Στην ερημιά του νησιού


Από το efsyn.gr / Θωμάς Τσαλαπάτης / Ανοχύρωτη Πόλη / 08.02.2020
«Από τότε που μετακόμισα εδώ, πάνε χρόνια, δεν μαθαίνω τι γίνεται στον έξω κόσμο. Ακόμα και στον πόλεμο δεν υπήρχαν μεγάλες αλλαγές. Μόνο τα πλοία σταμάτησαν να έρχονται, αλλά υπήρχαν ακόμα καλλιέργειες στο νησί και ο κόσμος τα έβγαλε πέρα. Το μόνο ήταν πως κόψαμε για τρία χρόνια όλοι το κάπνισμα».

Βρισκόμαστε στο Μλιέτ της Κροατίας, ένα νησί μακρόστενο και καταπράσινο. Το μεγαλύτερο από τα νησιά της Δαλματικής ακτής, λίγο μεγαλύτερο από τη Σαντορίνη, λίγο μικρότερο από τη Σύρο σε τετραγωνικά χιλιόμετρα. Η απογραφή λέει πως το νησί έχει περίπου 1.000 κατοίκους, στην πραγματικότητα τον χειμώνα οι κάτοικοι είναι λίγο περισσότεροι από 200.

Εχουμε έρθει εδώ για να γράψουμε μαζί με έναν φίλο συγγραφέα μέσα από ένα πρόγραμμα συνεργασίας και ανταλλαγής. Μένουμε σε ένα μικρό σπίτι στον δρυμό του νησιού, μέσα στο δάσος και δίπλα στα βράχια της θάλασσας. Η μόνη επαφή είναι με τους φύλακες του δρυμού (που οι ντόπιοι τούς αποκαλούν rangers και αυτό φυσικά στο μυαλό μας τους δίνει μυθικές διαστάσεις, σχεδόν πιονέρων) αλλά μπορεί να μην τους δεις για αρκετές μέρες άμα το επιδιώξεις.

Η δασκάλα που μιλάει στην αρχή του άρθρου ήρθε να μας πάρει στις 7 το πρωί για να μας μεταφέρει στο σχολείο ώστε να μιλήσουμε στα παιδιά για τη δουλειά μας. Είναι βραχύσωμη, γύρω στα 50, με μεγάλο ενθουσιασμό να μας πει τα πάντα και οδηγεί σαν γκάνγκστερ. Τη μισή ώρα της διαδρομής δεν συναντούμε άλλο αμάξι ή άλλο άνθρωπο.

«Το νησί αδειάζει. Τα παιδιά μόλις φτάσουν τα 14 πάνε στο Ντουμπρόβνικ για να συνεχίσουνε το σχολείο. Μένουν εκεί σε οικοτροφεία και γυρνούν το Σαββατοκύριακο στην οικογένειά τους. Το καλοκαίρι όλοι ασχολούνται με τον τουρισμό. Τον χειμώνα όλοι φεύγουν. Είναι λίγοι αυτοί που επιμένουν να μένουν εδώ. Υπάρχει μόνο ένα καφέ ανοιχτό και όχι πολλά για να κάνεις. Οι πιο επίμονοι είναι οι γέροι. Αυτοί μένουν εδώ. Αλλά όλο πεθαίνουν. Συνήθως τους βρίσκει μέρες μετά ο ταχυδρόμος».

Το σχολείο βρίσκεται στο Babino Polje, την άτυπη πρωτεύουσα του νησιού, ένα μικρό χωριουδάκι που επισκεφτήκαμε πριν από μερικές μέρες. Ακριβώς από κάτω του έχει ένα σχετικά ομαλό μονοπάτι ανάμεσα στα βράχια που σε οδηγεί στη Σπηλιά του Οδυσσέα.

Σύμφωνα με τον μύθο, εδώ κράτησε η Καλυψώ τον Οδυσσέα για επτά χρόνια όταν το πλεούμενό του συντρίφτηκε στα βράχια. Αν κάτι τέτοιο ισχύει σημαίνει πως το Μλιέτ είναι η αρχαία Ωγυγία. Οι φίλοι που μας έφεραν εδώ μας είπαν πως η διαδρομή ήταν δέκα λεπτά. Επειτα από 35 λεπτά στα κατσάβραχα αρχίσαμε να βρίζουμε τον Οδυσσέα, τη σπηλιά του και αυτή τη λυσσάρα που δεν τον άφηνε να φύγει. Η σπηλιά είναι στην πραγματικότητα ένα τεράστιο άνοιγμα μέσα στον βράχο, μεγάλο σαν αχανές πηγάδι, με τα κύματα να το χτυπούν από τα μέσα στα έξω. Φτάνοντας στο κάτω μέρος έχεις την αίσθηση πως βρίσκεσαι στο εσωτερικό ενός αυτιού. Ακούγοντας επτά χρόνια θάλασσας να σκάνε με παράπονο σε κάθε τοίχο της σπηλιάς.

Στο σχολείο τα παιδιά σε υποδέχονται με την ίδια ευγένεια που έχω συναντήσει σε όλα τα σχολεία που έχει τύχει να βρεθώ, στην Ελλάδα, τη Γαλλία, την Ιταλία. Σου κάνουνε ερωτήσεις, μιλούν ευγενικά, σου λένε για τις σειρές που βλέπουν (εδώ το «Stranger things») και τα βιβλία που διαβάζουν (εδώ «Οι τρεις ντετέκτιβ»), σου κάνουν ερωτήσεις και σου λένε τι θέλουν να κάνουν. Αλλα με συστολή και άλλα με ενθουσιασμό, δίνοντάς σου όμως πάντοτε το ίδιο συναίσθημα, τη διάθεση να αισιοδοξήσεις για το ανθρώπινο είδος. Τα παιδιά μοιάζουν παντού. Οχι γιατί πια μοιράζονται πολλές παραστάσεις και προσδοκίες, αλλά κυρίως γιατί είναι φτιαγμένα από απλότητα και από μέλλον.

Μετά την επίσκεψη η δασκάλα μάς ρωτάει αν θέλουμε να επισκεφτούμε τη σπηλιά του Οδυσσέα. Της απαντάμε ευγενικά «όχι» και γυρίζουμε στο σπίτι στο βάθος του δάσους. Στις 5 εδώ νυχτώνει και το βράδυ χωρίς αμάξι δεν μπορείς να βγεις έξω γιατί δεν υπάρχει φως ούτε για δείγμα. Γράφεις και διαβάζεις μέχρι να σε πάρει ο ύπνος. Εχουμε ακόμα μια εβδομάδα μπροστά μας.

tsalapatis.blogspot.com

Σχόλια