Η ιστορία μιας μοναδικής ανακάλυψης που λέγεται ινσουλίνη

Από το huffingtonpost.gr
Μέχρι την ανακάλυψη της ινσουλίνης, 
παιδιά με διαβήτη Τύπου Ι είχαν πολύ σύντομη ζωή.
Πριν ανακαλυφθεί η ινσουλίνη το 1921, τα άτομα με διαβήτη δεν ζούσαν για πολύ. Δεν υπήρχαν πολλά που μπορούσαν να κάνουν οι γιατροί για αυτά. Το μόνο που μπορούσαν να κάνουν ως θεραπεία ήταν πολύ αυστηρή δίαιτα, με ελάχιστη πρόσληψη υδατανθράκων. Και πάλι, αυτού θα μπορούσε να δώσει στους ασθενείς, που τις περισσότερες φορές ήταν παιδιά, μερικά επιπλέον χρόνια ζωής, αλλά δεν μπορούσε να τους σώσει.

Οι δίαιτες ήταν πολύ σκληρές -μερικές μόλις 450 θερμίδων την ημέρα- πράγμα που σημαίνει ότι μπορεί κάποια παιδιά να πέθαιναν από την πείνα.

Μέχρι τον Ιανουάριο του 1922 που για πρώτη φορά δοκιμάστηκε η χορήγηση ινσουλίνης ως θεραπεία σε παιδί με διαβήτη τύπου Ι. Το παιδί ήταν ο 14 ετών Λέοναρντ Τόμπσον, που ήταν ετοιμοθάνατος στο νοσοκομείο του Τορόντο. Μετά την ανακάλυψη ο Τόμπσον έδειξε σημάδια βελτίωσης και μπόρεσε να ζήσει ακόμα 13 χρόνια παίρνοντας ινσουλίνη. Πέθανε τελικά στα 26 του χρόνια από πνευμονία.

Έκτοτε όμως, χάρη στην τρομερή αυτή ανακάλυψη, μπόρεσαν να σωθούν εκατομμύρια ζωές. Μέχρι να διατεθεί κλινικά η ινσουλίνη, η διάγνωση του διαβήτη τύπου 1 σήμαινε και γρήγορη θανατική ποινή (συνήθως εντός μηνών ή συχνά και εντός εβδομάδων ή ημερών).

Η ιστορία μιας τρομερής ανακάλυψης
Στα τέλη του 18ου αιώνα εμφανίστηκαν ενδείξεις ότι το πάγκρεας έχει κάποια σχέση με τον διαβήτη. Ο Γερμανός παθολόγος, φυσιολόγος και βιολόγος Πάουλ Λάνγκερχανς ήταν ο πρώτος που ανακάλυψε το 1869 ότι ορισμένα κύτταρα του παγκρέατος, τα ομώνυμα νησίδια του Λάνγκερχανς, εκκρίνουν κάποιες ουσίες. Μέχρι εκείνη τη στιγμή όμως δεν είχε κατανοήσει πλήρως τον ρόλο τους.

Μετά έρχεται να συνεχίσει το έργο του 1889, ο Όσκαρ Μινκόβσκι, μαζί με τον Γερμανό ιατρό Τζόσεφ φον Μέρινγκ αφαίρεσε το πάγκρεας από ένα υγιές σκυλί για να δουν τον υποτιθέμενο ρόλο του στην πέψη. Εξετάζοντας όμως τα πύρα, βρήκαν σάκχαρα, αποδεικνύοντας έτσι για πρώτη φορά τη σχέση μεταξύ του παγκρέατος και του διαβήτη.

Το 1901, ένα άλλο σημαντικό βήμα έγινε από τον Αμερικανό ιατρό και επιστήμονα Γιουτζίν Λίντσεϊ Όπι, όταν απομόνωσε τον ρόλο του παγκρέατος νησίδια του Λάνγκερχανς: «Σακχαρώδης διαβήτης όταν το αποτέλεσμα μιας βλάβης του παγκρέατος προκαλείται από την καταστροφή στα νησίδια του Λάνγκερχανς και συμβαίνει μόνο όταν αυτά καταστρέφονται εν μέρει ή εξ ολοκλήρου».

Ο Γερμανός ιατρός Τζορτζ Λούντβιγκ Τσούελτσερ, υπήρξε ο σημαντικότερος ερευνητής, ο οποίος επέμεινε στη θεραπεία του διαβήτη με εκχυλίσματα παγκρέατος.

Το 1916 ο Ρουμάνος φυσιολόγος Νικολάε Παουλέσκου, ξεκίνησε παρόμοια ερευνητική εργασία, δημοσιεύοντας το 1921 ενδιαφέρουσες μελέτες για το παγκρεατικό εκχύλισμα που ο ίδιος είχε παρασκευάσει και ονομάσει “παγκρεΐνη” (Pancreine).

Ωστόσο, μέχρι τότε η μοναδική αποδεκτή από την ιατρική κοινότητα θεραπεία του διαβήτη, ήταν η αυστηρή δίαιτα των ασθενών.

Η ινσουλίνη ως θεραπευτικό μέσο
Μέχρι το 1921 όταν δύο Καναδοί φυσιολόγοι από το Πανεπιστήμιο του Τορόντο, ο Σερ Φρέντερικ Μπάντινγκ και ο Τσαρλς Μπεστ, καθώς και ο Σκωτζέζος ιατρός και φυσιολόγος Τζέιμς Μακλέοντ, πρύτανης του Πανεπιστημίου του Τορόντο, κατάφεραν να χορηγήσουν παγκρεατικό εκχύλισμα σε σκύλο που βρισκόταν σε κώμα μετά από πειραματικό διαβήτη που του είχαν προκαλέσει. Μόλις πέρασαν λίγα λεπτά ο σκύλος, η μετέπειτα διάσημη Μάρταζορι, κατάφερε να σηκωθεί και όπως φάνηκε, είχε μειώσει το επίπεδο του σακχάρου στο αίμα κατά 40% σε 1 ώρα. Το εκχύλισμα αυτό αρχικά ονομάσθηκε ινσελτίνη (inseltin).

Μέχρι να φτάσουν εκεί ο Μακλέοντ ήταν αρχικά δύσπιστος, καθώς ο Μπάντινγκ δεν είχε ερευνητικό υπόβαθρο και δεν ήταν εξοικειωμένος με τη νεότερη βιβλιογραφία, αλλά συμφώνησε να παραχωρήσει ένα εργαστήριο στον Μπάντινγκ για να δοκιμάσει τις ιδέες του. Ο Μακλέοντ ανέθεσε επίσης σε δύο φοιτητές να είναι βοηθοί του στο εργαστήριο εκείνο το καλοκαίρι, αλλά ο Μπάντινγκ ήθελε μόνο έναν βοηθό εργαστηρίου. Ο Τσαρλς Μπεστ και ο Κλαρκ Νόμπλ έριξαν κέρμα. Ο πιο τυχερός θα έπαιρνε την πρώτη βάρδια, για μεγάλη του τύχη, ο Μπεστ εκτός από την βάρδια, έμεινε δίπλα στον Μπάντινγκ όλο το καλοκαίρι και τελικά το όνομά του θα το μάθαινε όλος ο πλανήτης όταν θα κέρδιζαν το βραβείο Νόμπελ.

Αρχικά την ινσουλίνη την έπαιρναν από σκύλους αλλά η διαδικασία ήταν πολύ χρονοβόρα. Ο Μπάντινγκ σκέφτηκε τότε να παίρνει ινσουλίνη από το πάγκρεας εμβρυϊκού μοσχαριού, το οποίο δεν είχε ακόμη αναπτύξει πεπτικούς αδένες. Μέχρι τον Δεκέμβριο, είχαν επίσης καταφέρει να εξαγάγουν ινσουλίνη από το πάγκρεας ενήλικων αγελάδων. Ο Μακλέοντ διέκοψε κάθε άλλη έρευνα στο εργαστήριο του για να επικεντρωθεί στον καθαρισμό της ινσουλίνης. Κάλεσε τον βιοχημικό Τζέιμς Κολίπ να βοηθήσει με αυτό το έργο και η ομάδα αισθάνθηκε έτοιμη για μια κλινική εξέταση μέσα σε ένα μήνα.

Το ίδιο έτος, το 1921 πραγματοποιήθηκε η πρώτη χορήγηση ινσουλίνης σε άνθρωπο, στον Λέοναρντ Τόμπσον. Το 14χρονο αγόρι ήταν σχεδόν ετοιμοθάνατο, έχοντας προηγουμένως παρουσιάσει απώλεια βάρους 30 κιλών, η οποία όμως δεν είχε τα αναμενόμενα αποτελέσματα.

Το εκχύλισμα που του χορηγήθηκε αρχικά ήταν τόσο ακάθαρτο που το παιδί υπέστη σοβαρή αλλεργική αντίδραση και ακυρώθηκε οποιαδήποτε άλλη ενέσεις.

Τις επόμενες 12 μέρες, ο Κολίπ δούλεψε μέρα και νύχτα για να βελτιώσει το εκχύλισμα βοδινού παγκρέατος. Μια δεύτερη δόση χορηγήθηκε στις 23 Ιανουαρίου, αυτή φορά με επιτυχία. Οι τιμές του σακχάρου αίματος έπεσαν μετά από τρεις ώρες από 520mg% στα 120mg%, με αποτέλεσμα το παιδί να αναρρώσει ταχύτατα.

Μία νέα εποχή ξεκινούσε για την Ιατρική με την πρώτη δημοσίευση των ερευνών των Μπάντινγ, Μπεστ και Μακλέοντ, με τον τίτλο “Pancreatic extracts in the treatment of diabetes mellitus” (Παγκρεατικά εκχυλίσματα στη θεραπεία του σακχαρώδη διαβήτη).Το 1923 η ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου του Toronto τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ, όμως από λάθος της επιτροπής στην αρχική ανακοίνωση δεν αναφερόταν το όνομα του Τσαρλς Μπεστ, λόγω του ότι την περίοδο της μεγάλης ανακάλυψης, Μπεστ ήταν ακόμη μεταπτυχιακός φοιτητής της Ιατρικής.

Η φαρμακευτική εταιρεία Eli Lilly and Company είχε προσφέρει βοήθεια λίγο μετά τις πρώτες δημοσιεύσεις το 1921, και ανέλαβαν τη Lilly την προσφορά τον Απρίλιο. Μέχρι τον Νοέμβριο, είχαν καταφέρει να παράγουν μεγάλες ποσότητες υψηλής ραφιναρισμένης ινσουλίνης. Λίγο αργότερα η ινσουλίνη άρχισε να διατίθεται προς πώληση στο ευρύ κοινό.

Πηγές: American Diabetes Association, Wikipedia

Σχόλια