Από το efsyn.gr / Της Μαριαλένας Σπυροπούλου Ψυχολόγου και ψυχοθεραπεύτρια
Κάποτε ήμασταν ένας λαός που είχε μεγάλη ανάγκη από έρωτα για να επιβιώσει. Παρ” όλο τον συντηρητισμό και την επαρχιώτικη λογική του «κρυφού», οι Ελληνες ως μεσογειακός λαός παρασύρονταν από ένα βλέμμα, έναν ωραίο στίχο, από μια πινελιά ποιητικής ή καψουροαμανέδικης εξομολόγησης, κυρίως παρασύρονταν από τη φαντασίωση του έρωτα που τα αλλάζει όλα. Αυτή τη μεταμορφωτική ιδέα του έρωτα ύμνησαν όχι μόνο οι λαϊκοί τραγουδιστές αλλά και ο ελληνικός κινηματογράφος της Φίνος Φιλμ ως τη μόνη δυνατότητα για ευτυχία. Φυσικά, ο έρωτας πάντα είχε συνυποδηλώσεις για να είναι ένας σωστά παραμυθένιος έρωτας. Μια καλή δουλειά, έναν καλό χαρακτήρα, ένα όμορφο παρουσιαστικό, άνοδο κοινωνικής τάξης, οικονομική εκτόξευση, μέχρι και επαναφορά της νεότητας υποσχόταν ο έρωτας στους πιστούς του. Και λίγο-πολύ όλα τα κοριτσούδια, που λέει σήμερα η κόρη μου, θαμπώνονταν από αυτή την πιθανότητα αλλαγής της ζωής τους.
Τις δεκαετίες που μεγάλωνε η γενιά μου ο έρωτας απέκτησε την έννοια της εμπειρίας. Χωρίς να έχει χάσει τελείως την αίγλη του το πριγκιπόπουλο, ο έρωτας για εμάς ήταν και είναι ένα διαβατήριο γνώσης και περιπέτειας. Φιλομαθής γενιά γαρ, που όλα τα μεταφράζει σε πτυχία, έτσι και πολλοί φίλοι μου, εάν ήθελαν να μάθουν καλά μια ξένη γλώσσα, δεν έκαναν τίποτα άλλο από το να ερωτευτούν τον/την αλλοδαπό/ή που θα συνδύαζε αυτό που λέμε σε άπταιστα ελληνικά «business & pleasure». Και είναι αλήθεια ότι τουλάχιστον η γενιά μου δεν μπορεί να παραπονεθεί από έλλειψη στον συγκεκριμένο τομέα. Και γλώσσες μάθαμε και πτυχία σωρεύσαμε.
Μαζί όμως με τις γενιές που άλλαζαν παραμένοντας πιστές στον έρωτα, και οι κοινωνίες προσέβλεπαν σε ένα σημείο στη μεταμορφωτική δύναμή του. Είτε ως αλλαγή τάξης κοινωνικής είτε ως αλλαγή τάξης εκπαιδευτικής, μια ολόκληρη κοινωνία φαντασιωνόταν πάντα τα προβλήματα ως περαστικά με τη δύναμη του έρωτα. Ερωτευόταν τον αντίστοιχο Μεσσία-ηγέτη πολιτικό και δενόταν στο άρμα της κάθε εποχής και των αρχών που πρέσβευε καθένας από αυτούς. Η προσκόλληση δεν γινόταν με όρους εγκεφαλικούς, αλλά περισσότερο με όρους συναισθηματικούς. Η αποδοχή γινόταν σχεδόν με αίμα. Δηλαδή η ένωση της κοινωνίας με τους εκάστοτε σωτήρες ήταν πάντοτε τόσο βαθιά όσο δύο σώματα τη στιγμή της ερωτικής πράξης. Σπάνια όμως αυτός ο έρωτας προχωρούσε στην αγάπη. Οπως και πολλές από τις προσωπικές σχέσεις των ανθρώπων που έγιναν συνειδητά ή ασυνείδητα με κάποια συγκολλητική ουσία ή κάποια φαντασιωτική σωτηρία, πολύ γρήγορα και οι ερωτευμένοι πιστοί του κάθε Μεσσία κατέρρεαν ή χωρίζονταν στα εξ ων συνετέθησαν όταν αποκαλυπτόταν το πραγματικό πρόσωπο του πριγκιπόπουλου, που είχε συνεργείο αυτοκινήτων, ή του αλλοδαπού εραστή, που είχε παράλληλα και άλλες αγαπημένες.
Η δυνατότητα όμως να ζούμε στο παρόν, να αντέχουμε να υπάρχει ό,τι δεν αντέχουμε, η συμφιλίωση, ο διάλογος, η συνύπαρξη παρά τις διαφορές μας είναι στοιχεία που μόνον η αγάπη μπορεί να καλλιεργήσει μέσα μας. Και επειδή ζούμε σε καιρούς μίσους, τείνουμε να αγαπήσουμε τον εαυτό μας που δεν αγαπά. Σαν να είναι ενδεδειγμένο μέσα στην ταραχή των καιρών μας να είμαστε ανθεκτικοί στο μίσος και απορριπτικοί σε ό,τι αφορά τη συναίνεση. Οσο πιο οπλισμένος είσαι τόσο πιο μοντέρνος γίνεσαι. Και αυτό δεν αφορά μόνο τα άκρα. Αφορά και την ανάγκη όλων μας να βυζάξουμε την ίδια στιγμή από μια μάνα που δεν έχει γάλα. Και αφού λοιπόν συνειδητοποιήσαμε ότι γάλα γιοκ, είπαμε να την κάψουμε την π….α.
Δεν επιθυμώ για κανένα λόγο να ερωτευτώ. Ο έρωτας είναι μια πλάνη. Επιθυμώ όμως να αγαπήσω με μεγαλύτερη συνέπεια αυτό που επέλεξα και ας μου βγήκε προβληματικό. Αλλωστε, οι εποχές προστάζουν να ξαναβρούμε μέσα μας αυτούς που θα μας κάνουν τις ψυχικές μικρές ή μεγάλες επισκευές, τα μερεμέτια μας. Γιατί δεν υπάρχει πια περιθώρια για καινούργιο. Πολλώ δε μάλλον για τη φαντασίωση αυτού.
marialenas77@gmail.com
Παρατηρώ σχεδόν με απορία τα ερωτευμένα ζευγαράκια στον δρόμο. Ο έρωτας είναι πάντα κάτι πολύ συγκινητικό, όταν σου συμβαίνει. Αλλά ακόμα και όταν δεν σου συμβαίνει, είναι από αυτά τα συναισθήματα με τα οποία χαίρεσαι για τους άλλους.
Δεν είναι πολύς καιρός που συνειδητοποίησα ότι οι άνθρωποι σπάνια φιλιούνται και αγκαλιάζονται στους δρόμους. Εάν δεις κάποιον, αυτός θα είναι μάλλον έφηβος. Και δεν είναι τυχαίο πλέον ότι μόνο οι έφηβοι διατηρούν ακόμα αυτή την ανάγκη, να εκφράζουν τον έρωτά τους μέσα στο πλήθος. Είναι και αυτοί που λόγω ηλικίας αισθάνονται αποκομμένοι από το πλήθος με πλείστους τρόπους. Ενώ ζουν την πραγματικότητα όπως οι γονείς τους και οι υπόλοιποι ενήλικες, εντούτοις το μεγαλύτερο μέρος της σκέψης τους καταλαμβάνει ο ψυχισμός τους και τα συναισθήματά τους.
Δεν είναι πολύς καιρός που συνειδητοποίησα ότι οι άνθρωποι σπάνια φιλιούνται και αγκαλιάζονται στους δρόμους. Εάν δεις κάποιον, αυτός θα είναι μάλλον έφηβος. Και δεν είναι τυχαίο πλέον ότι μόνο οι έφηβοι διατηρούν ακόμα αυτή την ανάγκη, να εκφράζουν τον έρωτά τους μέσα στο πλήθος. Είναι και αυτοί που λόγω ηλικίας αισθάνονται αποκομμένοι από το πλήθος με πλείστους τρόπους. Ενώ ζουν την πραγματικότητα όπως οι γονείς τους και οι υπόλοιποι ενήλικες, εντούτοις το μεγαλύτερο μέρος της σκέψης τους καταλαμβάνει ο ψυχισμός τους και τα συναισθήματά τους.
Κάποτε ήμασταν ένας λαός που είχε μεγάλη ανάγκη από έρωτα για να επιβιώσει. Παρ” όλο τον συντηρητισμό και την επαρχιώτικη λογική του «κρυφού», οι Ελληνες ως μεσογειακός λαός παρασύρονταν από ένα βλέμμα, έναν ωραίο στίχο, από μια πινελιά ποιητικής ή καψουροαμανέδικης εξομολόγησης, κυρίως παρασύρονταν από τη φαντασίωση του έρωτα που τα αλλάζει όλα. Αυτή τη μεταμορφωτική ιδέα του έρωτα ύμνησαν όχι μόνο οι λαϊκοί τραγουδιστές αλλά και ο ελληνικός κινηματογράφος της Φίνος Φιλμ ως τη μόνη δυνατότητα για ευτυχία. Φυσικά, ο έρωτας πάντα είχε συνυποδηλώσεις για να είναι ένας σωστά παραμυθένιος έρωτας. Μια καλή δουλειά, έναν καλό χαρακτήρα, ένα όμορφο παρουσιαστικό, άνοδο κοινωνικής τάξης, οικονομική εκτόξευση, μέχρι και επαναφορά της νεότητας υποσχόταν ο έρωτας στους πιστούς του. Και λίγο-πολύ όλα τα κοριτσούδια, που λέει σήμερα η κόρη μου, θαμπώνονταν από αυτή την πιθανότητα αλλαγής της ζωής τους.
Τις δεκαετίες που μεγάλωνε η γενιά μου ο έρωτας απέκτησε την έννοια της εμπειρίας. Χωρίς να έχει χάσει τελείως την αίγλη του το πριγκιπόπουλο, ο έρωτας για εμάς ήταν και είναι ένα διαβατήριο γνώσης και περιπέτειας. Φιλομαθής γενιά γαρ, που όλα τα μεταφράζει σε πτυχία, έτσι και πολλοί φίλοι μου, εάν ήθελαν να μάθουν καλά μια ξένη γλώσσα, δεν έκαναν τίποτα άλλο από το να ερωτευτούν τον/την αλλοδαπό/ή που θα συνδύαζε αυτό που λέμε σε άπταιστα ελληνικά «business & pleasure». Και είναι αλήθεια ότι τουλάχιστον η γενιά μου δεν μπορεί να παραπονεθεί από έλλειψη στον συγκεκριμένο τομέα. Και γλώσσες μάθαμε και πτυχία σωρεύσαμε.
Μαζί όμως με τις γενιές που άλλαζαν παραμένοντας πιστές στον έρωτα, και οι κοινωνίες προσέβλεπαν σε ένα σημείο στη μεταμορφωτική δύναμή του. Είτε ως αλλαγή τάξης κοινωνικής είτε ως αλλαγή τάξης εκπαιδευτικής, μια ολόκληρη κοινωνία φαντασιωνόταν πάντα τα προβλήματα ως περαστικά με τη δύναμη του έρωτα. Ερωτευόταν τον αντίστοιχο Μεσσία-ηγέτη πολιτικό και δενόταν στο άρμα της κάθε εποχής και των αρχών που πρέσβευε καθένας από αυτούς. Η προσκόλληση δεν γινόταν με όρους εγκεφαλικούς, αλλά περισσότερο με όρους συναισθηματικούς. Η αποδοχή γινόταν σχεδόν με αίμα. Δηλαδή η ένωση της κοινωνίας με τους εκάστοτε σωτήρες ήταν πάντοτε τόσο βαθιά όσο δύο σώματα τη στιγμή της ερωτικής πράξης. Σπάνια όμως αυτός ο έρωτας προχωρούσε στην αγάπη. Οπως και πολλές από τις προσωπικές σχέσεις των ανθρώπων που έγιναν συνειδητά ή ασυνείδητα με κάποια συγκολλητική ουσία ή κάποια φαντασιωτική σωτηρία, πολύ γρήγορα και οι ερωτευμένοι πιστοί του κάθε Μεσσία κατέρρεαν ή χωρίζονταν στα εξ ων συνετέθησαν όταν αποκαλυπτόταν το πραγματικό πρόσωπο του πριγκιπόπουλου, που είχε συνεργείο αυτοκινήτων, ή του αλλοδαπού εραστή, που είχε παράλληλα και άλλες αγαπημένες.
νιές ένα ζητούμενο. Διότι η επόμενη μέρα του έντονου πάθους είναι το κλάμα και ο αλληλοσπαραγμός. Η βιαιότητα, το κλείσιμο της πόρτας, η αλλαγή της σελίδας, οι δύο ξένοι, η λογική των δύο άκρων, όπως και να έχουν χρησιμοποιηθεί ή κακοποιηθεί αυτές οι έννοιες, στο βάθος τους είναι πάντα η τραγική απάντηση μιας εξωπραγματικής ερωτικής αρχής.
Η δυνατότητα όμως να ζούμε στο παρόν, να αντέχουμε να υπάρχει ό,τι δεν αντέχουμε, η συμφιλίωση, ο διάλογος, η συνύπαρξη παρά τις διαφορές μας είναι στοιχεία που μόνον η αγάπη μπορεί να καλλιεργήσει μέσα μας. Και επειδή ζούμε σε καιρούς μίσους, τείνουμε να αγαπήσουμε τον εαυτό μας που δεν αγαπά. Σαν να είναι ενδεδειγμένο μέσα στην ταραχή των καιρών μας να είμαστε ανθεκτικοί στο μίσος και απορριπτικοί σε ό,τι αφορά τη συναίνεση. Οσο πιο οπλισμένος είσαι τόσο πιο μοντέρνος γίνεσαι. Και αυτό δεν αφορά μόνο τα άκρα. Αφορά και την ανάγκη όλων μας να βυζάξουμε την ίδια στιγμή από μια μάνα που δεν έχει γάλα. Και αφού λοιπόν συνειδητοποιήσαμε ότι γάλα γιοκ, είπαμε να την κάψουμε την π….α.
Δεν επιθυμώ για κανένα λόγο να ερωτευτώ. Ο έρωτας είναι μια πλάνη. Επιθυμώ όμως να αγαπήσω με μεγαλύτερη συνέπεια αυτό που επέλεξα και ας μου βγήκε προβληματικό. Αλλωστε, οι εποχές προστάζουν να ξαναβρούμε μέσα μας αυτούς που θα μας κάνουν τις ψυχικές μικρές ή μεγάλες επισκευές, τα μερεμέτια μας. Γιατί δεν υπάρχει πια περιθώρια για καινούργιο. Πολλώ δε μάλλον για τη φαντασίωση αυτού.
marialenas77@gmail.com
Σχόλια