Εντουαρντ Στρελτσόφ 21.07 1937 - 22.07.1990 / H απίστευτη ιστορία του «Ρώσου Πελέ»

Από το efsyn.gr / Βασιλική Παπαντωνοπούλου
Ο Εντουαρντ Στρελτσόφ ήρθε στον κόσμο στις 21 Ιουλίου 1937 στο Πέροβο, ένα μοσχοβίτικο προάστιο. Τον καιρό της γέννησής του, η νεαρή τότε Σοβιετική Ενωση περνούσε τη δοκιμασία των σταλινικών εκκαθαρίσεων. Ο πατέρας του, στρατιωτικός, εγκατέλειψε την οικογένειά του μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και εγκαταστάθηκε στο Κίεβο. Η μητέρα του, εργάτρια σε εργοστάσιο, είχε σοβαρά προβλήματα με την καρδιά της. Ο μικρός Εντουαρντ βρήκε από νωρίς καταφύγιο στην μπάλα...

Ηδη στα 13 χρόνια του, βρισκόταν στα τμήματα υποδομής της Τορπέντο και, τρία χρόνια αργότερα, ο Νικολάι Μορόζοφ τον ανέβασε στην ανδρική ομάδα, αμέσως όταν ανέλαβε την τεχνική ηγεσία της, το 1953. Ο 16χρονος πιτσιρικάς σκόραρε ακατάπαυστα και αμέσως μπήκε στο «ραντάρ» τoυ εκλέκτορα Βλαντίμιρ Κατσάλιν.

Δύο χρόνια αργότερα, στις 26 Ιουνίου 1955, έκανε ντεμπούτο με την εθνική ομάδα της Σοβιετικής Ενωσης απέναντι στην αντίστοιχη της Σουηδίας, στο «Ρασούντα» της Στοκχόλμης. Ντεμπούτο που συνοδεύτηκε με τρία γκολ στο α΄ ημίχρονο για το τελικό 0-6.

Τον Νοέμβριο του 1956, ο 19χρονος Στρελτσόφ βοήθησε τη σοβιετική ομάδα να κατακτήσει το χρυσό μετάλλιο στο ολυμπιακό ποδοσφαιρικό τουρνουά της Μελβούρνης, με εκπληκτικές εμφανίσεις - ειδικά αυτή στον ημιτελικό κατά της Βουλγαρίας που κρίθηκε στην παράταση με δικό του γκολ για την ισοφάριση και δική του ασίστ για τη νίκη. Μαζί με τον τερματοφύλακα Λεβ Γιασίν ο ξανθός επιθετικός με το φαντεζί παιχνίδι και την εντυπωσιακή ντρίμπλα θεωρούνταν οι ποδοσφαιριστές που θα άλλαζαν τη μοίρα της Σοβιετικής Ενωσης στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1958. Ομως κάποιοι αποφάσισαν διαφορετικά...

Ο Στρελτσόφ απολάμβανε τη φήμη και την καλή ζωή περισσότερο απ’ όσο άρεσε στους κύκλους της κυβέρνησης του Νικίτα Χρουστσόφ. Παράλληλα υποψιάζονταν πιθανή αποστασία του και φυγή στη Δύση, δεδομένης της βροχής προτάσεων που δεχόταν από γαλλικούς και σουηδικούς συλλόγους. Συν ότι είχε εξοργίσει το κόμμα επειδή αρνιόταν να υπογράψει στην ομάδα του Κόκκινου Στρατού (ΤΣΣΚΑ) ή σε αυτήν της αστυνομίας (Ντινάμο). Κάπως έτσι, ήρθε το βράδυ της 25ης Μαΐου 1958...

Εκείνη τη νύχτα, στην ντάτσα του στρατιωτικού Εντουαρντ Καραχάνοφ στο Τίχοβο, στα περίχωρα της Μόσχας, η βότκα έρρεε άφθονη. Παρόντες στη φιέστα ήταν ο Στρελτσόφ και δύο συμπαίκτες του στη σοβιετική εθνική ομάδα, οι Μιχαΐλ Ογκονκόφ και Μπαρίς Τατούσιν της Σπαρτάκ Μόσχας. Οι παίκτες είχαν ρεπό, αλλά ο κανονισμός έλεγε ότι στο τέλος της ημέρας έπρεπε να είναι παρόντες στο γήπεδο της Ντινάμο Μόσχας – τον παρέβησαν... Το επόμενο πρωί, μια 20χρονη κοπέλα ονόματι Μαρία Λεμπέντεβα –ανήλικη, σύμφωνα με την τότε σοβιετική νομοθεσία– κατήγγειλε ότι ο Στρελτσόφ τη βίασε.

Στις 26 Μαΐου, στην τελευταία προπόνηση της εθνικής ομάδας πριν από το ταξίδι στη Στοκχόλμη για το Μουντιάλ, δύο περιπολικά της αστυνομίας εισέβαλαν στο προπονητικό κέντρο Ταρασόβκα και συνέλαβαν τους τρεις ποδοσφαιριστές. Και οι τρεις τιμωρήθηκαν άμεσα με διά βίου αποκλεισμό από την εθνική ομάδα, αλλά μόνο ο Στρελτσόφ παρέμεινε υπό κράτηση. Στο κελί 127 των φυλακών Μπουτίρκα της Μόσχας.

Η ανακριτική διαδικασία στη συγκεκριμένη υπόθεση ήταν γεμάτη αντιφάσεις και κενά. Ο 21χρονος παίκτης της Τορπέντο αναγκάστηκε να υπογράψει την ομολογία ότι βίασε τη Λεμπέντεβα, όταν τον διαβεβαίωσαν ότι η υπόθεση θα έμπαινε στο συρτάρι. Η κοπέλα έστειλε γράμμα με το οποίο συγχωρούσε τον παίκτη και παράλληλα περιέγραφε τα όσα έγιναν ως συναινετικό σεξ. Αμφότερα τα έγγραφα έμειναν ξεχασμένα σε κάποιο συρτάρι... Οσο για τα ευρήματα DNA; Υπήρχαν μεν ίχνη του Στρελτσόφ, αλλά και του Καραχάνοφ, του ιδιοκτήτη της ντάτσα. Ο Καραχάνοφ αποπέμφθηκε εν μιά νυκτί από τον Κόκκινο Στρατό και πήγε να ζήσει μακριά από τη Μόσχα.

Στο μεταξύ, η εθνική ομάδα ήταν ανάστατη. Ο τεχνικός Βλαντίμιρ Κατσάλιν πήγε μέχρι και το γραφείο του Νικίτα Χρουστσόφ για να παρακαλέσει ώστε να έχει τον καλύτερο παίκτη του στη Σουηδία. Δεν είχε όμως τύχη... Γιατί η υπόθεση έπεσε στα χέρια της Γεκατερίνα Φούρτσεβα, της πρώτης γυναίκας-μέλους του Πολιτμπιρό. Δεν ήταν μόνο η γυναίκα με τη μεγαλύτερη δύναμη στο Κρεμλίνο, αλλά και η μητέρα της 16χρονης Σβετλάνα, που ήταν ξετρελαμένη με τον Στρελτσόφ.

Η μικρή είχε γνωρίσει τον παίκτη το 1957, σε γιορτή της κυβέρνησης προς τιμήν της χρυσής ολυμπιακής ομάδας και ήθελε να τον παντρευτεί. Αυτός αρνήθηκε κατηγορηματικά, λέγοντας ότι έχει ήδη μνηστή. Μάλιστα παντρεύτηκε μυστικά έναν μήνα αργότερα την Αλα Ντεμένκο, καταρρακώνοντας τη νεαρή Φούρτσεβα και εξοργίζοντας περισσότερο τη μητέρα της. Οταν λοιπόν, την επόμενη χρονιά, έφτασε το θέμα της σύλληψης του Στρελτσόφ στο Κρεμλίνο, η Γεκατερίνα Φούρτσεβα υπέγραψε την καταδίκη του: «Στείλτε τον επιτέλους στη φυλακή. Και μακριά!».

Ο παίκτης, που είχε πειστεί ότι η ομολογία θα του επέτρεπε να επιστρέψει στην κανονική του ζωή και την εθνική ομάδα, βρέθηκε τελικά στο γκουλάγκ Βιάτσκι όπου πέρασε πάνω από τέσσερα χρόνια και υπήρξε θύμα ξυλοδαρμών από άλλους κρατουμένους.

Ελευθερώθηκε στις 4 Φεβρουαρίου 1963, αλλά είχε αποκλειστεί από το ποδόσφαιρο, οπότε έπιασε δουλειά ως εργάτης στην αυτοκινητοβιομηχανία ZiL στην οποία ανήκε η Τορπέντο Μόσχας. Του επιτρεπόταν μόνο να αγωνίζεται με την ποδοσφαιρική ομάδα των εργατών, όπου βέβαια εντυπωσίασε. Τόσο, ώστε να φτάσει στο Κρεμλίνο αίτηση υπογεγραμμένη από δεκάδες χιλιάδες άτομα για να επιτραπεί στον Στρελτσόφ να επιστρέψει στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο.

Κουμάντο πλέον στο Κρεμλίνο έκανε ο Λεονίντ Μπρέζνιεφ, που είχε πάρει τη θέση του Νικίτα Χρουστσόφ ως γενικός γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής τον Οκτώβριο του 1964. Ο Μπρέζνιεφ ήταν μέγας λάτρης του ποδοσφαίρου. Μάλιστα, καθυστερούσε την έναρξη των παιχνιδιών της Ντινάμο Μόσχας, προκειμένου να προλάβει να φτάσει στο γήπεδο. Και ήταν αυτός που υπέγραψε το διάταγμα με το οποίο ο Στρελτσόφ είχε πια το δικαίωμα να επιστρέψει στην ενεργό δράση.
Ο «ξανθός Πελέ» βοήθησε την Τορπέντο να κατακτήσει το πρωτάθλημα του 1965 και το Κύπελλο του 1968, ενώ αναδείχθηκε ποδοσφαιριστής της χρονιάς στη Σοβιετική Ενωση το 1967 και το 1968. Επέστρεψε στην εθνική του ομάδα το 1966 και έως το 1968 αγωνίστηκε σε 15 αγώνες και σημείωσε 7 γκολ.

Δεν του επετράπη να ταξιδέψει στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Αγγλίας το 1966, καθώς δεν αποκαταστάθηκε ποτέ το όνομά του, ούτε μετά τον θάνατό του στις 22 Ιουλίου 1990, από καρκίνο στον πνεύμονα. Ο φάκελός του, παρά τις προσπάθειες συγγενών και φίλων του, δεν άνοιξε και έμεινε η καταδίκη για βιασμό.

Αγαλμά του, πάντως, βρίσκεται έξω από το στάδιο «Λουζνίκι», όπου έγινε ο τελικός του περσινού Παγκοσμίου Κυπέλλου, από το 1994, ενώ από το 1998 το γήπεδο της Τορπέντο Μόσχας φέρει το όνομά του. Ως ελάχιστη εξιλέωση απέναντι σε αυτόν που θα μπορούσε να είχε αλλάξει τη μοίρα της σοβιετικής εθνικής ομάδας το 1958...

Σχόλια