Μοναχός Επιφάνιος 1956 - 2020

Τους ιερείς δεν τους ''μπορώ'', δεν είναι ότι έχω κάτι προσωπικό μαζί τους. Απλά θεωρώ ότι είναι "πολύ άνθρωποι" για να 'ναι πρεσβευτές του μεγαλείου, του άγνωστου που ''υπηρετούν'', με τις μαριονέτες πιστούς από κάτω τους.

Δεν έχω επισκεφθεί ποτέ το Άγιο Όρος, δεν ξέρω αν θέλω να πάω ποτέ. Αν όμως πήγαινα θα 'θέλα να γνωρίσω τον Μοναχό Επιφάνιο. Τον είχα δει πριν χρόνια στους Πρωταγωνιστές του Σ. Θεοδωράκη. Μου έκανε εντύπωση, με μαγνήτισε η εικόνα, η παρουσία του, η πολύ "σταράτη" ενέργεια που έβγαζε. Σαν να 'ταν ο ορισμός του απόλυτα γήινου, του ανθρώπινου για να κάνει την σύνδεση με το απόλυτα μεγαλείο, το άγνωστο. Η αίσθησή μου, ίσως να 'ναι λανθασμένη, μπορεί και όχι.

Όταν έμαθα για τον θάνατό του κάτι διακινήθηκε μέσα μου. Διάβασα λίγα πράγματα για την ζωή του, είδα αποσπάσματα από συνεντεύξεις του και έφτιαξα το βίντεο που ακολουθεί.
β.ψ.


~ ~ ~ ~ ~
Από το kathimerini.gr 
Πέθανε σε ηλικία 64 ετών, ο γέροντας Επιφάνιος Μυλοποταμινός, ο Αρχιμάγειρας του Αγίου Όρους, μετά από πολύχρονη μάχη με τον καρκίνο. 

Ο μοναχός Επιφάνιος γεννήθηκε στο Παγγαίο Καβάλας το 1956. Τελειώνοντας το Λύκειο, το 1973, πήγε στο Άγιον Όρος, στη Μονή Αγίου Παύλου. Ανέλαβε διάφορα διακονήματα.

Στην κουζίνα κάθισε οκτώ χρόνια, πράγμα που γενικά δεν συνηθίζεται – τα διακονήματα αλλάζουν κάθε χρόνο, ώστε οι μοναχοί να αποκτούν σφαιρική εμπειρία των εργασιών σε ένα κοινόβιο. Του άρεσε η μαγειρική και, όπως είχε πει σε παλαιότερη συνέντευξή του στο περιοδικό «Γαστρονόμος» της Καθημερινής: «απ’ ό,τι φαίνεται, άρεσε και σε αυτούς που έτρωγαν. Έκτοτε, και άλλη δουλειά να είχα, σε γιορτές και πανηγύρια με φώναζαν να μαγειρέψω. Στα πανηγύρια πρέπει να μαγειρέψεις για πολύ κόσμο, κάποιες φορές πάνω από 1.000 άτομα. Για να τα βγάλεις πέρα, δεν αρκεί να έχεις γνώσεις μαγειρικής. Πιο πολύ πρέπει να είσαι διοικητής, να διευθύνεις 20 ανθρώπους – ένας να σου κάνει λάθος, σου έχει καταστρέψει το φαγητό». 

Το 1992 ανέλαβε το Ιερό Κάθισμα του Αγίου Ευσταθίου, γνωστό ως Μυλοπόταμος. «Ερείπιο ήταν τότε», είχε πει στην ίδια συνέντευξη. «Το 1993 φυτέψαμε το πρώτο αμπέλι, το 1996 χτίσαμε το οινοποιείο. Γιατί ασχολήθηκα με το αμπέλι; Στο Άγιον Όρος πρέπει να έχεις ένα εργόχειρο, ένα διακόνημα, να κάμεις μια δουλειά για να βγάζεις ένα μεροκάματο. Άλλοι κάνουν θυμίαμα, άλλοι κομποσκοίνια, άλλοι κάνουν εικόνες και τις πουλάνε. Και παλιότερα έκαναν κρασί στο Άγιον Όρος, αλλά το διέθεταν χύμα σε πεντάλιτρα, εικοσάλιτρα. Πήρα την απόφαση να κάνω το οινοποιείο και να εμφιαλώσω κρασί. Και σιγά σιγά ξεκίνησα. Με πολλή προσπάθεια, πολύ αγώνα, νύχτα μέρα». 

Η δυναμική του οινοποιείου έφτασε τα 70.000-80.000 μπουκάλια τον χρόνο.

Το 2008 εξέδωσε το βιβλίο «Μαγειρική του Αγίου Όρους» (εκδ. Σύγχρονοι Ορίζοντες) που έχει μεταφραστεί σε 8 γλώσσες. Υπήρξε μέλος της Λέσχης Αρχιμαγείρων Βορείου Ελλάδος και ταξίδευε συχνά στο εξωτερικό, σε συνέδρια, εκθέσεις και διαγωνισμούς τροφίμων και ποτών. Το 2016 στο παγκόσμιο συνέδριο αρχιμαγείρων «Worldchefs Congress & Expo», που έγινε για πρώτη φορά στην Ελλάδα, παρουσίασε τη μαγειρική του Αγίου Όρους σε 1.600 σεφ από όλον τον κόσμο. 

Από το 2018 αρθρογραφούσε για το περιοδικό «Γαστρονόμος» της Καθημερινής. Το καλοκαίρι του 2020 η Καθημερινή εξέδωσε ένα βιβλίο με συνταγές του με τίτλο «Η καλοκαιρινή κουζίνα του Αγίου Όρους από τον Μοναχό Επιφάνιο».

Σχόλια