Της αβύσσου...

Από το efsyn.gr / Υποσημειώσεις / Γιώργος Σταματόπουλος / 19-20.22
Kοιτάζοντας πολλήν ώρα την άβυσσο η άβυσσος μπορεί να σε καταπιεί -δεν φταίει εξάλλου αυτή σε τίποτα. Καμιά φορά όμως, σε ένα της σκοτεινό βάραθρο, βλέπεις μια φλογίτσα. Και αναρωτιέσαι: Τι σημαίνει αυτό το λίγο φως; Πώς και υπάρχει μέσα στα βαθιά σκοτάδια; Παύεις αμέσως να αναρωτιέσαι όταν κάτι γλυκό συμβαίνει μέσα σου διακρίνοντας, έστω με δυσκολία, την ελάχιστη λαμπηδόνα που «κατοικεί» στα βάθη της αβύσσου. Λες ότι κάτι συμβαίνει εδώ, αποκτάς θάρρος κι έτσι δεν κάνεις πίσω. Προσπαθείς να καταλάβεις εάν υπάρχει τόπος μεταξύ εσού και της αβύσσου, αν μπορείς να εισδύσεις μέσα της, να βρεις ένα στήριγμα, μια ελπίδα, ένα νόημα. Υπάρχει, λες -κι έτσι συνεχίζεις να ελπίζεις ότι ζουν μέσα σου οι αγαπημένες υπάρξεις, που «έφυγαν» νωρίς. Η μικρή φλογίτσα της αβύσσου φωτίζει τα σκοτάδια του νου, την ομίχλη του εσωτερικού κόσμου. Και ανασαίνεις. Δακρύζεις -αλλά και χαμογελάς· γλυκόπικρα.

Δαίμονες και άγγελοι σφιχταγκαλιάζονται, φεύγουν τα μίση, παύει ο σπαραγμός, σωπαίνει η γλώσσα [η σκέψη]. Λες: ω μισητό σύμπαν, ω σκληρή μοίρα, πάντα μια φλογίτσα θα φωτίζει τη ζωή, όσο σκοτεινή και απάνθρωπη κι αν είναι [η ζωή]. Λες ακόμη: τίποτα δεν υπάρχει, τίποτα δεν έχει νόημα· αμέσως μετά ξαναλές: όλα υπάρχουν, όλα έχουν νόημα, αλλά χωρίς εσένα [αυτό δεν έχει καμιά σημασία]. «Υπάρχω, λες, κι ύστερα δεν υπάρχεις», είτε περπατάς στην προκυμαία είτε διασχίζεις τη γέφυρα που σε ενώνει με την άβυσσο. Σε σώζουν τα τραπεζάκια που έχουν απλώσει κατά μήκος της γέφυρας οι φίλοι, η μνήμη, τα αδέλφια, η μαμά, οι ρίζες -η ψυχή [σου].

...Περπατώντας στην Αχαρνών συναντάς τον πόνο αλλά και τη λαχτάρα για ζωή, έστω στερημένη, έστω δύσκολη. Φιγούρες που διανύουν, σχεδόν αλαφιασμένες, τον χρόνο τους [και τον δρόμο τους, εννοείται], σκιές, φευγαλέες, που ψάχνουν την ελάχιστη φλογίτσα που θα τους κρατήσει ζωντανούς στην πάλη τους με τη ζωή. Τι αγώνας, θεέ μου [μεγαλοδύναμε και λοιπά], τι ποικιλομορφία στα σώματα και τα πρόσωπα, τι αδέξιες, αλλά και τι επιδέξιες κινήσεις βλέπεις καθημερινά, όταν περπατάς και δεν επιθυμείς να φαίνεται η λύπη. Η αξιοπρέπεια είναι μια έννοια που δεν της έχει δοθεί μεγάλη σημασία, άσε που είναι και ξεχασμένη [και αενάως λοιδορούμενη].

Να κάνεις φίλη την άβυσσο, κομμάτι δύσκολο, δεν το επιτρέπει η λογική και η καθημερινότητα, η λογική της καθημερινότητας, η καθημερινότητα της λογικής. Πώς να συγκρατήσει ο αδύναμος άνθρωπος τα δάκρυά του μέσα σε αυτά τα σκοτάδια; Είναι φορές που λέει κανείς: καλύτερα να μην ξεφεύγαμε από τον πίθηκο. Και αμέσως μετά ψέγει τον εαυτό του που είπε κάτι τέτοιο. -Κοπιαστικό αυτό ή τα μάγια του πνεύματος κόντρα στην ύλη [μας].

Τύχη είναι τα ανθρώπινα, έλεγε ο Μένανδρος, και όχι τόσο οι επιλογές του καθενός, όχι η ευθυκρισία του (Τύχη τα θνητά πράγματα, ουκ ευβουλία) -αλλά ας μην το παρακάνουμε.

Σχόλια