Aυτός που ήταν όλα

Από το efsyn.gr / Περιδιαβαίνοντας / Δημήτρης Γκιώνης & youtube
Πενήντα χρόνια από τον τραγικό θάνατο του Γιάννη Χρήστου
Είχα γνωρίσει τον Γιάννη Χρήστου (δηλαδή απλώς τον είδα, γιατί εκεί έμεινε το πράγμα) σε μια συνέντευξη Τύπου του Κάρολου Κουν για τους «Βατράχους» που θα παρουσίαζε το Θέατρο Τέχνης το επικείμενο καλοκαίρι του 1966 στο Ηρώδειο, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, σε μουσική Χρήστου. Εντυπωσιακός ως παρουσία, λιγομίλητος, οχυρωμένος πίσω από σκούρα γυαλιά. Είχε προηγηθεί έναν χρόνο πριν συνεργασία Κουν-Χρήστου, στην κλασική πλέον παράσταση των «Περσών» του Αισχύλου, που παρουσιάστηκε στο Φεστιβάλ Παγκόσμιου Θεάτρου στο Λονδίνο, αποσπώντας θριαμβικά σχόλια.

Μεταφέρω από το λεύκωμα «Θέατρο Τέχνης 1942-1972»: Spectator: «Η μουσική του Γιάννη Χρήστου ήταν καταπληκτική». Γιώργος Λεωτσάκος: «Μια από τις μεγαλύτερες στιγμές του Γιάννη Χρήστου, σε μια μεγάλη στιγμή του παγκόσμιου θεάτρου». Ακολούθησε μια τρίτη συνεργασία Κουν-Χρήστου το 1969 στον «Οιδίποδα Τύραννο» του Σοφοκλή – κι αυτό στο Φεστιβάλ του Λονδίνου, με ανάλογη επιτυχία.

Το δυστύχημα
Και φτάνουμε στη νύχτα της 7ης προς την 8η Ιανουαρίου 1970 (πριν από 50 χρόνια), όπου ο Γιάννης Χρήστου επέστρεφε εποχούμενος στο σπίτι του, έπειτα από γιορταστική έξοδο για την ονομαστική του εορτή. Μαζί του στο αυτοκίνητο-βαν, που οδηγούσε η σύζυγος του Χρήστου, δύο φιλικά τους ζευγάρια: ο ζωγράφος Γρηγόρης Σεμιτέκολο με τη σύζυγό του, την πιανίστρια Νέλλη Σεμιτέκολο, και ο μουσικολόγος και συνθέτης Στέφανος Βασιλειάδης, επίσης με τη σύζυγό του.

Κι εκεί, στη λεωφόρο Μεσογείων, στο σημείο περίπου όπου βρίσκεται σήμερα το Νοσοκομείο «Ερρίκος Ντυνάν», το αυτοκίνητο κάνει ξαφνικά ένα πατινάρισμα, χτυπάει σ’ έναν στύλο και ανατρέπεται, με αποτέλεσμα να ανασυρθούν νεκροί ο Χρήστου και η σύζυγος του Βασιλειάδη.

Οι άλλοι τέσσερις γλίτωσαν με τραύματα – πιο σοβαρά η σύζυγος του Χρήστου, που πέθανε είκοσι ημέρες αργότερα. Κατά τραγική σύμπτωση, η 8η Ιανουαρίου ήταν και η μέρα των γενεθλίων του Χρήστου – συμπλήρωνε τα 44 χρόνια του. Με τον θάνατό του η Ελλάδα και η Ευρώπη έχαναν έναν από τους πλέον προικισμένους, πρωτοποριακούς και πολλά υποσχόμενους συνθέτες.

Τα δύο προαναφερόμενα ζευγάρια δεν ήταν απλοί φίλοι, αλλά και συνεργάτες. Ο Βασιλειάδης ήταν μελετητής του έργου του Χρήστου, η Σεμιτέκολο είχε ερμηνεύσει έργα του, ενώ ο Γρηγόρης Σεμιτέκολο ήταν περφόρμερ στην παρουσίαση ενός από το πιο γνωστά έργα του Χρήστου, του «Πιανίστα».

Επιπλέον, για τον τελευταίο, ο Χρήστου είχε έναν ρόλο στην όπερά του «Ορέστεια», που είχε προγραμματιστεί να παρουσιαστεί, σε παγκόσμια πρεμιέρα, στο Λονδίνο το 1970, αλλά δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει. Και δεν ήταν το μόνο που δεν πρόλαβε…

Τα σχετικά στοιχεία είχε την καλοσύνη να μου δώσει η Νέλλη Σεμιτέκολο για ένα ανάλογο κείμενο πριν από δέκα χρόνια στην «Ελευθεροτυπία», στα 40 χρόνια από τον θάνατο του Χρήστου. Κι ας προσθέσω ότι έκτοτε έχουν φύγει από τη ζωή ο Στέφανος Βασιλειάδης (το 2004) και ο Γρηγόρης Σεμιτέκολο (το 2014).

Γόνος εύπορης οικογένειας, ο Γιάννης Χρήστου γεννήθηκε στις 8 Ιανουαρίου 1926 στη συνοικία Ηλιούπολη του Καΐρου. Σπούδασε σε αγγλικό σχολείο στην Αλεξάνδρεια και άρχισε να συνθέτει από πολύ μικρός. Στη συνέχεια, σπουδές φιλοσοφίας στο Λονδίνο, ενορχήστρωσης στη Ρώμη, αλλά και ψυχανάλυσης στη Ζυρίχη με τον Καρλ Γιουνγκ – το τελευταίο με προτροπή του αδελφού του Ευάγγελου (που πήγε κι αυτός από τροχαίο το 1956, στα 34 του).

Το έργο του
Το 1951 επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια και το 1956 παντρεύτηκε τη ζωγράφο Θηρεσία Χωρέμη, με την οποία απέκτησε τρία παιδιά – δύο κορίτσια κι ένα αγόρι. Το 1960 μετακόμισε στη Ρόδο, για να μετακινηθεί τα τελευταία χρόνια στην Αθήνα.

Παρά τον πρόωρο θάνατό του, ο Χρήστου άφησε σημαντικό έργο. Ενδεικτικά μερικοί τίτλοι: Μουσική του φοίνικα. Λατινική λειτουργία, Οι ψαλμοί του Δαβίδ, Η σύλληψη της Αγίας Αννης, Εξι τραγούδια σε ποίηση Τ.Σ. Ελιοτ, Πύρινες γλώσσες, Ο πιανίστας, Η κυρία με τη στρυχνίνη.

«Η μουσική του Χρήστου τα περιέχει όλα: μύθο, θρύλο, έκσταση, μυστικισμό», λέει η Νέλλη Σεμιτέκολο. «Η δημιουργία του έχει σταθερές φιλοσοφικές βάσεις, καθώς πίστευε ότι τέχνη δημιουργεί κανείς μέσα από εσωτερική αναγκαιότητα. Δεν ξέρω αν η μουσική του είναι εύληπτη. Σίγουρα όμως είναι συναρπαστική. Με αυτή την έννοια δεν είμαι σίγουρη αν ο μέσος θεατής μπορεί να την καταλάβει. Δεν έχω όμως αμφιβολία ότι θα τη νιώσει βαθιά».




Σχόλια