Περικλής Κοροβέσης: Γλεντοκόπος της ζωής

Από το enetpress.gr / Του Βασίλη Κ. Καλαμαρά / Φωτογραφία: Κωνσταντίνος Πίττας
Ο θάνατος του Περικλή Κοροβέση τυλίχτηκε σε συσκευασία εγκωμίου, κι κει που βρίσκεται, δεν θα μπορεί-που λέει ο λόγος-ούτε ν’ αναπνεύσει. Στην Ελλάδα – και συγχωρέστε με για τον διδακτικό τόνο μου- πρέπει ν ανήκεις ή στους θύτες ή στα θύματα.

Κανονικότητα, μια λέξη που ξεκλειδώνει όλες τις ιδεολογικές πόρτες σαν να είναι λάστιχο, μετά την Κρίση που δεν θέλει να κοπάσει, δεν υφίσταται. Και δεν αναφέρομαι στις κυβερνητικές διορθωτικές κινήσεις, οι οποίες τάχατες θα επαναφέρουν την οικονομία στα πρότερα επίπεδα. Από τις κρίσεις μας, συνήθως απουσιάζει η μεσότης, η ισορροπία, η απόσταση. Τούτο εστί κανονικό.

Ο Περικλής, όπως τον γνώρισα, έτσι όπως έμπαινε μονοκόμματα στην αίθουσα σύνταξης της εφημερίδας, ήταν περισσότερο ένας άνθρωπος ο οποίος ερχόταν από μακριά και πήγαινε μακριά, γερά πατώντας στην γη και την ίδια στιγμή πέταγε προς τα επάνω. Περπατούσε σαν να χόρευε, γιαυτό ήταν ένας μόνιμος επισκέπτης του γλεντιού, χωρίς να θέλω να υποτιμήσω την αντιδικτατορική του στάση. Τα βασανιστήρια, όταν εφημεροδογραφούσε, τα μοιράζονταν με ορισμένους που είχαν κοινά χαρακτηριστικά και κοινές μνήμες. Δεν ήταν για όλους.

Οι «Ανθρωποφύλακες» είχαν γραφεί το μακρινό 1969 και είχαν εκδοθεί στην μακρινή Στοκχόλμη, και χωρίς να έχουν χάσει τη ζέση της μαρτυρίας του, είχαν περάσει όμως στην περιοχή του μύθου. Και οι μύθοι, όπως και τα παραμύθια, αρέσκονται στο υπερφυσικό, στο μεταφυσικό, στο υπερβολικό. Ο Περικλής το έγραψε άπαξ, μιά κι έξω. ‘Ομως, οι βασανιστές του έγιναν αρνητικά σύμβολα, γιατί ψυχογράφησε τον βασανιζόμενο και την ψυχεδέλεια κατά τη διάρκεια του βασανισμού του. Η ιδιαιτερότητά του αποτελέσματος έγκειται ότι ο Περικλής δεν αρκείται να μαρτυρήσει, αλλά προσπαθεί να ξαναχτίσει την αξία του έναρθρου λόγου μπροστά στα ανέξοδα γρυλίσματα.

‘Εγραφα παραπάνω ότι ο Περικλής δεν τους χωρούσε όλους, όχι γιατί δεν μπορούσε, αλλά γιατί θα έχανε το επικοινωνιακό του πρόσημο, που ήταν η ειλικρίνεια. Φοβάμαι ότι οι άλλοι ήταν ο θίασος, με πρωταγωνιστή τον Κοροβέση. Δεν γνωρίζω σε ποιο βαθμό αυτομυθοποιήθηκε, αλλά ακόμα κι έτσι, το όνομα του το έδινε δάνειο και δανεικό με ορισμένους και ορισμένες που έπρεπε να ζήσουν μέσα από τον Περικλή. Πάντως, αυτός ήταν πλήρης δεν είχε ανάγκη από χειροκροτητές. ‘Ασβεστη ήταν η αγάπη του για τους φίλους του, όπως τους εννοούσε αυτός. Μπεκροκανάτες πρώτης γραμμής, συζητητές όχι μόνο για την πολιτική, εν ολίγοις συμποσιαστές.

Κόντρα σε όλους και σε όλα, διατυπωνόταν ο ενάντιος λόγος του Περικλή. ‘Ομως, επειδή ήταν παιδί της πιάτσας, είχε μάθει να ξεχωρίζει τους ανθρώπους, εφοδιασμένος με την ικανότητα της διάκρισης, και μην τους βάζει όλους σ’ ένα τσουβάλι. Π.χ. υποστήριξε ότι ορισμένα δεξιά αφεντικά είναι καλύτερα από τα αριστερά, γιατί τα πρώτα μπορεί να είναι και θρησκευόμενοι με λίγη τσίπα πάνω τους, ενώ τα δεύτερα λειτουργούν στις επιχειρήσεις τους ως καθοδηγητές. Τι θέλω να τονίσω;
Οπωσδήποτε ελευθεριακός, αντιδογματικός, αντισταλινικός, όμως μέτρο του ο άνθρωπος, όταν έπρεπε οπωσδήποτε να κρίνει. Ξεσκέπαζε τον υποκριτικό βίο της Αριστεράς και μάλιστα τόλμησε να πάρει αποστάσεις από τον ΣΥΡΙΖΑ – αν και εξελέγη μ’ αυτόν βουλευτής-, θεωρώντας ότι άλλα περίμενε απ’ αυτόν κι άλλα βρήκε. Δεν ξέρω, ίσως ορισμένοι να τον κατηγορήσουν για γκρουπούσκουλο, αφού δεν μαντρωνόταν πίσω από πολιτικές και κομματικές ετικέτες.

‘Εγραψε ποιήματα, μυθιστορήματα, μαρτυρίες, θεατρικά, βιβλία για παιδιά. Σ’ όλα αυτά τα είδη του λόγου και βυθισμένος εντός τους, ο Περικλής επιθυμούσε να κρατήσει σε εγρήγορση την δεύτερη ζωή του, αυτή που θα ήθελε να είναι έμπλεη ελπίδας με κατεύθυνση την κοινωνική δικαιοσύνη. Ακόμη, κι αν γνώριζε, αυτός ο προσγειωμένος στοχαστής ότι δεν θα την γευτεί, προσποιείτο ότι ήταν εκεί μπροστά του ζωντανή. «Στην υγειά της», ευχόταν ξανά και ξανά. Δεν ήταν το ουτοπικό φάντασμα της Ιστορίας, αφού το είχε αποκαθηλώσει από την μελλοντική δικαιοσύνη του και το είχε κατεβάσει πάνω στο τραπέζι της παρέας, όπου όλα τα αδικαίωτα δικαιώνονται.

vasillis.kalamaras@gmail.com

Σχόλια