Λαυρέντης Μαχαιρίτσας«Ζούμε μια απόλυτη μοναξιά μέσα σε εκατομμύρια άλλους...»

Από το efsyn.gr / Κυριακή Μπεϊόγλου / 10.06.2018 
Ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας είναι από τους καλλιτέχνες που γεφυρώνει το «χάσμα γενεών». Κι αυτό γιατί τον αγαπούν και τραγουδούν τα τραγούδια του τόσο οι παλιότεροι όσο και οι νεότεροι. Από το «Πόσο σε θέλω» των «Τερμιτών» -ιστορικού συγκροτήματος της ελληνικής ροκ- μέχρι το «Πεθαίνω για σένα» που έγινε σύνθημα σε τοίχους. Μας συνδέει μια παλιά φιλία και χαίρομαι ιδιαίτερα γι' αυτή τη συνέντευξη. 

Ο Λαυρέντης δεν άλλαξε και ας έγινε αυτό που λαϊκά θα λέγαμε «μεγάλη φίρμα». Η αυθεντικότητά του -εκτός από το εξαιρετικό ταλέντο του στη μουσική- είναι ένα από τα χαρακτηριστικά που ο κόσμος αντιλαμβάνεται. 

Θα το διαπιστώσετε διαβάζοντας την παρακάτω συνομιλία.

Λαυρέντη, τι κάνεις αυτήν την εποχή;
Το φοβερό είναι ότι θα ήθελα να μην κάνω τίποτα αυτή την εποχή. Ευτυχώς έχω ένα εικοσαήμερο διακοπών τώρα. Θα πάω δέκα μέρες στην Τήνο και δέκα μέρες στο χωριό μας στον Βόλο, στον Πτελεό. Θα κάνουμε κάποιες συναυλίες με τον Γιώργο Νταλάρα, συμμετέχει και η Μιρέλα Πάχου που είναι ένα ενδιαφέρον ξωτικό. Και, ξεκινάω από 20 Ιουνίου πρώτη μεγάλη συναυλία με τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου, παίζουμε μαζί στο Θέατρο Πέτρας. Μέχρι τον Σεπτέμβρη θα κάνουμε συναυλίες που θα δώσουμε πολλά γκάζια, ροκιές. Αυτό που λέει ο Βασίλης σε ένα τραγούδι του «κι αν είμαι ροκ μη με φοβάσαι», ε, δεν θα φοβόμαστε να λέμε ότι είμαστε ροκ κι ας λένε ότι θέλουνε...
Η μουσική και το ίντερνετ

Εσύ είσαι ροκ;
Δεν είμαι τίποτα κι ό,τι θέλω είμαι. Εχω δικιά μου σημαία, δικό μου κράτος, αλλά δεν θα φοβάμαι κιόλας να παίξω όπως θέλω μη βγουν και μου πούνε διάφοροι «άντε ρε που θα μας το παίξεις και ροκάς» και τέτοιες μπούρδες...

Υπάρχει μια τρομοκρατία της κριτικής στην κοινωνία τώρα; Ή πάντα έτσι ήταν;
Υπήρχε πάντα αλλά ειδικά τώρα με το διαδίκτυο επαληθεύεται το ρητό του Αντι Γουόρχολ που λέει ότι «δεκαπέντε λεπτά διασημότητας αντιστοιχούν σε όλους» και πραγματικά πια, υπάρχει το κυνήγι του like. Λες και κάτι έγινε άμα σου κάνει ο άλλος like. Ζούμε μια απόλυτη μοναξιά μέσα σε εκατομμύρια άλλους. Για να σου δώσω να καταλάβεις, εγώ είμαι τρελός με το τένις, βλέπω τένις στην τηλεόραση, και προχθές είχε μια ματσάρα, τελικός, έπαιζε ο Ναδάλ, και να είναι πιτσιρικάδες μες στο γήπεδο -που εγώ δεν ξέρω και τι θα έδινα για να είμαι εκεί- και ήταν συνέχεια πάνω στο κινητό. Τους έδειχνε η κάμερα λες και το έκανε επίτηδες. Για τα δεκαπεντάχρονα το κινητό είναι πια προέκταση του χεριού τους.

Βλέπεις να ανατρέπεται κάποτε αυτό; Να υπάρξει μια μαζική αντίσταση;
Δύσκολα. Κατ’ αρχήν έχει καταστρέψει τη δισκογραφία εντελώς. Ο,τι και να κάνει ένα νέος καλλιτέχνης κοιτάνε αν έχει γκελ στο ίντερνετ! Λένε κάποιοι «δεν είναι ιντερνετικος!». Τι πάει να πει δεν είναι ιντερνετικός; Ας πούμε εγώ τώρα έκανα ένα δίσκο, μια παραγωγή, σε μια τραγουδίστρια που λατρεύω, τη Δήμητρα Παπίου. Η Δήμητρα ευτυχώς δεν έχει ανάγκη να ψάχνει για καριέρα τώρα. Φοβερή περσόνα, θεατρική, και φωνάρα. Πήγαμε σε κάτι εταιρείες που μας έλεγαν «δεν κάνουμε δίσκους», «δεν είναι ιντερνετική» και τέτοια. Λέω «ρε σεις δεν ενδιαφέρεστε για τίποτα πια; Τι κατάσταση είναι αυτή; Πού βρισκόμαστε;». Και καλά εμείς, δέκα, είκοσι άτομα, προλάβαμε, έγινε μια μαγιά και μας κρατάει ακόμα όρθιους. Διότι υπάρχουν τα τραγούδια και τα τραγούδια μας τα παλιά, που αντέχουν στον χρόνο, μας κρατάνε όρθιους-καινούργια επιτυχία είναι πολύ δύσκολο να γίνει. Αλλά με τα νέα παιδιά τι γίνεται;

Εσύ πάντως είσαι στην ίδια εταιρεία εδώ και πολλά χρόνια...
Καλά ήμουν τόσα χρόνια, εκεί ξεκίνησα κι από παιδάκι, δούλευα πιτσιρικάς στον Μάτσα...

Εχω μάθει όμως ότι σε απέλυσε. Γιατί;
Με απέλυσε ως υπάλληλο, γιατί δεν ξύπναγα το πρωί να πάω στη δουλειά, αλλά μετά με πήρε σαν μουσικό! Πάντως δεν υπάρχει δισκογραφία σήμερα. Συζητάμε για δίσκους ενώ δεν υπάρχει δισκογραφία και αυτό γιατί δεν υπάρχουν δισκάδικα. Αναγκάζεσαι και πας στις εφημερίδες. Εγώ όταν πήγαινα τη δουλειά μου στις εφημερίδες, μου λέγανε «πας και τα δίνεις εκεί για να ξεπουλάς». Εμένα δεν με ενδιέφερε να ξεπουλήσω, μ’ ενδιέφερε να φτάσει το CD σε όσο περισσότερα σπίτια γινότανε. Τα λεφτά που παίρνεις από τις εφημερίδες είναι μηδαμινά. Και τώρα αναρωτιέμαι: πώς πουλάγανε κάποτε τόσο ακριβά τα CD;

Ξαναβγαίνουν όμως βινύλια τώρα τελευταία.
Ο δίσκος ήταν ένα φετίχ. Αγόραζα ένα δίσκο, άνοιγα το εξώφυλλο, ήταν ολόκληρη ιεροτελεστία. Οταν βγήκε το «The Wall» ήταν ένα έργο τέχνης! Θυμάμαι έναν δίσκο των «Yes» άνοιγες τετραπλό εξώφυλλο! Αυτά τα πράγματα δεν υπάρχουν πια!

Μια και το πήγαμε προς τα πίσω, μου είπες ότι θα πας καμιά δεκαριά μέρες στον Πτελεό στον Βόλο. Εκεί γεννήθηκες;
Στον Βόλο γεννήθηκα. Βολιώτης λογίζομαι αν και έναν χρόνο μόνο πήγα εκεί σχολείο γιατί μετά ήρθαμε στην Αθήνα. Ο πατέρας μου έγινε διευθυντής της Κρατικής Συμφωνικής Ορχήστρας. Μουσικός, μεγάλο ταλέντο, αλλά πέθανε πολύ νέος.

Αρα είχες τη μουσική μέσα στο σπίτι από τότε που γεννήθηκες.
Ναι, αλλά συγκεκριμένες μουσικές. Δεν ακουγόντουσαν τα πάντα μέσα στο σπίτι. Υπήρχε μια ψιλοδικτατορία επειδή ο πατέρας μου ήταν της κλασικής μουσικής, η μάνα μου ήταν με τα γαλλικά και τα ιταλικά της, και τα πιο μεγάλα μου αδέρφια μου φέρνανε 45άρια δισκάκια με Ανταμό, Κριστόφ, Λούτσιο Ντάλα, Μπιτλς. Ο πρώτος δίσκος που αγόρασα με δικά μου λεφτά ήταν το «Help» των Μπιτλς.

Ετσι εξηγούνται οι επιρροές αλλά και οι μουσικές αγάπες σου...

Ναι. Δεν μεγάλωσα με ρεμπέτικα, και τα λαϊκά τα άκουγα μόνο στους καλοκαιρινούς κινηματογράφους και στις ταβέρνες όταν πήγαινα στον Βόλο.

Στην Αθήνα σε ποια γειτονιά μεγάλωσες;

Στα Πατήσια και στο Κολωνάκι. Και στην Πλάκα αργότερα, όταν πέθανε ο πατέρας μου, και όταν απολύθηκα από τον στρατό. Εκεί έζησα όλο το κόλπο και εκεί έφτιαξα και το πρώτο μου συγκρότημα. Είχα φτιάξει τους PLG και γυρίζοντας από τον στρατό ετοιμάσαμε και τον πρώτο μας δίσκο. Ημουν επηρεασμένος από το «666» των Aphrodite's Child που είχε σχέση με την Αποκάλυψη, είπα θέλω και εγώ να κάνω κάτι τέτοιο. Κι έτσι βγάλαμε το πολυθρύλητο «Armageddon» που ακόμα και σήμερα αν μπεις σε κάποια charts underground είναι στις πρώτες θέσεις.

Τότε φαντάζομαι ότι έζησες αυτό που λέμε μια rebel ζωή;
Ηταν ρέμπελη ζωή γιατί ήταν άφραγκη. Οπου γη και πατρίς. Τρώγαμε όταν πεινάγαμε, κοιμόμασταν όταν νυστάζαμε, καπνίζαμε ότι υπήρχε και δεν υπήρχε. Εκ των υστέρων κουραστική όμως.

Δεν σου λείπει; Τώρα που βλέπεις τα πράγματα με μια απόσταση;
Μου λείπει, τη βλέπω και με νοσταλγία. Πιστεύω ότι αν ξαναγινόμουν είκοσι χρονώ πάλι τα ίδια θα έκανα, αλλά κάθομαι και σκέφτομαι «πώς άντεχα ρε παιδί μου;». Θυμάμαι μια φορά μπήκα σε ένα τρένο με το Ιnterrail -είχα γνωρίσει μια τύπισσα στη Μύκονο- και βρέθηκα στη Βόρεια Νορβηγία μετά γύρισα στη Βαρκελώνη και ξαφνικά συνειδητοποιώ ότι τελείωνε το Ιnterrail και δεν είχα άλλο να γυρίσω. Ούτε λεφτά. Γύρισα μόλις και μετά βίας στη Θεσσαλονίκη που ήταν ο αδερφός μου εκεί και με μάζεψε. Ηταν ωραία εποχή όμως, η μουσική ήταν ωραία, οι ταινίες, τα θέατρα, το ελληνικό τραγούδι, άσε το ροκ! Ηταν καλύτερη εποχή...

Η αποτυχία και η επιτυχία

Για το ελληνικό ροκ τι λες;
Οι «ινστρούχτορες» και οι «ειδικοί» εδώ έχουν σηματοδοτήσει ως ελληνικό ροκ ένα συγκεκριμένο πράγμα μουσικής και μόνο αυτό! Το ροκ δεν είναι έτσι, παγκοσμίως ξεκινούσε από τους «Αμέρικα» που έπαιζαν με δύο κιθάρες και κατέληγε, αφού πέρναγε από χιλιάδες κύματα-new wave, punk, κ.α. στα τεχνορόκ μαμούθ συγκροτήματα. Εδώ όλα πρέπει να έχουν μια ετικέτα, ας πούμε οι «ινστρούχτορες» αρνούνται τον τίτλο ροκ στον Βασίλη Παπακωνσταντίνου γιατί του λένε «έγινες φίρμα, έβγαλες λεφτά!» Τι θα πει αυτό; Ποιος έμαθε τον κόσμο να πηγαίνει σε συναυλίες και να ακούει ελληνικά με ηλεκτρικές κιθάρες; Αυτό το έκανε ο Βασίλης.

Κάποια στιγμή μαζευτήκατε μια παρέα μουσικών και φτιάξατε τους «Τερμίτες»...

Περάσαμε δύσκολα. Νομίζω πως το συγκρότημα που κατάφερε να ζήσει από τη δουλειά του ήταν μόνο οι Πυξ-Λαξ και λίγο οι Φατμέ, άντε κι εμείς που ήμασταν τα πιο δημοφιλή συγκροτήματα... Ε, δεν ζήσαμε! Πρώτα ξεκινάμε από αυτό. Αν δεν πηγαίνει ένα πράγμα καλά, να μπορούν να συντηρηθούν όλοι δηλαδή, τότε χαλάει η κατάσταση.

Ηταν μια δύσκολη απόφαση;
Εγώ είπα «παιδιά σταματάω». Υπήρχαν και κάποιες κρούσεις από κάποιους που μου λέγανε «τραγουδάς ωραία» «κάνε και κάτι δικό σου» και με ψήσανε. Τα χαλάσαμε όχι τσακωμένοι, αλλά σε μια ατμόσφαιρα ότι δεν πάει άλλο. Μετά ένιωσα έξω από τα νερά μου. Είχα μάθει τόσα χρόνια να μοιράζομαι τα πάντα και τις αγωνίες και τα καλά. Κάνω ένα δίσκο το «Ο μ’ αγαπάς κι η σ’ αγαπώ», μια ιδιαίτερη δουλειά, που δεν πούλησε τίποτα! Και λέω, τι έγινε τώρα; Δούλευε η γυναίκα μου, είναι αγιογράφος, και συντηρούμασταν.

Σκέφτηκες τότε να τα παρατήσεις;
Είχα σκεφτεί να πάω στον Βόλο να ανοίξω ένα ωδείο και άλλα διάφορα πράγματα. Ελεγα «ό,τι έκανα έκανα». Μάζευα τις φωτογραφίες από τους Τερμίτες και τις κοιτούσα σαν μουσειακό πράγμα. Ελεγα «εντάξει, ονειρευόσουνα μικρός συγκροτήματα, περιοδείες, αεροπλάνα, γυναίκες, ε, δεν γίνανε, έκλεισες». Και ξαφνικά, σκάει το «Διδυμότειχο Μπλουζ» και έρχεται η επιτυχία στα ξεκάρφωτα. Βρήκα τον Τσακνή, μετά μου είπε δεν παίζουμε σ’ ένα μαγαζί μαζί; Και ξαφνικά συνειδητοποιώ ότι από εκεί που ήμουν στο πουθενά βρέθηκα σ’ ένα μαγαζί που ήταν ουρές απ' έξω. Και άλλαξε η ζωή μου τελείως. Μπήκαν τα πράγματα σε μια ρότα. Κι αυτό όμως με σκαμπανεβάσματα. Να ξέρεις ότι η ζωή είναι τοκογλύφος.

Δηλαδή;
Δεν σου δίνει τίποτα απλόχερα. Στα δίνει κι από δίπλα στα παίρνει. Αυτά που μου δίνονταν στη δουλειά συνέβαιναν συγχρόνως με προσωπικές τραγωδίες. Πράγματα που δεν μου αρέσει να κοινοποιώ. Πέρασα ένα λούκι ανεβαίνοντας ιλιγγιωδώς, όταν έφτασα να κάνω τον «Γάτο» -μ' ένα διάλειμμα ίσως το «Παράθυρα που κούρασε η θέα» γιατί ήταν πολύ μαύρος δίσκος, τον έγραψα όταν είχε σκοτωθεί ο αδερφός μου- που έκανα όλο επιτυχίες.

Εβγαλες χρήματα;
Κοίτα μπόρεσα να κάνω δυο πράγματα στη ζωή μου, αλλά μη φανταστείς, τα μαγαζιά που δουλεύαμε εμείς δεν μας έφερναν και τίποτα τρομακτικά κέρδη. Αλλά ήμασταν ικανοποιημένοι. Μετά βέβαια, όπως βλέπουμε όλοι, άλλαξαν τα πράγματα.

Η επιτυχία μπορεί να είναι καμιά φορά ένας κακός σύμβουλος;
Οχι, εμένα δεν με άλλαξε η επιτυχία. Το λέω εν πλήρει συνειδήσει αυτό. Δεν αισθάνθηκα ποτέ καβαλημένος. Δεν έχασα τα μυαλά μου. Εζησα και τις υφέσεις μου. Αλλά και την απογείωση...

Πάντα δίνεις μεγάλη προσοχή στους στίχους που επιλέγεις για τα τραγούδια σου...
Είναι μεγάλη υπόθεση ο στίχος στο τραγούδι, εν αρχήν ην ο λόγος. Πάντα έκανα τραγούδια και βαριά και light. Οταν κάνεις έναν δίσκο με δέκα τραγούδια τα έχεις όλα μέσα. Λογικό, ας πούμε, ήταν να ακουστεί και να γίνει επιτυχία το «Ζηλεύω το μικρό σου το γατί» και να μην ακουστεί το «Παυσίλυπο» που είχαμε κάνει με τον Νίκο Τσακνή που ήταν ένα δύσκολο τραγούδι που αγαπώ πολύ. Οπως να ακουστεί και το «Πεθαίνω για σένα» που έγινε τεράστια επιτυχία.
Τα παραμύθια...

Από τους συναυλιακούς χώρους μπήκες και στα μαγαζιά της νύχτας...
Ας πούμε στις μουσικές σκηνές...

Είναι θέμα χώρου ή θέμα καλλιτέχνη;
Προσέχω πάρα πολύ που παίζω κάθε χειμώνα. Πρέπει να γουστάρω πολύ, να μ’ αρέσει πάρα πολύ. Πάντα κρατάω κάτι από τους ανθρώπους που δουλεύουμε μαζί. Οπως ας πούμε με τον Σαββόπουλο που στην αρχή τσακωθήκαμε, διαφωνήσαμε δηλαδή, αλλά μετά είπα: δίκιο είχε. Δεν μπορείς να φανταστείς τι μαθήματα μου έδωσε ο Σαββόπουλος. Οπως και με τον Νταλάρα, που συνεργαστήκαμε πέρσι. Βρέθηκα μ’ έναν άνθρωπο ο οποίος λειτουργεί μέσα στην τελειότητα, που μπορεί κάποιος να δυσανασχετήσει. Θυμάμαι μου λέγανε «πού θα μπλέξεις με τον Νταλάρα, θα σε καπελώσει». Τίποτα απ’ αυτά δεν έγινε, ήταν ο πιο γλυκύτατος συνεργάτης, περάσαμε έναν χειμώνα καταπληκτικό και θα κάνουμε και συναυλίες φέτος το καλοκαίρι μαζί. Εμαθα από αυτούς τους ανθρώπους που μου φέρθηκαν με εγκαρδιότητα. Σαν ίσος προς ίσο.

Αρα είναι αστικοί μύθοι αυτά που ακούγονται;
Παραμύθια είναι όλα αυτά που ακούγονται.

Μες στην κρίση πάντως ελαττώθηκαν τα σχήματα. Πώς είδες εσύ την όλη εικόνα;
Η κρίση το κακό το κάνει χειρότερο και το καλό καλύτερο. Εμείς οι καλλιτέχνες έχουμε την ευλογία να μπορούμε να αντιδρούμε στα πράγματα που συμβαίνουν γύρω μας. Τον περισσότερο κόσμο αν τον πιάσεις από τη μύτη θα σκάσει. Κι εμείς που έχουμε την ευλογία να έχουμε βήμα, πρέπει να αντιδράσουμε γιατί το κακό βρίσκει πρόσφορο έδαφος και γίνεται το έλα να δεις.

Για την ιστορία με την ΑΕΠΙ τι λες;
Κοίτα, είμαι της άποψης πως οι υπεύθυνοι για ατασθαλίες πρέπει να λογοδοτήσουν, αλλά η ΑΕΠΙ να παραμείνει σαν δομή ως έχει. Δηλαδή να μην περάσει στο κράτος, το οποίο θα κατακρατεί μεγάλα ποσοστά από τους δημιουργούς. Αυτή την στιγμή υπάρχει δημιουργός με πενήντα επιτυχίες που δεν έχει να φάει. Από την ΑΕΠΙ έπαιρνε, ξέρω 'γω, 600 ευρώ και την έβγαζε. Τώρα πραγματικά έχω σηκώσει τα χέρια ψηλά, δεν ξέρω τι πρόκειται να γίνει μ’ αυτό το θέμα.

Περί Αριστεράς

● Τα πολιτικά πώς τα βλέπεις;
Ο παππούς μου εκτελέστηκε στον Εμφύλιο το ’48 ως αριστερός που ήταν. Δεν θα μπορούσα να είμαι τίποτα άλλο. Από την Αριστερά όμως έχω απογοητευτεί εδώ και πολλά χρόνια, όχι τώρα. Και λυπάμαι που έδωσε αυτός ο άνθρωπος τη ζωή του για κάτι που ήταν μια ουτοπία τελικά. Για τον τρόπο που βλέπει τα πράγματα. Βλέπει ο κόσμος να βγάζουνε αυτοκίνητα, να βγάζουνε κινητά, σου λέει θέλω κι εγώ. Φυσικό είναι. Αλλιώς μην τα βγάζετε βρε καταραμένοι... Δεν είμαι καπιταλιστής γιατί θέλω να έχω ένα εξοχικό σπίτι να πηγαίνω με την οικογένειά μου! Και να μου λένε γι' αυτό ότι «μαζί τα φάγαμε!». Ε όχι! Ολοι είδαμε σαν σανίδα σωτηρίας τον ΣΥΡΙΖΑ. Ακουσα προχθές τον πρωθυπουργό να λέει ότι «εγώ βγήκα για να ευνοήσω τους φτωχούς». Πώς θα τους ευνοήσεις; Κάνοντάς μας όλους φτωχούς; Εδώ είναι το θέμα. Διαλύθηκε ολοσχερώς η μεσαία τάξη που λειτουργούσε όλη την οικονομία. Μου ασκούν κριτική από την Αριστερά γιατί πήγα λέει με τον ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό ένιωσα πως έπρεπε να κάνω αυτό έκανα. Ολοι τα βάζουν με όλους πια και δεν ξέρεις κατά πού να κάνεις. Ο,τι και να πεις το πληρώνεις.

Λαυρέντη, τι ετοιμάζεις τώρα;
Γράφω τραγούδια, μουσικές για θέατρο και παιδικά τραγούδια που μ’ αρέσουν πολύ. Ετοιμάζω όμως και έναν δίσκο με κάποια παλιά τραγούδια ενός ανθρώπου που τον αγαπούσα όταν ήμουν μικρός, του Κώστα Χατζή. Για μένα ήταν μέντορας εξίσου με τον Σαββόπουλο. Ηταν λίγο πιο κοντά σε μας οι στίχοι, ο Σαββόπουλος ήταν πιο «προχώ». Θυμάμαι πήγαινα δέκα φορές τον χρόνο στον «Σκορπιό» και τον έβλεπα. Αυτά τα τραγούδια που έπαιζε μόνος με την κιθάρα του μ’ άρεσαν.

Θα μας πεις κλείνοντας ποιο τραγούδι του αγαπάς πιο πολύ;
«Τα νιάτα του έφαγε ο Στρατής», όταν ήμουν πιτσιρικάς έπαιζα όλη μέρα στην κιθάρα αυτό το τραγούδι, και το τραγουδούσα...

Σχόλια