Να κάνεις… τίποτα / Πόσο επικίνδυνος μπορεί να είναι ο ελεύθερος χρόνος για ένα παιδί;

Από το efsyn.gr / Της Μαριαλένας Σπυροπούλου*
Η οδηγία της Αυστριακής μητέρας προς τον γιο της ήταν σαφής: «Θα βρούμε οπωσδήποτε κάτι να κάνεις. Δεν μπορείς όλη μέρα να κάθεσαι και να παίζεις στην άμμο. Οφείλεις να χρησιμοποιήσεις εποικοδομητικά τον χρόνο σου στις θερινές διακοπές στην Ελλάδα».

Η μητέρα επιδόθηκε μετά μανίας στην ανακάλυψη των απανταχού Ομίλων που προσέφεραν ένα πειθαρχημένο καθημερινό πρόγραμμα εκμάθησης κάποιας δραστηριότητας, από ιππασία μέχρι καταδύσεις και ιστιοπλοΐα. Τελικά, ο μικρός αναγκάστηκε να αφήσει τη χαλάρωση και τον ελληνικό τρόπο διακοπών και γράφτηκε στον Ναυτικό Ομιλο, πηγαίνοντας εκεί καθημερινά για δεκαπέντε ημέρες, σαν να πήγαινε σε θερινό σχολείο.

Η Ελληνίδα μητέρα φωνάζει σταθερά στην κόρη της να πλύνει τα μαγιό της, να σταματήσει να παίζει Nintendo, να παίξει με τη μικρή αδερφή της, να βγει αμέσως από τη θάλασσα, να γυρίσουν νωρίς για να φάνε, να πλυθεί καλά από την άμμο, να μην παραγγείλει ξανά τηγανητές πατάτες, να σταματήσει να είναι τόσο αφηρημένη, να μην γκρινιάζει και φυσικά να μην ξαναπεί τη λέξη «βαριέμαι».

Και τα δύο παιδιά ασφυκτιούν με τον τρόπο τους το καλοκαίρι. Αλλα ήθελαν, άλλα φαντάστηκαν. Και οι δύο μητέρες είναι δύο διαφορετικά παραδείγματα, διαφορετικής κουλτούρας που καταλήγουν όμως στο ίδιο συμπέρασμα. Στην αδυναμία της μητέρας ή καλύτερα στην κεκαλυμμένη αγωνία της να μην αφήσει το παιδί της, τουλάχιστον για την καλοκαιρινή περίοδο, να κάνει… τίποτα.

Πόσο επικίνδυνος είναι ο ελεύθερος χρόνος; Τι κινδύνους κρύβει; Γιατί μια μητέρα δεν μπορεί να επιτρέψει στο παιδί της και τελικά στον εαυτό της να απενεργοποιήσει τα «πρέπει» της; Γιατί στην αντίληψή μας ο μόνος εποικοδομητικός χρόνος είναι αυτός που κάνουμε κάτι; Γιατί από τη μια η Αυστριακή συντηρεί την κουλτούρα της εργασίας ακόμα και την ώρα της διασκέδασης, ενώ η Ελληνίδα συντηρεί την ανελευθερία της νεύρωσης, ώστε αργά ή γρήγορα και τα δύο παιδιά να εγκλωβίζονται σε μια συνειδησιακή φωνή ενός υπερεγώ με χίλια δυο μικρά και ασήμαντα κελεύσματα…

Γιατί ενώ θέλουμε ανυπερθέτως το καλύτερο για το παιδί μας, εισβάλλουμε με κάθε τρόπο μέσα του και κατακτούμε μέσα από τη δική μας αντίληψη και τις δικές μας φοβίες τον τρόπο που ορίζει την ύπαρξή του;

Ο χρόνος είναι το μόνο που διαθέτουμε και είναι λιγότερος από ό,τι νομίζουμε. Το τι τον κάνουμε είναι το μόνο που θα έπρεπε εμείς να ορίζουμε. Οπως επίσης ότι η αξιοποίηση του χρόνου δεν είναι ευθέως ανάλογη με όσα κάνουμε. Δεν κερδίζουμε πάντα κάνοντας πολλά.

Αναντίστοιχα με τη φρενίτιδα της εποχής και τη λογική της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης κάθε ικμάδας του εαυτού, ο άνθρωπος πρέπει να αφήνεται κατά περιόδους να κοιτά απλά το άπειρο. Να στέκεται αμήχανος απέναντι στον σωρό των επιλογών που του δίνονται κατά καιρούς και κατά συνθήκη, και να έχει τη δύναμη να μην επιλέγει καμία. Οι μητέρες πρέπει να βάζουν τις αγωνίες τους κάποιες στιγμές στο mute και να επιτρέπουν στο παιδί τους να χαλαρώνει.

Ο μόνος τρόπος να αποκτήσουμε σύνδεση με εμάς είναι να σταματήσει κάποια στιγμή η εξωτερική πραγματικότητα να τρέχει: αυτή η βασανιστική αγωνία να είσαι κάπως, κάπου και να κάνεις συνεχώς κάτι. Με κλεισμένες τις οθόνες, ανοίγει η μεγάλη έναστρη καλοκαιρινή οθόνη του φυσικού πλανητάριου που υπάρχει κάθε βράδυ στη ζωή μας, κάθε βράδυ από πάνω μας.

Ας μάθουμε στα παιδιά μας να χαίρονται με τις μυρωδιές, με τον ήλιο, την άμμο, τα άστρα, με το μισό και το ολόγιομο φεγγάρι. Να κοιμούνται, να ξυπνούν, να μη διαβάζουν, να μην πρέπει να είναι κάπως, να μη λένε τα σωστά και να μην πλένουν πάντα τα δόντια τους. Να ακούνε τις μικρές φωνούλες μέσα τους που τους σιγοψιθυρίζουν το μέλλον τους. Τις ευαισθησίες τους. Τις ανησυχίες τους, τα όνειρά τους, τις φοβίες τους. Να τις ακούσουν για μια φορά δυνατά πλάι στον παφλασμό του κύματος. Και εάν είμαστε κι εμείς εκεί κοντά τους μπορεί να τα μοιραστούν όλα αυτά μαζί μας. Ησυχα, απροσποίητα, χωρίς πρέπει και καταναγκασμούς.

Και τότε η μητέρα θα πάψει να είναι ο αντικαταστάτης του δασκάλου, μια light εκδοχή του δυνάστη. Θα γίνει ένας συνοδοιπόρος που θα μυήσει έναν νεαρό άνθρωπο στο παράλληλο δυνατότερο ταξίδι της ζωής του. Το εσωτερικό. Και μόνον όταν αυτό θεριέψει, θα μπορεί να αντέξει όσα εξωτερικά «πρέπει» θα συναντήσει εφεξής στον δρόμο του. Και δυστυχώς αυτά θα είναι πολλά.

* Ψυχολόγος και ψυχοθεραπεύτρια (marialenas77@gmail.com)

Σχόλια