Από το advendure.com / Του Λεζπουρίδης Θεοχάρης
Και μόνο στο άκουσμα της λέξης «φίδι» κάποιοι από εμάς ανατριχιάζουν και τους λούζει κρύος ιδρώτας. Δικαιολογημένα, αφού έχει στηθεί ολόκληρη αρνητική προπαγάνδα γύρω από αυτό το πλάσμα. Να είστε σίγουροι πάντως πως αν δεν υπήρχε θα κυκλοφορούσαμε ακόμα γυμνοί και ξένοιαστοι στον κήπο της Εδέμ, σύμφωνα με τα λεγόμενα της θρησκείας μας.
Στην πραγματικότητα τα φίδια είναι εντελώς διαφορετικά σε ότι αφορά τη συμπεριφορά τους και έχουν το ρόλο τους στην τροφική αλυσίδα. Τα φίδια ανήκουν στην κατηγορία των ερπετών. Συνήθως τρέφονται με μικρά ζώα, τρωκτικά, αυγά πουλιών ή ακόμα και έντομα και όχι με ανθρώπους! Ο λόγος που τα φοβόμαστε τόσο πολύ δεν είναι άλλος από το δηλητήριό τους. Σίγουρα όλοι θα έχουμε δει κάποια σκηνή από ταινία, όπου το φίδι δαγκώνει κάποιον και αυτός πεθαίνει σε κλάσματα δευτερολέπτου χωρίς να προλάβει να αρθρώσει ούτε μία λέξη! Φυσικά και τα φίδια είναι δηλητηριώδη, ή αλλιώς ιοβόλα, και ορισμένα μάλιστα έχουν πάρα πολύ ισχυρό δηλητήριο, ωστόσο τα περισσότερα είδη είναι εντελώς ακίνδυνα. Πρέπει επίσης να σας πω ότι το ισχυρότερο δηλητήριο δεν προέρχεται από δάγκωμα φιδιού αλλά από το τσίμπημα ενός είδους μικρής μέδουσας, αυτό όμως είναι ένα άλλο θέμα το οποίο δεν θα αναλύσουμε τώρα.
Στα μεγάλα αστικά κέντρα πολύ δύσκολα θα συναντήσουμε κάποιο φίδι, παρόλα αυτά αν είστε από αυτούς που τους αρέσει να τρέχουν στη φύση, μέσα σε δάση και να ανεβοκατεβαίνουν κορφές και λόφους, τότε έχετε περισσότερες πιθανότητες να πετύχετε φίδι. Θα σας έχει τύχει αρκετές φορές να ακούσετε ένα σύρσιμο, καθώς περνάτε δίπλα από θάμνους, χαμηλή βλάστηση ή ξερά φύλλα, και να νομίζετε πως κάποιο φίδι ευθύνεται γι’ αυτό, η αλήθεια όμως είναι ότι τις περισσότερες φορές μάλλον τρομάζουμε κάποια σαύρα που κάθεται εκεί πέρα. Επειδή, λοιπόν, ο καιρός έχει φτιάξει για τα καλά και η χειμερία νάρκη έχει τελειώσει, είναι πιο πιθανό να συναντήσουμε φίδι καθώς τρέχουμε παρά κάποια αρκούδα! Αναμφίβολα, υπάρχουν κάποια πράγματα που καλό θα ήταν να γνωρίζουμε για την προστασία μας, ανεξαρτήτως αν έχουμε βγει στο βουνό να τρέξουμε, να πεζοπορήσουμε ή να γευματίσουμε κοιτώντας τη θέα.
Ας ξεκινήσουμε, όμως, με αυτό που ενδιαφέρει τους περισσότερους. Στην Ελλάδα τα περισσότερα είδη φιδιών που απαντώνται είναι τελείως ακίνδυνα. Υπάρχουν όμως 7 είδη που χαρακτηρίζονται ιοβόλα και το πιο γνωστό, που ίσως όλοι γνωρίζετε, είναι η οχιά. Συγκεκριμένα τα 5 από αυτά ανήκουν στην οικογένεια των Εχιδνίδων (οχιές) και τα υπόλοιπα 2 στην οικογένεια των Κολουβρίδων και είναι ο σαπίτης και το αγιόφιδο. Τα δύο τελευταία, ακόμα και αν μας δαγκώσουν, σπάνια θα καταφέρουν έκχυση του δηλητηρίου τους. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι είναι οπισθόγλυφα, που σημαίνει πως το δηλητήριο εκχέεται από δύο μικρά δόντια, μη κινητά, που βρίσκονται στο πίσω μέρος της οδοντοστοιχίας τους. Επίσης το δηλητήριό τους δεν είναι τόσο τοξικό και σε συνδυασμό με αυτό που είπαμε προηγουμένως καθιστούν αυτά τα είδη μη θανατηφόρα για τον άνθρωπο. Αντίθετα η οχιά, με την οποία θα ασχοληθούμε κυρίως, ανήκει στην κατηγορία των σωληνόγλυφων. Στα σωληνόγλυφα, όπως οι οχιές, υπάρχουν δύο μεγαλύτερα δόντια τοποθετημένα μπροστά, όπως οι κυνόδοντες στους ανθρώπους, από τα οποία εκχέεται το δηλητήριο. Τα δόντια αυτά είναι κινητά και παραμένουν διπλωμένα προς τα πίσω ενώ ξεδιπλώνουν ταχύτατα κατά το δάγκωμα (δήγμα). Επίσης είναι κούφια στο εσωτερικό τους για να διοχετεύουν το δηλητήριο που προέρχεται από τους δηλητηριώδεις αδένες των φιδιών.
Η ποσότητα του δηλητηρίου που υπάρχει στους αδένες της είναι ανάλογη με το μέγεθός της οχιάς και η ίδια μπορεί να καθορίζει πόσο από αυτό θα χύσει στο θύμα της. Μερικές φορές μπορεί να τύχει στο πρώτο δάγκωμα (δήγμα) να μην αφήσει δηλητήριο και να είναι απλά μια προειδοποίηση ώστε να απομακρυνθούμε. Το δηλητήριο της είναι αρκετά τοξικό και περιέχει πολλές πρωτεϊνάσες. Οι τελευταίες είναι ένζυμα που διασπούν τις πρωτεΐνες και προκαλούν πολύ σοβαρά συμπτώματα τα οποία χωρίς την κατάλληλη αντιμετώπιση οδηγούν στο θάνατο!
Είναι εύκολο να αναγνωρίσει κανείς μια οχιά όταν τη δει. Το μέγεθος του αρσενικού είναι περίπου στα 60 εκατοστά ενώ το θηλυκό είναι μικρότερο. Έχουν ένα χαρακτηριστικό τριγωνικό κεφάλι που ξεχωρίζει από το υπόλοιπο σώμα της και στην άκρη του οποίου υπάρχει μια προεξοχή, που μοιάζει με μικρό κέρατο, που εκτείνεται εμπρός και διαγώνια. Το χρώμα της είναι σταχτί και έχει στη ράχη της σχέδια που μοιάζουν με τεθλασμένες γραμμές. Πρέπει δε να αναφέρουμε πως έχει μεγάλη σημασία να μπορούμε να αναγνωρίσουμε σωστά το φίδι που μας δάγκωσε αφού αυτό μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο στην αντιμετώπιση των συμπτωμάτων.
Οι οχιές, και γενικότερα τα φίδια, δεν πρόκειται να μας επιτεθούν χωρίς λόγο και αυτός ο κανόνας ισχύει για τα περισσότερα ζώα που υπάρχουν στη γη. Αν δεν κινηθούμε απειλητικά εναντίον τους, το πιο πιθανό είναι να απομακρυνθούν χωρίς να μας πειράξουν και καλό θα ήταν να κάνουμε και εμείς το ίδιο. Συνήθως θα τα βρούμε σε μέρη όπου υπάρχει πολλή πυκνή χαμηλή βλάστηση, μέσα σε παλιά και εγκαταλελειμμένα σπίτια, κουλουριασμένα ανάμεσα σε ξερά φύλλα ή κάτω από πέτρες. Ο γενικός κανόνας λέει πως αποφεύγουν να μένουν σε μέρη που γίνονται εύκολα ορατά, όπως ένας χωματόδρομος ή ένα καλογραμμένο μονοπάτι, και αυτό το κάνουν ενστικτωδώς ώστε να μην πέσουν θύμα κάποιου άλλου ζώου όπως ένας αετός ή μια γάτα για παράδειγμα. Αν και η ακοή τους είναι σχεδόν ανύπαρκτη, τα φίδια έχουν οξύτατη όσφρηση, την οποία πετυχαίνουν χρησιμοποιώντας τη γλώσσα τους. Μπερδευτήκατε; Κι όμως έτσι είναι. Τα φίδια αντισταθμίζουν την ελλιπή αίσθηση της ακοής με αυτή της όσφρησης μέσω ενός μηχανισμού του οργανισμού τους που λειτουργεί με αισθητήρες οι οποίοι μεταφράζουν τη «γεύση».
Για να γίνω πιο κατανοητός, σκεφτείτε πως βρίσκεστε στην κουζίνα του σπιτιού. Παντού μοσχοβολάει κοτόπουλο με πατάτες φούρνου. Έχετε κλειστά τα μάτια και όμως από την μυρωδιά και μόνο μπορείτε να φέρετε την εικόνα του φαγητού στο νου σας. Αν και το παράδειγμα που χρησιμοποίησα διαφέρει, νομίζω πως έχετε καταλάβει το νόημα. Τα ρουθούνια των φιδιών λειτουργούν περισσότερο για την αναπνοή τους και πολύ σπάνια για την αίσθηση της όσφρησης. Όσον αφορά τώρα την όρασή τους, αυτή διαφέρει από είδος σε είδος. Υπάρχουν φίδια εντελώς τυφλά αλλά και ορισμένα με εκπληκτική όραση! Η οχιά ανήκει στα τελευταία και καταφέρνει να δει καλά ακόμα και στο σκοτάδι αφού οι ίριδες των ματιών της μπορούν να αλλάζουν μέγεθος ανάλογα με την ένταση του φωτός! Σύμφωνα με τα παραπάνω οι οχιές, και όλα τα υπόλοιπα φίδια, θα απομακρυνθούν πολύ νωρίτερα, πριν προλάβουμε καν να τα πλησιάσουμε, και αυτό συμβαίνει γιατί μας φοβούνται! Έτσι απλά.
Φυσικά υπάρχει και η πιθανότητα να πέσουμε τυχαία επάνω στο πέρασμά τους, χωρίς να το θέλουμε, και να βρεθούμε αρκετά κοντά ώστε να το εκλάβουν ως απειλή και να μας επιτεθούν, ακόμα και αν τρέχουμε σε ένα καθαρό μονοπάτι. Σε αυτήν την περίπτωση δύο ενδεχόμενα υπάρχουν, ή την γλυτώνουμε ή μας δαγκώνουν. Εννοείται πως αυτό που θέλουμε είναι να τη γλυτώσουμε και κατά 99% των περιπτώσεων έτσι και γίνεται αφού βρίσκονται συνήθως σε μια ελαφριά ληθαργική κατάσταση. Προσωπικά, μου έτυχε στο παρελθόν να περάσω τρέχοντας πάνω από φίδι, δεν ήταν οχιά, και να μην κουνηθεί καθόλου! Ωστόσο αν τύχει και μας δαγκώσει, κάτι που απευχόμαστε, υπάρχουν κάποιες ενέργειες που είναι πολύ σημαντικές και που ίσως μας σώσουν τη ζωή.
Αρχικά πρέπει να πούμε ότι το δάγκωμα ενός φιδιού είναι μια ενέργεια ταχύτατη, που διαρκεί λιγότερο από δευτερόλεπτο. Το φίδι εκτινάσσεται, δαγκώνει και στη συνέχεια απομακρύνεται για να προστατευτεί. Το δάγκωμα, όπως αναφέραμε, είναι αμυντικός μηχανισμός συνήθως. Είναι πολύ σημαντικό, λοιπόν, να προσπαθήσουμε να αναγνωρίσουμε το φίδι που μας δάγκωσε καθώς αυτό θα χρειαστεί σε αυτά που θα κάνουμε αργότερα εμείς αλλά και οι ειδικοί που θα σπεύσουν να μας βοηθήσουν.
Αυτό που δεν πρέπει να ξεχνάμε ποτέ είναι πως πρέπει να παραμείνουμε ψύχραιμοι! Αν το δάγκωμα έχει σχήμα “U” τότε πιθανότατα το φίδι δεν είναι ιοβόλο. Παρόλα αυτά συνεχίζουμε να κάνουμε τις ενέργειες που θα περιγράψουμε παρακάτω, καθώς ποτέ δεν παίρνουμε αψήφιστα το δάγκωμα από φίδι. Αν στο σημείο που μας δάγκωσε το φίδι υπάρχουν δύο τρύπες, η μία κοντά στην άλλη, τότε έχουμε να κάνουμε με οχιά! Παραπάνω είπαμε ότι μπορεί στο πρώτο δάγκωμα να μην χύσει δηλητήριο, εμείς όμως συνεχίζουμε κανονικά όσα πρέπει να κάνουμε.
Διατηρούμε την ψυχραιμία μας και επικοινωνούμε κατευθείαν με κάποιον δικό μας άνθρωπο ή με το 166 ενημερώνοντας τους για το πώς λεγόμαστε, πού βρισκόμαστε, τι έχει γίνει, σε ποιο σημείο του σώματος είναι το δάγκωμα (δήγμα) και πόση ώρα πέρασε απ’ όταν συνέβη. Μπορεί να είναι αρκετά αυτά που πρέπει να πούμε όμως έχει το καθένα τη σημασία του! Αν δεν έχουμε κινητό, προσπαθούμε να επιστρέψουμε σπίτι, ή κάπου που να υπάρχει τηλέφωνο, το συντομότερο δυνατό, χωρίς όμως να τρέχουμε και κατά προτίμηση από σκιερά μέρη. Είναι σημαντικό να μην αυξήσουμε με οποιονδήποτε τρόπο την αδρεναλίνη του οργανισμού διότι αυτό με τη σειρά του αυξάνει την ροή του αίματος που συνεπάγεται αύξηση της ταχύτητας διάχυσης του δηλητηρίου. Αφού επικοινωνήσουμε για να μας παρέχουν τις πρώτες βοήθειες, παραμένουμε ακίνητοι και ξαπλωμένοι.ΔΕΝ ΠΡΟΣΠΑΘΟΥΜΕ ΠΟΤΕ ΝΑ ΡΟΥΦΗΞΟΥΜΕ ΤΟ ΔΗΛΗΤΗΡΙΟ! ΔΕΝ ΠΡΟΚΑΛΟΥΜΕ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΑΙΜΟΡΡΑΓΙΑ ΣΤΟ ΣΗΜΕΙΟ ΤΟΥ ΔΗΓΜΑΤΟΣ ΜΕ ΚΑΝΕΝΑΝ ΤΡΟΠΟ. Οι παραπάνω συμβουλές έχουν μεγάλη σημασία αφού στην αντίθετη περίπτωση θα βλάψουμε πολύ περισσότερο τον εαυτό μας! Άλλωστε το δηλητήριο διαχέεται στον οργανισμό με τη ροή της λέμφου και η πρόκληση αιμορραγίας θα μας προκαλέσει μόλυνση και περισσότερη ταραχή! Είπαμε, θέλουμε να παραμείνουμε ψύχραιμοι.
Μπορούμε να περιδέσουμε ψηλότερα από το δάγκωμα, με κάποιον ελαστικό επίδεσμο, όμως και αυτή η ενέργεια μπορεί να κρύβει κινδύνους καθώς το δηλητήριο μπορεί να περιοριστεί στην περιοχή του δήγματος και να επιδεινώσει την νέκρωση των ιστών. Αν το κάνουμε θα πρέπει να προσέξουμε η περίδεση να ΜΗΝ είναι τόσο σφιχτή ώστε να διακοπεί η κυκλοφορία του αίματος. Σε περίπτωση που βρισκόμαστε πολύ μακριά και η χορήγηση πρώτων βοηθειών, από κάποιον γιατρό, αργήσει περισσότερο από 1 ώρα μπορούμε να πιέσουμε με κάποιον επίδεσμο το σημείο του δήγματος, όμως και πάλι κινδυνεύουμε να προκαλέσουμε ιστική νέκρωση! Είναι επίσης πολύ σημαντικό να ΜΗΝ πιούμε αλκοόλ και να ΑΠΟΦΥΓΟΥΜΕ να βάλουμε πάγο στο σημείο που υπάρχει το δάγκωμα. Είναι αυτονόητο πως αν συναντήσουμε, καθώς τρέχουμε, κάποιον που τον δάγκωσε φίδι, δεν τοναφήνουμε μόνο σε καμία περίπτωση και μένουμε μαζί του ωσότου οδηγηθεί από ειδικούς σε κάποια υγειονομική μονάδα.
Τέλος, στην περίπτωση που όντως μας έχει δαγκώσει οχιά θα αρχίσουν σιγά σιγά να εμφανίζονται τα παρακάτω συμπτώματα. Πόνος και οίδημα το οποίο αρχικά θα εντοπίζεται στην περιοχή του δήγματος και αργότερα θα επεκταθεί. Θα αρχίσουμε να νιώθουμε ζάλη και ναυτία και πιθανόν να έχουμε την τάση για έμετο! Μερικά συμπτώματα ακόμα που θα αντιμετωπίσουμε είναι εφίδρωση, πονοκέφαλος και πυρετός ενώ αν χειροτερεύσουν τα πράγματα θα εμφανιστούν μυϊκοί σπασμοί, υπόταση και αναπνευστική δυσχέρεια! Κλείνοντας, να πούμε πως οι γνωστοί αντιοφικοί οροί χρησιμοποιούνται μόνο όταν κριθεί απαραίτητο από τον θεράποντα γιατρό διότι απαιτείται παρακολούθηση κατά την χορήγηση του ώστε να αποφευχθεί το ενδεχόμενο αλλεργικής αντίδρασης!
Έπειτα απ’ όλα τα παραπάνω νομίζω πως πλέον μπορούμε όλοι μας να τρέχουμε πιο ήσυχοι στη φύση, νιώθοντας περισσότερη ασφάλεια, απέναντι στα φίδια, αφού πλέον γνωρίζουμε τι πρέπει να κάνουμε αν έρθουμε αντιμέτωποι μαζί τους.
Σχόλια