«Βιώνοντας τη Λένα» Μια πολυμεσική συνομιλία με τη Λένα Πλάτωνος

Από το marginalia.gr
Στην οθόνη σας βρίσκεται ένα πολυμεσικό κείμενο που επιθυμήθηκε πολύ. Πρόκειται για μια συνομιλία-συνέντευξη με τη συνθέτρια, στιχουργό, ερμηνεύτρια και ποιήτρια Λένα Πλάτωνος. Για την ακρίβεια θα λέγαμε πως το τελικό κείμενο (ας το ονομάσουμε έτσι) αποτελεί σημείο συνάντησης διαφορετικών επιθυμιών συγκεντρωμένων από καιρό, οι οποίες εν μέρει εκπληρώθηκαν επιχειρώντας να διασχίσουν κάποια όρια, χωρικά και χρονικά, σε μια κατεύθυνση διάρρηξης της γραμμικότητας με την οποία παρουσιάζονται τα κείμενα στο διαδίκτυο που ως επί το πλείστον αντιγράφουν τον τρόπο που διαβάζουμε στο χαρτί.

Αν και το ερώτημα για το κατά πόσον μπορούσε το περιοδικό μας να προσφέρει μια πολυμεσική εμπειρία ανάγνωσης προϋπήρχε, ήταν η ίδια η εμπειρία της συνέντευξης με τη Λένα Πλάτωνος που οδήγησε την συντακτική ομάδα του «Μαργκινάλια» να ξεκινήσει αυτόν τον πειραματισμό, που ακόμα είναι σε εξέλιξη και που ευχόμαστε να συνεχιστεί και με άλλες δημοσιεύσεις. Η διάθεση για έναν παιγνιώδη πειραματισμό λοιπόν, σε πολλές περιπτώσεις προϋπάρχει αλλά γίνεται αναγκαιότητα όταν νιώθουμε το χάσμα να μεγαλώνει ανάμεσα σε αυτό που βιώσαμε και σε αυτό που τελικά φτάνει στο χαρτί ή στην οθόνη. Πρόκειται για μια διαφορά η οποία πάντα θα παραμένει αφού τίποτε δεν μπορεί να αντικαταστήσει τον παρόντα χρόνο και τα παρόντα σώματα που βιώνουν πολυαισθητηριακά όσα συμβαίνουν τη στιγμή και στο χώρο που αυτά συμβαίνουν.

Ένα ερώτημα λοιπόν είναι αν και πώς μπορούμε να μειώσουμε την απόσταση ανάμεσα σε αυτό που βιώνεται και στον τρόπο που το αφηγούμαστε στον γραπτό λόγο. Αυτή η αναζήτηση επιβάλλει μια φαινομενολογική προσέγγιση που δεν μπορεί παρά να παίρνει υπόψη όχι μόνο αυτό που λέγεται στη συνέντευξη αλλά και τους τρόπους με τους οποίους επιτελείται η αφήγηση με το βλέμμα στραμμένο στην πράξη της ανάγνωσης. Βεβαίως η μεταφορά μιας εμπειρίας δεν αποτελεί τεχνικό ζήτημα. Δεν ισχυριζόμαστε, δηλαδή, πως η αλλαγή στο στήσιμο μιας ιστοσελίδας ή η χρήση οπτικοακουστικού υλικού αρκούν για να μεταφερθεί ένα βίωμα πολυμεσικά. Περισσότερο θα λέγαμε ότι προτείνουμε στις αναγνώστριες/-ες μας εναλλακτικές διαδρομές ανάγνωσης, προσφέροντας περισσότερες από μία επιλογές περιήγησης στο δημοσιευμένο υλικό, ελπίζοντας έτσι σε μια πιο απολαυστική αναγνωστική εμπειρία.

Στην παρουσίαση που ακολουθεί οι αναγνώστριες/-ες θα έχουν την ευκαιρία να βιώσουν την συνέντευξη με περισσότερους από έναν τρόπους. Πρώτα από όλα η συνομιλία μπορεί να διαβαστεί με τη σειρά που προτείνεται. Μπορεί όμως να διαβαστεί και με μια διαφορετική σειρά, αφού το κείμενο έχει χωριστεί σε 18 θεματικές ενότητες οι οποίες παρουσιάζονται σε τίτλους εκ των προτέρων και μπορούν να επιλεγούν με όποια σειρά επιθυμήσει η αναγνώστρια/-ης. Τμήμα μιας πολυμεσικής ανάγνωσης αποτελεί και η παράλληλη παράθεση σύντομων ηχητικών αποσπασμάτων της συνέντευξης οι οποίες -κυρίως- πλαισιώθηκαν από φωτογραφίες που τραβήχτηκαν στο σπίτι της Λένας Πλάτωνος από την συνεντεύκτρια. Επιλέξαμε να παρουσιάσουμε ηχητικά αποσπάσματα και όχι ολόκληρο το ηχητικό αρχείο της συνέντευξης διότι κάτι τέτοιο θα καθιστούσε πολύ δύσκολο το έργο της ανάγνωσης και θα αναπαρήγαγε το διχασμό που μπορεί να προκαλεί η χρήση δύο παράλληλων τεράστιων κειμένων. Επιπλέον θεωρήσαμε ότι οι σύντομες «δόσεις» φωνής της Λένας Πλάτωνος επιτρέπουν στις αναγνώστριες/-ες να μεταβαίνουν με ευκολία από τον προφορικό, επιτονισμένο λόγο στον γραπτό. Η τοποθέτηση των υποσημειώσεων οριζόντια δίπλα στο κεντρικό κείμενο και όχι στο τέλος της σελίδας διευκολύνει την ανάγνωσή τους, ανασύροντάς τες από το περιθώριο μιας επιπλέον πληροφορίας. Καθώς τοποθετούνται ισότιμα δίπλα στο κείμενο της συνομιλίας, τους δίνεται μια δεύτερη ευκαιρία να αναγνωστούν σε ταυτόχρονο χρόνο με την ίδια τη συνέντευξη. Ο δεύτερος χώρος που δημιουργήσαμε στο πλάι του κειμένου ελπίζουμε ότι θα μπορέσει να κρατήσει το ενδιαφέρον των αναγνωστών προλαβαίνοντας ένα διαρκές scroll down and up καθώς και το άνοιγμα πολλών διαδικτυακών παραθύρων.

Επιπλέον ο θεματικός τρόπος παρουσίασης του κειμένου εκ των πραγμάτων δεν παρουσιάζει τα λεγόμενα με τη σειρά αφήγησής τους. Οι συνειρμοί που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια των διαλόγων παραμένουν στη θέση τους εντός της θεματικής όμως τμήματα του κειμένου μετακινούνται. Με αυτόν τον τρόπο κάθε θεματική μπορεί να αναγνωστεί αυτόνομα γεγονός που επιτρέπει μια ανάγνωση του τελικού κειμένου με διαλείμματα.
Ένα ακόμα σχόλιο αφορά στη στενή σχέση μεθοδολογίας και περιεχομένου. Το περιεχόμενο, τα συμβάντα, η προσωπικότητα και το έργο της Λένας Πλάτωνος υπαγορεύουν την κατάλληλη μεθοδολογία. Η Λένα Πλάτωνος διασχίζει τα σύνορα αμφισβητώντας καθιερωμένους ορισμούς. Βασίλισσα της ηλεκτρονικής μουσικής και ταυτόχρονα λαϊκή και ποπ, πειραματίζεται διαρκώς με τη φωνή της, το συνθεσάιζερ, τους στίχους, τις καλλιτεχνικές συνεργασίες δημιουργώντας σουρεαλιστικά και αντισυμβατικά περιεχόμενα. Μεταφράζεται σε άλλες γλώσσες του κόσμου και τα κομμάτια της γίνονται τμήμα συνεχών συνθέσεων και ανασυνθέσεων. Η ίδια τα αποχωρίζεται με ευκολία και αστείρευτα βγάζει από το συρτάρι της καινούρια-ξεχασμένα κομμάτια. Η γραφή της είναι ανεξάντλητη. Εμπνευσμένη από μοτίβα της καθημερινότητας δημιουργεί ένα πολιτικό, κουίρ, έντονα συναισθηματικό και αμφίθυμο μουσικό κολλάζ που ερμηνεύεται πολλαπλά. Όλα αυτά τα χαρακτηρολογικά στοιχεία εμφανίζονται τη στιγμή των συνομιλιών μας, γενναιόδωρα και φυσικά. Η μεθοδολογική επιλογή να παρουσιάσουμε πολυμεσικά τη συνέντευξη αλλά και ο τρόπος με τον οποίο αφεθήκαμε στο ρυθμό της Λένας Πλάτωνος κατά τη διάρκεια των συνομιλιών μας, ελπίζουμε να είναι, έστω και λίγο, συμβατά με «το ύφος το πλατωνικό.»

Ευχαριστίες για αυτή τη συνέντευξη οφείλονται σε πολλές και πολλούς. Πρώτα από όλα σε όλα τα μέλη της συντακτικής ομάδας του Marginalia που αγκάλιασαν το «Project Λένα» από την αρχή. Ιδιαίτερα στον Στέλιο Χρονόπουλο που συντόνισε όλη την προσπάθεια εξαρχής, επιμελήθηκε την παρουσίαση και έθεσε το αρχικό ερώτημα το οποίο και υποστήριξε σε όλα τα στάδια της διαδικασίας: «Μπορούμε να πειραματιστούμε με αυτό το υλικό;» Ευχαριστίες οφείλονται και στον Χρήστο Κουλαφτάκη (кʊʟᴀ) που σχεδίασε με αγάπη την καινούρια σελίδα, το κεντρικό εξώφυλλο-poster και επιμελήθηκε καλλιτεχνικά τις 18 θεματικές ενότητες, ακολουθώντας την επιθυμία της Λένας Πλάτωνος να χρησιμοποιηθεί το αυτοβιογραφικό πορτραίτο-κολάζ που είχε δημιουργήσει ως δώρο στον πατέρα της. Ευχαριστίες θα πρέπει να δοθούν επίσης στην Λητώ Τσίτσου, τη Δήμητρα Αλιφιεράκη, τον Χρήστο Μάη και ξανά στον Στέλιο Χρονόπουλο που προσέθεσαν κάποια δικά τους ερωτήματα στο αρχικό σώμα του οδηγού συνέντευξης (οδηγός που όπως πάντα ανατράπηκε σε κάποιο βαθμό κατά τη διάρκεια των συνομιλιών). Θερμά ευχαριστούμε και την ομάδα της sociality για την ανάληψη ενός απαιτητικού πρότζεκτ και για την τεχνική υλοποίηση της ιδέας μας. Τέλος, είμαστε ευγνωμονούσες και ευγνώμονες στην Λένα Πλάτωνος, που μας υποδέχτηκε και μας ταξίδεψε στο σύμπαν της. Την ευχαριστούμε επίσης από καρδιάς που μας επέτρεψε να την βιντεοσκοπήσουμε καθώς απαγγέλλει ένα ανέκδοτο ποίημά της γραμμένο το 1989, το οποίο δημοσιεύεται στο περιοδικό μας, για πρώτη φορά.

Αυτό, λοιπόν, το παιδί της συνάντησης πολλών επιθυμιών παρουσιάζουμε σήμερα.

Ανολοκλήρωτο φύλλο ημερολογίου, Αύγουστος-Δεκέμβριος 2020
Έμαθα τη Λένα από την αγαπημένη μου φίλη την Ειρήνη Συνοδινού κάπως αργά, όταν συναντηθήκαμε στο Ιστορικό-Αρχαιολογικό της Φιλοσοφικής ως συμφοιτήτριες. Έλεγε: «Να ακούσουμε Λένα» ή θα «πάω στη Λένα» εννοώντας πως θα πάει σε κάποια συναυλία της και κυρίως την έμαθα κάπως καλύτερα όταν ακούγαμε μαζί το κοπερτί σε στίχους της Μαριανίνας Κριεζή και σύνθεση της Λ.Π. Έτσι η Πλάτωνος έγινε η Λένα και για μένα. Καθώς περνούσαν τα χρόνια συνέχιζα να ακούω τη Λένα σε όλες τις στάσεις και κατά περιόδους κάποιος στίχος της γινόταν το μότο μιας περιόδου ή μιας συνάντησης, γινόταν το υστερόγραφο ενός γράμματος, συνήθως ερωτικού. Νομίζω πως δεν περιγράφω κάτι πολύ ιδιαίτερο και πως αυτό είναι κάτι που συμβαίνει σε πολλές από εμάς. Θα έλεγα χωρίς ντροπή πως ακούω τη Λένα με το μουσικό πάθος το εφηβικό μου. Επιστρέφοντας από την έρευνα πεδίου στην Ανδαλουσία για το καρναβάλι, εν μέσω καραντίνας επικοινώνησα με τη Λένα για να πραγματοποιήσουμε αυτή τη συνέντευξη. Δεν ξέρω γιατί δεν επέμεινα στην επεξεργασία των ερευνητικών μου συνεντεύξεων σε εκείνη τη φάση, πάντως, και ενώ ένιωθα τα deadlines να με πιέζουν ασφυκτικά, ήθελα να απευθυνθώ σε εκείνην για να μου λύσει κάποιες απορίες όπως : «Αν υπάρχουν πιθανότητες στην περιοχή της Αμερικάνικης Πρεσβείας» και αν «θα συναντηθούν ποτέ στο σαλούν ο γιος του μεγάλου Μανιτού και η κρέμα του φλογάτου παγωτού».

Μπορέσαμε τελικά να συναντηθούμε το καλοκαίρι του 2020 και να πραγματοποιήσουμε κάποιες συνομιλίες που ακολούθησαν κάποιων τηλεφωνικών επικοινωνιών και κάποιων γραπτών μηνυμάτων. Με υποδέχτηκε στο σπίτι της, στο Χολαργό, στο ροζ δωμάτιο με το μεγάλο πιάνο και τους καθρέφτες της. Δεν ήταν καθόλου αδιάφορη ως προς τη δική μου ζωή και, εκτός από το να αφηγείται, άκουγε πολύ και με προσοχή. Κατά τη διάρκεια των συνομιλιών μας, ηχογραφημένων και μη, ακούγαμε Μότσαρτ και αυτό αναμφίβολα προσέδιδε μια θεατρικότητα στη συνάντησή μας, η οποία ήδη γεννούσε την ανάγκη μου να μοιραστώ αυτή την εμπειρία ηχητικά. Ταυτόχρονα, η γνώση ότι ακούει διαρκώς μουσική στο σπίτι της με κάνει να την φαντάζομαι σε αυτή την συνθήκη αιώνια.

Η Λένα έχει μια δική της σύνταξη, ποιητική ήδη στον καθημερινό της λόγο όπως διαπιστώνω ακούγοντας ξανά τη συνέντευξη. Το ουσιαστικό προηγείται του επιθέτου αφού το ουσιαστικό για κάποια δευτερόλεπτα μοιάζει να αναζητά από το βάθος της Λένας ποιο επίθετο θα το συνοδεύσει. Καθώς αφηγείται τους τρόπους με τους οποίους δημιουργεί γίνεται αντιληπτό πως τις περισσότερες φορές το υλικό από το οποίο αντλεί είναι αυτοβιογραφικό. Ακούγοντας τις αφηγήσεις της μετέχουμε, έστω λίγο, στους απρόβλεπτους, ποικίλους και λεπτούς μετασχηματισμούς ενός αυτοβιογραφικού υλικού σε τέχνη. Εκείνη το μετουσιώνει σε τέχνη μέσα σε ελάχιστο χρόνο έχοντας εξασκήσει από μικρή τη σουρεαλιστική γραφή μαζί με την ξαδέρφη της, την ποιήτρια Ελένη Αστρινάκη. «Νά μια γυναίκα που γράφει την εαυτή της», σκέφτομαι, με το νου μου να πηγαίνει στην Ελέν Σιξού και το γέλιο της Μέδουσας.

Τη στιγμή που βρίσκομαι απέναντι της πίνοντας τσάι και τρώγοντας ένα κατακόκκινο, δροσερό ζελέ φρούτων έχω σχεδόν νανουριστεί από τη ρυθμικότητα της φωνής της, διατηρώντας όμως τις αισθήσεις μου ζωντανές. Νομίζω πως είμαι σε όνειρο και χάνω κάπως την αίσθηση του χρόνου. Μάλιστα στην πρώτη συνάντηση, διαπιστώνουμε πως συνομιλούμε για πέντε συνεχείς ώρες. Στη δεύτερή μας συνάντηση στέκομαι με δέος μπροστά στις κόλλες χαρτιού που ονομάζει ημερολόγια και που βρήκε σε κάποιο ξεχασμένο κουτί στην αποθήκη της. Δεν ξέρω τι να κάνω με αυτά. Ξεχνιέμαι διαβάζω διαγώνια κάποιους στίχους και φωτογραφίζω κάποια φύλλα. Αν και μου το επιτρέπει νιώθω πως διαβάζω κάτι απαγορευμένο. Κρατώ τη γενναιοδωρία με την οποία τα μοιράζεται αλλά τα κοιτώ από απόσταση. Ίσως σε μια άλλη στιγμή αν επιστρέψω να μπορέσω να τα διαβάσω. Κάποια στιγμή όμως σηκώνει ένα φύλλο και μου διαβάζει ένα ανέκδοτό της ποίημα. Λίγο πριν φύγω δοκιμάζουμε κάποια καλοκαιρινά καπέλα, κοιτάμε κάποια υφάσματα και βγάζουμε κάποιες σέλφι με παιχνιδιάρικη διάθεση. Έπειτα παίζει κάποιες νότες στο πιάνο σιγοτραγουδώντας.

Φεύγω με τις τσέπες γεμάτες από πιθανότητες ευτυχίας.

Διαβάστε την συνέντευξη εδώ

Σχόλια