Συνηθίζοντας την χούντα και τον φόβο

Παλιά οι πόλεμοι γίνονταν σώμα με σώμα, τώρα πια σπάνια εως ποτέ δεν συμβαίνει αυτό και το καταλαβαίνουμε όλοι, μεγάλα(;) παιδιά είμαστε. Ένα κουμπί αρκεί, πιο περίπλοκο απ’ την μια, από την άλλη πιο αποτελεσματικό. Πιο πρόσφατα στην χούντα είχαν βγει τα τανκς στους δρόμους, τώρα πια δεν χρειάζεται αυτό, τώρα πια αναφέρετε ως δόγμα του σοκ. Άκαιρο, άτοπο, τα πράγματα πάλι είναι πιο απλά, άσχετα αν η οργάνωσή τους είναι πιο περίπλοκη. 

Η λογική δεν έχει καμιά σχέση με δόγμα σοκ. Είναι απλά η λογική του καρότου, οι πολλοί είμαστε τα γαϊδούρια και (γι' αυτό είμαι σίγουρος ότι όσο μεγάλοι και αν θέλουμε να λεγόμαστε) δεν καταλαβαίνουμε τίποτα. Η λογική του καρότου συνδυάζεται με φόβο όχι μόνο μην δεν πιάσουμε το καρότο αλλά μην τυχόν και εξαφανιστεί το καρότο.

Δεν χρειάζεται να δούμε τα τανκς στους δρόμους (ή μήπως χρειάζεται;) για να πάρουμε χαμπάρι ότι είμαστε σε χούντα, σε δικτατορία, διπλή έτσι, εγχώρια και εξωτερική. Γιατί είμαστε σε χούντα και τρέμουμε, ενώ δεν το ‘χούμε καταλάβει ή φοβόμαστε να το πούμε ακόμα και στον ίδιο μας τον εαυτό. 
Έχουμε χούντα και τρέμουμε. Δεν χρειάζεται να πω για τους ανθρώπους των σκουπιδιών, των πάρκων, των συσσιτίων, των φαναριών, των απολυμένων, αυτά τα ‘χούμε συνηθίσει έτσι δεν είναι. Όταν φοβόμαστε συνηθίζουμε.

Έχουμε χούντα και τρέμουμε. Όσοι έχουμε ακόμα δουλειά και να αρέσει δεν αρέσει πια με τις συνθήκες που βιώνουμε καθημερινά, αν δεν μας αρέσει δεν κάνουμε τίποτα για να αλλάξει. Ενώ από την άλλη μεριά, αυτή έφυγε δεν υπάρχει άλλη μεριά, τέλος. Δεν έχει δουλειές. Οπότε λέμε δόξα τον Θεό που έχουμε και μια δουλειά. Όταν φοβόμαστε επικαλούμαστε τον Θεό.

Έχουμε χούντα και τρέμουμε. Σκιαγμένοι είμαστε, κότες τρίλυρες, τσαμπουκαλευόμαστε στα φανάρια στο δρόμο, ρίχνουμε κανένα μπινελίκι, με το παράθυρο ανοιχτό, ή μέσα απ’ το κράνος, άντε να ρίξουμε και καμιά μπουνιά σε κανένα πιο φοβισμένο από εμάς ή με πιο χαλαρά αντανακλαστικά. Τσαμπουκάδες όπου μας παίρνει δηλαδή, στο σπίτι, στα παιδιά, στον σύντροφο, μέχρι εκεί. Μετά το κεφάλι κάτω.Όταν είμαστε φοβισμένοι ψάχνουμε πιο αδύναμους από εμάς για να νικήσουμε τον δικό μας φόβο. 

Έχουμε χούντα και τρέμουμε. Γιατί έχουμε αγαπημένους ανθρώπους που μένουν μακριά και δεν έχουν τηλέφωνο και δεν έχουν διαδίκτυο για να πούμε τα νέα μας, να μιλήσουμε, να επικοινωνήσουμε, να μάθουμε αν ζούνε. Δεν έχουν δουλειά και είναι σκατά και χανόμαστε. Έτσι περνά η ζωή και χάνεται. Δεν βγαίνουμε στους δρόμους όχι γιατί έχουμε δουλειά, φόβο έχουμε και θέλουμε ‘’δουλειά’’ για να το αλλάξουμε αυτό.

Έχουμε χούντα και τρέμουμε. Άκουγα νωρίτερα στο ραδιόφωνο ότι έξω από την ΕΡΤ στην Αθήνα έχει γίνει σαν πανηγύρι, έχουν αράξει καντίνες και πουλάνε. Δεν έκαναν ένα ντου να διώξουν τις καντίνες, τις αφήνουν εκεί. Με το φαΐ θα κρύψουμε γεμίζοντας το τρέμουλό μας, ταΐζοντας τον φόβο μας, με τα ψητά στις σκάρες. 

Έχουμε χούντα και τρέμουμε. Διοργανώνουμε συναυλίες, αντί να βγάλουμε το σκασμό και να μιλήσουμε ουσιαστικά, να πάρουμε αποφάσεις. Κηδεία είναι και αυτό στην ΕΡΤ όπως και σ’ όλους τους άλλους κλάδους. Αλλά έτσι είναι όταν φοβόμαστε κάνουμε φασαρία, μάθαμε πως έτσι θα νικήσουμε τους φόβους μας. Να κάναμε τουλάχιστον το μπαμ, την μεγάλη έκρηξη.

Έχουμε χούντα και τρέμουμε. Αυτοί που παίρνουν τις αποφάσεις είναι πιο φοβισμένοι από εμάς και κατάφεραν να μας κάνουν το ίδιο μ’ αυτούς και πιο πολύ. Μίζερους και φοβισμένους. Τρέμει το φυλλοκάρδι μας, σαν και το δικό τους αλλά εμείς είμαστε σαν κότες φοβισμένες μέσα ή έξω απ’ το κοτέτσι.

Έχουμε χούντα και τρέμουμε. Λέμε η ζωή τα ‘χει μ’ άλλους και χαμογελάμε λέγοντας ότι τα ‘χει από καιρό και δεν ντρεπόμαστε για αυτό. Κάνουμε χιούμορ από τον πανικό μας, απ’ τον φόβο μας.

Έχουμε χούντα και τρέμουμε. Ενώ πρέπει να κάνουμε αλλαγές από τα δικά μας, τα καθημερινά. Όχι ρε δεν εννοώ να μην τρώμε ότι μας σερβίρουν, αυτό πάλιωσε, ξύπνα, άσε που ‘ναι γενικότητα. Πρέπει με πρακτικούς τρόπους να πείθουμε τους δικούς, όποιους θεωρούμε δικούς. Αυτό έχει μοναξιά, μήπως όμως τώρα δεν είμαστε μόνοι. Οι αλλαγές είναι δύσκολες, θέλουν θυσίες. Πρακτικά πράγματα, αποφασίζουμε να κόψουμε κάθε σχέση με όποιον στηρίζει ή στήριξε έστω στο πιο μικρό βαθμό τους αχαρακτήριστους που συνεχίζουν να μας έχουν εδώ που μας έχουν. Είναι δύσκολο το ξέρω καλά. Δεν μπορούμε να πάρουμε αποφάσεις ενήλικες όταν φοβόμαστε.

Έχουμε χούντα και τρέμουμε. Έχουμε γαμηθεί να διαβάζουμε ωραία κείμενα και μετά να μην κάνουμε τίποτα παρά μόνο αναδημοσιεύσεις και like. Τίποτα, αυτό γίναμε, ένα τίποτα. ‘’Πετάμε’’ και ένα ''να ‘χούμε την υγειά μας και καθαρίσαμε''. Ποια υγεία ρε μαλάκα (και εαυτέ) όλα πίσω θα γυρίσουν, πάνω σου, θα ψοφήσεις, ξύπνα, θα σε φάει το άγχος. Ο Θεός δεν είναι απλά μεγάλος, γιγάντιος είναι, θα σε φροντίσει όμως όταν πεθάνεις, τώρα φρόντισε εσύ την ζωή σου, μεγάλωσε.

β.ψ.

Σχόλια