蚊ら蜂 | hiru ka-ra hachi | Βδέλλες, κουνούπια, μέλισσες, |
Σε αυτά τα χαϊκού βέβαια ⇪ είναι τρείς οι στοίχοι για κάποιο ιαπωνικό λόγο. Η γοητεία τέτοιων πολλαπλών νοημάτων φυσικά δε μπορεί να αποδοθεί ικανοποιητικά σε άλλες γλώσσες.
Δυτικοί τρόποι ανάγνωσης
Ο Ρολάν Μπαρτ διακρίνει τις διάφορες δυνατές εναλλακτικές αναγνώσεις των χαϊκού. Τη δυτική ανάγνωση, η οποία το ερμηνεύει συμβολικά και ρέπει προς ένα μεταφυσικό νόημα την απορρίπτει ως ευρωκεντρική. Μια τέτοια ανάγνωση είναι αντίθετη στην πρόθεση του χαϊκού. Ο Μπαρτ συγκρίνει το χαϊκού με το σατόρι του βουδισμού Ζεν και βλέπει μια ουσιαστική αναλογία στην αναλαμπή της αλήθειας
Ενάντια στις απόπειρες ερμηνείας δυτικού τύπου, η «αποκωδικοποίηση, τυποποίηση ή ταυτολογία … που από εμάς προορίζονται να διαρρήξουν το νόημα, δηλαδή να εισέλθουν σε αυτό», μπορούν «να αστοχήσουν στο χαϊκού, καθώς η ανάγνωσή του συνίσταται στην αιώρηση της γλώσσας και όχι στη πρόκλησή της». Αντί γι' αυτό, το ζήτημα είναι πολύ περισσότερο «να ταρακουνηθεί το νόημα και να πέσει όπως το δόντι αυτού που δαγκώνει το παράλογο, ο οποίος πρέπει να είναι ο μαθητής Ζεν».
Τα χαϊκού εκτός της Ιαπωνίας
Μόνο στα μέσα του 20ού αιώνα άρχισαν τα χαϊκού να διαδίδονται στο δυτικό κόσμο. Αρχικά από τη Βόρεια Αμερική, διαδόθηκαν σε όλο τον αγγλόφωνο κόσμο. Ένας σημαντικός βοηθός σε αυτό ήταν ο Άγγλος Ρέτζιναλντ Χόρας Μπλάιθ, ο οποίος εργάστηκε κατά διαστήματα ως δάσκαλος στην ιαπωνική αυλή και εξέδωσε από το 1949 ως το 1952 την τετράτομη ανθολογία με τίτλο "χαϊκού". Σήμερα γράφονται χαϊκού σχεδόν σε όλες τις γλώσσες.
Ελληνικά χαϊκού
Μια από τις πρώτες αναγνωρισμένες προσπάθειες σύνθεσης χαϊκού στην Ελλάδα καταγράφεται το 1925, όταν ο Γεώργιος Σταυρόπουλος δημοσιεύει στο περιοδικό «Λυκαβηττός» έξι μικρά ποιήματα με το γενικό τίτλο «Τρίστιχα» συνοδευόμενα από σύντομο σημείωμα γνωριμίας με το ποιητικό είδος. Επίσης, το 1925 ο Νικόλαος Χάγιερ-Μπουφίδης δημοσίευσε «5 χάϊ-κάι» στο περιοδικό «Νέα Τέχνη».
Ίσως ο πιο επιφανής Έλληνας που έγραψε χαϊκού είναι ο Γιώργος Σεφέρης («Δεκαέξι χαϊκού», Τετράδιο Γυμνασμάτων (1928-1937)) και θεωρείται ο εισηγητής των χαϊκού στην Ελλάδα, είτε λόγω του κύρους του, είτε λόγω του ότι θεωρείται πως ήταν πιο επιτυχής στην προσπάθειά του, όχι όμως χωρίς κριτική. Η πρώτη αυτοτελής ποιητική συλλογή με ποιήματα χαϊκού στην Ελλάδα έγινε το 1969 από τον Ζήσιμο Λορεντζάτο με τίτλο «Αλφαβητάρι». Επίσης, ο Ι. Δ. Αντωνίου εξέδωσε το 1972 την ποιητική συλλογή «Δεκατέσσερα χαϊ-κάι». Από το 1972 μέχρι σήμερα η δημιουργία ποιημάτων χαϊκού στην Ελλάδα και την Κύπρο σημείωσε μεγάλη ανάπτυξη. Περίπου 50 Έλληνες και Κύπριοι ποιητές έχουν γράψει ποιήματα χαϊκού. Μεταξύ αυτών είναι η Ζωή Σαβίνα, ο Χρήστος Τουμανίδης, ο Παναγιώτης Καποδίστριας, η Ευανθία Γεωργούλη, ο Διονύσης Καψάλης, ο Ηλίας Μέλιος, ο Ανέστης Ευαγγέλου, ο Νάσος Βαγενάς, ο Τάσος Κόρφης, η Έλλη Συναδινού, ο Μιχάλης Γκανάς, ο Άθως Χατζηματθαίου, η Ελένη Αρτεμίου-Φωτιάδου, η Ρούλα Ιωαννίδου-Σταύρου, ο Αργύρης Χιόνης, ο Γιάννης Τόλιας, ο Χάρης Μελιτάς, ο Τάσος Ζαφειριάδης, ο Γιώργος Τσούκης κ.ά.
Το χαϊκού έχει γνωρίσει μεγάλη διάδοση στην Ελλάδα, όπως φαίνεται και από την εισαγωγή του στα ελληνικά σχολεία. Στο μάθημα Μουσικής της Β΄ Γυμνασίου, αφού παρουσιάζεται η μορφή χαϊκού στους μαθητές, τους ζητείται να μελοποιήσουν το χαϊκού του βατράχου του Μπασό. Όπως αναφέρει ο Γιάννης Μανιάτης,
«Η διάδοσή του στη χώρα μας, αν κρίνουμε από τις συλλογές που εκδόθηκαν και άλλες μορφές έκφρασης που εμφανίστηκε κατά καιρούς, μόνο εντυπωσιακή μπορεί να χαρακτηριστεί. Διαγωνισμοί χαϊκού, δημιουργική γραφή με ποιήματα χαϊκού (Γαλλικό Ινστιτούτο Θεσσαλονίκης, 1ο Ενιαίο Λύκειο Δράμας κ.ά.), εκθέσεις ζωγραφικής με πίνακες εμπνευσμένους από χαϊκού, τραγούδια εμπνευσμένα από χαϊκού (CD «Δεκαέξι χαϊκού και άλλες ιστορίες», Sigmatropic) είναι μερικά παραδείγματα. Ένα επίσης αξιοσημείωτο παράδειγμα είναι η χρήση του χαϊκού σε μαθητές αρχαίων ελληνικών, ώστε να μάθουν να χρησιμοποιούν την λέξη, που κυριολεκτικά αντανακλά αυτό, που θα ήθελαν να εκφράσουν, σε μια εποχή, που συνήθως χρησιμοποιούνται οι συγγενείς λέξεις με αποτέλεσμα την εκφραστική αδυναμία».
Σχόλια