Όταν ήμουν μικρότερος δεν άντεχα τις ημέρες του Πάσχα, κυρίως την Μεγάλη Εβδομάδα, Μεγάλη Μιζέρια έπρεπε να λέγεται όχι Μεγάλη Εβδομάδα. Δεν μπορούσα επίσης την απότομη αλλαγή απ' την μια στιγμή στην άλλη μετά την Ανάσταση, με νευρίαζε, σαν μαγικά όλα να άλλαζαν. Υπάρχει μαγεία στην ζωή μας αλλά σίγουρα δεν είναι αυτό.
Όσον αφορά λοιπόν την αλλαγή απ' την μια στιγμή στην άλλη θεωρώ ότι πρόκειται για την βεβήλωση της ουσίας της Ανάστασης. Αν αυτό συνέβαινε θα έπρεπε να υπάρχει ένα χρονικό διάστημα κατάνυξης - ωρίμανσης του πόνου της απώλειας που τώρα πια (λόγω της Ανάστασης) θα πρέπει να πάψει να υπάρχει. Στον τρόπο που το βίωνα ως μικρός δεν το συνάντησα ποτέ.
Το μόνο που έχει μια λογική συνέχεια στο Πάσχα είναι η μαγειρίτσα, πρόκειται για τον ορισμό την στομαχικής αποθεραπείας, άσχετα αν πολλοί αμέσως μετά την μαγειρίτσα ''σαβουρώνουμε'' τα πάντα.
Από που ξεκίνησα που κατέληξα.
Τέλος πάντων αυτό μου έμαθαν, πρέπει την Μεγάλη Εβδομάδα να υπάρχει ένας θρήνος (σαν να μην έχουμε όλο τον υπόλοιπο χρόνο λόγους για να θρηνήσουμε).
Απ' την άλλη (επίσης φαντάζομαι) μου έμαθαν ότι τις ημέρες των Χριστουγέννων τα πράγματα είναι πολύ καλύτερα, υπάρχει χαρά λόγω της γέννησης, λόγω της αλλαγής της χρονιάς, λόγω του καινούργιου. Κανείς δεν υπολογίζει σε τι κόσμο έρχεται το κακόμοιρο το παιδάκι, κανείς δεν υπολογίζει που πηγαίνουμε και αν τα προηγούμενα χρόνια είχαμε στρώσει τα πράγματα έτσι ώστε να πάμε για φούντο ή για το αντίθετο. Μου 'ρθε στο μυαλό η φωνή και η ατάκα του Βασίλη Αυλωνίτη, ''ωρέ που πάμε ρε που πάμε;''
Περνώντας τα χρόνια με τις μιζέριες και το αντίθετο χαζοχαρούμενο τους τα πράγματα άρχισαν να μοιάζουν διαφορετικά, να 'ναι δοαφορετικά. Τα πράγματα (η αλήθεια είναι πως) είναι διαφορετικά. Το Πάσχα έμοιαζε σαν δέκα Χριστούγεννα, απ' την άλλη υπήρχαν Χριστουγεννιάτικες ημέρες που είχαν κλίμα Μεγάλης Εβδομάδας.
Η διαφοροποίηση, η αλλαγή οπτικής, ο διαχωρισμός, η ανεξαρτητοποίηση, η κρίση άλλαζε και αλλάζει τα πράγματα. Θυμήθηκα κάποια εφηβικά Χριστούγεννα με χιόνι πυκνό να πέφτει έξω, εγώ πίσω απ' το τζάμι του δωματίου μου άκουγα δυνατά Pink Floyd για την ''λάμψη του τρελού διαμαντιού''. Κι ο ουρανός σκοτεινά λευκός, όπως όταν χιονίζει την νύχτα, με τα φώτα της πόλης θαμπά, με θέα προς τον Προφ. Ηλιά στην Βέροια.
Τώρα άλλες μουσικές, μπορεί και οι ίδιες, σίγουρα άλλες φωνές, οικεία βελούδινες. Οι φωνές των δικών μου παιδιών. Κι η ανάγκη να μην τελειώσουν αυτές οι μέρες, της επαφής με όλα τα μέλη της οικογένειας σχεδόν όλο το 24ώρο.
Η ανάγκη να μην τελειώσουν αυτές οι μέρες, οι γιορτινές.
Η ανάγκη τελικά να φτιάξουμε όλες τις ημέρες ζεστά ανέγγιχτα γήινα γιορτινές. Δεν ξέρω αν είναι πολύ όλο αυτό, δεν ξέρω αν μπορεί να γίνει. Ξέρω σίγουρα ότι η προσπάθεια δεν πρέπει να σταματά ποτέ.
Καλό κλείσιμο χρόνου.....
β.ψ.
Σχόλια