Rannelle McCoy: ROUT - MY 1st 100 MILER


Από το www.mountinaction.info

Το καλοκαίρι του 2012 έτρεξα τον πρώτο μεγάλο μου αγώνα στους Δολομίτες της Ιταλίας, στον The North Face Lavaredo Ultra Trail, 118 χιλιομετρα και 5740 υψομετρική. Μετά την ολοκλήρωση αυτού του αγώνα ήθελα μια νέα πρόκληση. Σκέφτηκα πως ήρθε ο καιρός να δοκιμαστώ σε ένα αγώνα 100 μιλίων, μια θρυλική απόσταση του ultra στην Αμερική. Στην Ελλάδα υπάρχει μόνο ένας αγώνας 100 μιλίων, ο Rodopi Ultra Trail 100 miles Advendurun, που φέτος διοργανώθηκε το διήμερο19-20 Οκτωβριου 2012. 164 χιλιόμετρα στα βουνά του Εθνικού Πάρκου Ροδόπης, με 8000 μέτρα υψομετρικής, χρονικό όριο 42 ώρες και μόνο 6 σταθμούς υποστήριξης. Μετά από συζητήσεις με φίλους, αποφάσισα να δηλώσω συμμετοχή στο ROUT. "Και γιατί όχι…", σκέφτηκα, "αφού θέλω να δω τα όριά μου, και εφόσον δεν τα δοκίμασα στην Ιταλία…γιατί να μην δοκιμαστώ τώρα;"

Μέχρι και λίγο πριν την έναρξη του αγώνα στόχος μου ήταν να τερματίσω. Ήξερα ότι άντεξα τα 118 χλμ. στον Lavaredo, αλλά ο ROUT ήταν άλλη περίπτωση - μόνο 6 σταθμοί, ελάχιστη σηματοδότηση, τρομερή μοναξιά στο σκοτάδι της Ροδόπης, και μια διαδρομή εκτός κατοικημένης περιοχής. Αυτή είναι η φιλοσοφία του ROUT – περιπέτεια στην ανοιχτή φύση, με σωματικό και ψυχολογικό αγώνα. Η αλήθεια είναι ότι αρχικά ήμουν λίγο διστακτική. Ο αγώνας αυτός αποτελεί έναν θρύλο στην Ελλαδα, έναν γολγοθά, με τις δυσκολίες του και με όσα διάβασα και άκουσα από άλλους αθλητές που το τρέξανε στο παρελθόν. Όλοι μου είπανε ότι είναι τρομερά δύσκολος, ότι έχει πολλές ώρες στο σκοτάδι, δημιουργεί παραισθήσεις, στο δάσος κρύβονται άγρια ζώα, αρκούδες, λύκοι, έχει αραιή σηματοδότηση και σκεφτόμουν πως σίγουρα θα χαθώ. Επίσης, με συμβούλευαν να μην πάω εντελώς μόνη μου. Άρχισα να έχω φόβους και αμφιβολίες εάν έπρεπε τελικά να πάω, εάν ήμουν όντως έτοιμη, είχα και στο μυαλό μου τις λεπτομέρειες του εξοπλισμού και το drop-bag, και σκεφτόμουν… να μείνω σπίτι μου. Αλλά, ο Μιχάλης Στύλλας και ο υποστηρικτής μου ο Μπάμπης Γκιριτζιώτης της GO Experience, με ενθάρρυναν να τον τρέξω. Τελικά αποφάσισα να πάω, γιατί ήθελα αυτή την εμπειρία, μέσα στην υπέροχη φύση της Ροδόπης και μόνο τρέχοντας θα μπορούσα να τη ζήσω καλύτερα σε ένα Σαββατοκύριακο. Η στρατηγική μου ήταν να τρέξω με τον Μιχάλη ο οποίος γνώριζε τη διαδρομή, ή τουλάχιστον να ξεκινήσουμε μαζί και στην πορεία βλέπουμε πως θα πάει.


Στις 6 το πρωί της Παρασκευής ξεκινήσαμε από το Δασικό Χωριό Ερύμανθος της Ξάνθης, στο σκοτάδι…Όλοι είχαμε το φακό μας, καλή διάθεση και αποφασιστικότητα και ήμασταν έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε τον αγώνα. Σχεδόν όλοι ήταν σε ζευγάρια ή παρέες των 3-4 ατόμων. Άκουσα τις γνωστές κουδούνες της διοργάνωσης και τις ευχές τους. Ξεκίνησα με τον Μιχάλη πίσω από τους υπόλοιπους αθλητές. Στην πορεία πιάσαμε την κουβέντα, ο Μιχάλης με κάποιους γνωστούς κι εγώ με κάποιους φίλους με τους οποίους αγωνιστήκαμε μαζί στην Ιταλία. Τρέξαμε κατηφορικά για περίπου 7 χιλιόμετρα σε δασικό δρόμο μέχρι να βρούμε το πρώτο μονοπάτι. Μετά από 3 χλμ. κοιτάω γύρω μου και καταλαβαίνω ότι έχω χάσει τον Μιχάλη. Ο φόβος με κυρίευσε για μια στιγμή, γιατί δεν ήξερα εάν προπορευόταν ή ήταν πίσω μου. Φτάνω στο μονοπάτι και περιμένω 2-3 λεπτά, αλλά δεν τον βλέπω. Ο Λάζαρος Ρήγος με ενημερώνει ότι δεν πέρασε μπροστά μου. Βλέπω τις δυο συναθλήτριες να με προσπερνάνε και οι υπόλοιποι συναθλητές μου και κατάλαβα πως έπρεπε να πάρω μια απόφαση. Όποιους φόβους είχα εκείνη τη στιγμή χορεύανε στο μυαλό μου και γελάγαν δυνατά. Πείσμωσα και θυμήθηκα τα διάσημα και σοφά λόγια του Franklin D. Roosevelt, προέδρου των ΗΠΑ του 1933 – 1945, “The only thing we have left to fear is fear itself”, το μόνο πράγμα που απομένει να φοβάσαι είναι ο φόβος! Ο μόνος τρόπος που ξέρω να κάνω για να ξεκολλίσω από τον φόβο είναι να τον κοιτάξω κατάματα και να κάνω αυτό που δεν θέλει: να τον αντιμετωπίσω! 
 

Με μιας ο στόχος μου για τον αγώνα άλλαξε και αποφάσισα να τρέξω εντελώς μόνη μου, να κυνηγήσω την πρωτιά, να περάσω καλά και να μην φοβάμαι τίποτα. Ένιωσα λίγο άσχημα που έπρεπε να αφήσω τον Μιχάλη πίσω μου, αλλά μέσα μου υπήρχε κάτι που μου έλεγε ότι πρέπει να το κάνω. Έπρεπε να αποδείξω στον εαυτό μου ότι μπορώ να τα καταφέρω μόνη μου, χωρίς να έχω κάποιον να με τραβήξει σε όλο τον αγώνα και να τρέξω στο δάσος με τα άγρια ζώα χωρίς να φρικάρω. Δεν ήμουν σίγουρη πριν τον ROUT ότι οι περισσότερες επιτυχίες μου, λόγω βοήθειας από φίλους που τρέχανε συνεχώς δίπλα μου, ήταν καθαρά δικές μου. Είχα και αμφιβολιες να τρέξω χωρίς το GPS του Garmin μου (η μπαταρία μου αντέχει μόνο 6-7 ώρες), οπότε, θα ήταν η πρώτη φορά που τρέχω εντελώς μόνη μου και καθορίζω τον ρυθμό μου. Γνώριζα ότι συνήθως τρέχω πιο γρήγορα από αυτό που πρέπει, γιατί δεν είχα μάθει ακόμη να «νιώθω» τον βηματισμό ώστε να τρέξω με σταθερό ρυθμό. Είχα βέβαια ένα ρολόι μαζί μου αλλά που έδειχνε μόνο την ώρα.

Με πείσμα λοιπόν και αποφασιστικότητα, συνέχισα τον αγώνα χωρίς τον Μιχάλη, χωρίς το ROUT-book και χωρίς να έχω γνώση της διαδρομής. Ναι…συνήθως δεν διαβάζω όλες τις λεπτομέρειες της διαδρομής όταν τρέχω σε έναν αγώνα γιατί ξέρω ότι δεν θα τα θυμάμαι όλα αυτά και όπως λέμε στα αγγλικά, "what I don’t know, won’t hurt me" (αυτό που δεν γνωρίζω, δεν θα με βλάψει). Σαν χαρακτήρας πολλές φορές «ζω» στο μυαλό μου και όχι στη πράξη. Οι πολλές πληροφορίες και λεπτομέρειες με αγχώνουν. Έχω μάθει ότι μερικές φορές η γνώση μας κρατάει πίσω, δεν μας αφήνει ελεύθερους να κάνουμε αυτό που πρέπει. Έτσι λοιπόν προτιμούσα να μάθω στη πορεία τί με περίμενε…Το μόνο που ήξερα είναι ότι υπήρχαν 6 σταθμοί ανά 30 χιλιόμετρα περίπου. Μετά από λίγα λεπτά βρήκα μια μεγάλη παρέα και τρέξαμε όλοι μαζί στο σκοτάδι. Σε κάποια στιγμή μια συναθλητρια μου έτρεχε μπροστά μας και κατά λάθος έστριψε σε ένα σημείο εκτός μονοπατιού και όλοι την ακολουθήσαμε τυφλά. Σε λίγο, αφού βρεθήκαμε μέσα στους θάμνους καταλάβαμε το λάθος μας. Κάποιος είπε και ένα αστείο "όταν αφήνεις μια γυναίκα να σε οδηγήσει αυτά γίνονται". Δεν το βρήκα καθόλου αστείο και θύμωσα λίγο γιατί γνωρίζω ότι όλοι είναι υπεύθυνοι για τον εαυτό τους, όλοι πρέπει να προσέχουν τα σήματα και πως όλοι θα έχουμε θέμα με τη σηματοδότηση στην πορεία και είχα δίκιο. Απάντησα με τον τρόπο μου και συνέχισα γιατί ήθελα να αφήσω πίσω τις αρνητικές σκέψεις και να είμαι μόνη μου ώστε να συγκεντρωθώ καλύτερα στα σήματα.

Αργότερα βρήκα πάλι τους φίλους μου Κωσταντίνο Κοζανίτη και Γιάννη Γκερλέ, μιλήσαμε λίγο και μετά συνέχισα. Άρχισε να ξημερώνει και άρχισα κι εγώ να απολαμβάνω τη φύση και το θάρρος μου να μεγαλώνει. Στη διαδρομή είδα ρυάκια, καταρράκτες, διαφόρων ειδών δέντρα – έλατα, οξυές και βελανιδιές. Υπήρχαν παντού μουριές, βατόμουρα, σμέουρα. Μόνο στη θέα τους μου άνοιγε η όρεξη και έπρεπε να πειθαρχίσω πολύ για να μην φάω κάτι απ' όλα αυτά γιατί τους έχω μεγάλη αδυναμία! Όσο έτρεχα πια στο φως της μέρας άκουγα τραγούδια και κραυγές πουλιών, κουδούνια από αγελάδες, γαυγίσματα…


Η πορεία μου μέχρι τον πρώτο σταθμό ήταν πιο πολύ μοναχική παρά με παρέα. Ένιωθα τη δύναμη της φύσης γύρω μου ενώ παράλληλα έφερνα στο μυαλό μου τα πολλά χιλιόμετρα που είχα ακόμη να διανύσω. Ένιωθα την αναπνοή μου και την καρδούλα μου που έλεγε "Μπορώ, αντέχω!". Σε κάποιο σημείο είδα και μια μεγάλη, λευκή εκκλησία πάνω στα βράχια και σκέφτηκα ότι κάπου κοντά υπήρχε ένα χωριό. Μέχρι τώρα τα μονοπάτια και οι δασικοί δρόμοι ήταν σαν ένα μασάζ στο σώμα μου - πιο ωραία από τα μονοπάτια του Ολύμπου και του Υμηττού στην Αθήνα. Έλεγα μέσα μου "Εάν όλη η διαδρομή είναι έτσι θα την ευχαριστηθώ…δεν θα πονέσω". Κατάλαβα ότι η σηματοδότηση ήταν οριακή και εάν δεν ήθελα να χαθώ θα έπρεπε συνέχεια να είμαι στην τσίτα…να μην χάσω τη αυτοσυγκέντρωσή μου. Γι’αυτό, δεν έβαλα μουσική και δεν έμενα πολλή ώρα με άλλους στην κουβέντα. Έπρεπε να ψάξω μόνο για το επόμενο σήμα και πραγματικά, αυτό έγινε ο σκοπός μου.

Στον πρώτο σταθμό στην Πρασινάδα, περίπου στο 27 χλμ., δεν έμεινα πολύ. Γέμισα το παγούρι μου, πήρα ένα τζελάκι, έφαγα φρούτα και μετά συνέχισα. Οι εθελοντές ήταν φιλικοί και εξυπηρετικοί σε όλη τη διάρκεια του αγώνα. Σε όποιο σταθμό και έλεγχο συναντούσα έβλεπα ανθρώπους που αγαπούσαν και γνωρίζανε τη δουλειά τους, μας υποστηρίξανε αφάνταστα. Αυτό μου έδωσε ενέργεια και με ανέβασε ψυχολογικά. Ιδιαίτερα το βράδυ, όποιον κι αν συναντούσα με προσκαλούσανε ευγενικά να καθήσω δίπλα στη φωτιά, αλλά είχα έναν στόχο και δεν μπορούσα να μείνω. Να’ναι καλά όλοι οι εθελοντές και οι διοργανωτές του αγώνα!

Μετά έτρεξα προς τη Ζαρκαδιά (41 χλμ.), και στο 38 ή 39 χιλιόμετρο, βρήκα τον Μπάμπη με τη Τζο Μαντά, οι οποίοι με περιμένανε σε όλο τον αγωνα και ήταν δίπλα μου, σε κάθε σταθμό. Σταμάτησα και τους μίλησα για 1-2 λεπτά, μου δώσανε τις καλύτερες ευχές τους και κουράγιο και μου είπανε ότι φαίνομαι ξεκούραστη και δυνατή. Χαμογέλασα και τους άφησα. Μερικά βήματα μετά συνάντησα τον Γιάννη Σεβαστόπουλο με τα όμορφα παιδιά του. Ο μικρότερος, ο Αχιλλέας, σήκωσε το χέρι του όταν με είδε…αχ, αυτά τα βαθιά μπλε ματάκια του, μου ’δωσανε γούρι! Εκείνη τη στιγμή ένιωσα ότι ήμουν ακαταμάχητη, μήπως φταίει το όνομά του; Πήρα τις ευχές των παιδιών και του Γιάννη και συνέχισα μέχρι τη Ζαρκαδιά. Βρήκα και κάποιον στη διαδρομή που μου είπε πως έκανα το κομμάτι πολύ γρήγορα, αλλά εκείνη την ώρα δεν ήθελα να ακούω τέτοια πράγματα. Ένιωθα καλά σωματικά και δεν πίεζα τον εαυτό μου. Δεν ξέρω εάν ήθελε να μου κάνει κομπλιμέντο η εάν ήθελε να με προειδοποιήσει, αλλά συνέχισα με τον ίδιο ρυθμό, με σταθερότητα και άνεση.

Φτάνω στη Ζαρκαδιά και βρίσκω τον Χρήστο Κατσάνο. Ήταν πολύ ζωντανός και ενθουσιασμένος όταν με είδε (έτσι ήταν με όλους τους συναθλητές μας) και με βοήθησε με τα πάντα – τόσο ευγενικός και εξυπηρετικός, ενθουσιάστηκα και συγκινήθηκα. Μου έδωσε συμβουλές για τη συνέχεια επειδή ακολουθούσε μια μεγάλη ανηφόρα για 16 χλμ. νομίζω, με πολύ ζέστη και ελάχιστο νερό στην πορεία. Δεν φοβόμουν όμως, γιατί μ'αρέσει η ζέστη και η ανηφόρες. Άλλαξα κάλτσες, παπούτσια και συνέχισα. Η διαδρομή ήταν πολύ όμορφη, ήμουν εντελώς μόνη και αυτή η ησυχία μου άρεσε. Σε αυτό το κομμάτι το χαμόγελο δεν έφυγε από το πρόσωπό μου, το ευχαριστήθηκα. Τα πόδια μου "ενθουσιάστηκαν" με τη δυσκολία και ξύπνησαν. Στο τέλος της ανηφόρας έκανα έναν έλεγχο και μετά κατηφόρισα σε έναν δασικό δρόμο. Έτρεξα τόσο πολύ στην κατεύθυνση του δρόμου που έχασα τα σημάδια για το μονοπάτι. Έπρεπε να γυρίσω πίσω πάνω από 100 μέτρα. Αυτό συνέβη κι άλλες φορές στη διαδρομή, τα σήματα ήταν μικροσκοπικά. Η μόνη δυσκολία που βρήκα σ’αυτό το τμήμα ήταν ότι τα 2 λίτρα νερό που είχα μαζί μου δεν φτάσανε μέχρι το Κρούσοβο. Όπου έβρισκα νερό, σε ποτάμι ή βρύση, γέμιζα το παγούρι μου. Νομίζω πως ήπια 3,5 - 4 λίτρα σ’αυτό το τμήμα. Στα τελευταία 20 λεπτά περίπου το νερό είχε τελειώσε και διψούσα πολύ. Ο Λάζαρος είχε δίκιο πάντως "εάν βρείς νερό, γέμισε, μην περιμένεις να φτάσεις στον επόμενο σταθμό".

Λίγο πριν τον επόμενο σταθμό βρήκα μια παρέα που πήγαινε για εγκατάληψη και περπάτησα μαζί τους για λίγο. Με συμβούλεψαν για τα επόμενα χιλιόμετρα και μου είπαν να βγάλω το κουδούνι μου επειδή υπάρχουν αρκούδες στο Μέγα Ρέμα. Άκουσα τις συμβουλές τους και μετά από λίγο τους άφησα καθώς ήθελα να φτάσω στον σταθμό για νερό και να βρω τον Μπάμπη και τη Τζο. Άρχισε να βραδιάζει όταν έφτασα στο Κρούσοβο. Άκουσα τα χειροκροτήματα του Μπάμπη και τη Τζο να φωνάζει το όνομά μου και να με καλωσορίζει. Αχ, το χαμόγελό μου έλαμπε. Μου δώσανε το drop-bag και άλλαξα ρούχα - έβαλα μακρυμάνικο, αντιανεμικό, καινούριες κάλτσες και παπούτσια. Με τη βοήθεια της Τζο έβαλα το κουδουνάκι μου στο σακίδιό μου και έβγαλα τον φακό μου. Ένιωσα πολύ καλά. Έφαγα κανονικό φαγητό και απόλαυσα την κουβέντα και τη συμπαράσταση από τους φίλους μου. Πρέπει να έμεινα γύρω στα 15 λεπτά στον σταθμό χωρίς να καταλάβω πως πέρασε η ώρα από τη χαρά μου. Έφυγα ξεκούραστη, μόνη μου και γεμάτη θάρρος για τη βραδιά που ακολουθούσε.

Βράδιασε και δεν μπορούσα να δω και πολλά πράγματα. Το σκοτάδι της Ροδόπης μου θύμισε το όμορφο χωριό μου στα ιστορικά Άγραφα στην Ευρυτανία. Έτσι ακριβώς είναι. Χωρίς σελήνη, πολλά αστέρια και τόσο σκοτάδι μου δεν βλέπεις ούτε το χέρι σου, είναι σαν μελάνι. Η πολλή ώρα στο σκοτάδι, οι σκιές που δημιουργεί το φως του φακού στα δέντρα και στις πέτρες, παίζουνε με τη φαντασία και σίγουρα, εάν φοβάσαι, η φαντασία μεγαλώνει και "βλέπει" πράγματα. Δεν είχα τέτοια εμπειρία πάντως. Δεν άφησα τον φόβο να με γονατίσει, τον έλεγχα, παρά το γεγονός ότι δεν βλέπω καλά το βράδυ και θέλω και γυαλιά. Αυτό που κατάλαβα το βράδυ είναι πως χωρίς την όραση οι υπόλοιπες αιθήσεις δυναμώνουν. Άκουγα πολύ καλύτερα ότι υπήρχε γύρω μου, ένιωθα τις σταγόνες από την υγρασία και το άγγιγμα από το αεράκι. Οι μπάρες μου και τα τζελάκια είχαν μια πιο έντονη γεύση. Δεν είχα την ίδια εμπειρία στην Ιταλία, αφού εκεί έβλεπες μια μεγάλη σελήνη και ήσουν λίγες ώρες στο σκοτάδι. Στη Ροδόπη ένιωσα πιο συγκεντρωμένη.


Το βράδυ κατάλαβα πως οι καινούριες μπαταρίες στον φακό μου δεν κρατάνε πολλές ώρες. Μετά από 5 ώρες χρήσης δεν έβλεπα καλά και είχα ξεχάσει τον δεύτερο φακό για να μπορέσω να αλλάξω τις μπαταρίες στο μονοπάτι. Έμεναν 15 χλμ. ακόμα μέχρι τον επόμενο σταθμό στη Γιουρμουλού. Ευτυχώς όμως, απόψε η τύχη ήταν με το μέρος μου γιατί δεν είχε πολύ μονοπάτι, είχε χωματόδρομο μέχρι την Πυραμίδα και λίγο πιο πέρα. Όσο κέρδιζα έδαφος άκουσα τη φωνή ενός ζαρκαδιού μέσα από τα δέντρα. Δεν έτυχε να τα δω μπροστά μου δυστυχώς, αλλά μου αρέσει ο τρόπος που κινούνται, τόσο ήσυχα. Πόσο θα ήθελα να τρέξω έτσι! Άκουσα το ουρλιαχτό από λύκου ή σκύλους – δεν μπορώ να καταλάβω τη διαφορά, αλλά μάλλον μιλούσαν μεταξύ τους για τους τρελαμένους ανθρώπους που τρέχουν μέσα στο δάσος το βράδυ!

Η σηματοδότηση άρχισε να με δυσκολεύει κατά τη διάρκεια της νύχτας. Το καλό είναι ότι τα σήματα φωσφορίζουν στο φως του φακού, αλλά θυμάμαι τον Λάζαρο να λέει πως δεν χρειάζονται πολλά σήματα μέσα σε μονοπάτι ή σε χωματόδρομο όταν δεν υπάρχουν άλλες στροφές και διακλαδώσεις για να ξεφύγεις από την πορεία σου. Το βράδυ όμως πως να το καταλάβεις; Έτρεξα το χωματόδρομο γρήγορα αλλά σταματούσα συνέχεια για να εντοπίσω τα σήματα γιατί σε μερικά σημεία απείχαν μέχρι και 500 μέτρα μεταξύ τους και φοβόμουν ότι έχανα το δρόμο μου. Αυτό συνεχίστηκε για πολλά χιλιόμετρα και μου κόστισε τόσο σε χρόνο όσο και σε ηρεμία. Εάν κάποιος θέλει να κάνει φοβερούς χρόνους στον ROUT θα έχει πρόβλημα με τη σηματοδότηση. Σε ένα σημείο υπήρχε ένα «Χ» στη διασταύρωση 2 δρόμων και δεν κατάλαβα σε ποιο δρόμο αντιστοιχούσε το "Χ" γιατί ήταν ακριβώς στη μέση κι έτσι διάλεξα στην τύχη. Τελικά έκανα τη σωστή επιλογή. Η τύχη ήταν μαζί μου ακόμη ευτυχώς. Αυτό το σημείο ήταν τόσο κοντά στη Βουλγαρία και δεν ήθελα να χαθώ σε άλλη χώρα χωρίς να γνωρίζω τη γλώσσα και φυσικά…χωρίς διαβατήριο! Ακόμη κι αν είχα το ROUT-Book μαζί μου, και το διάβαζα σ’αυτό το σημείο, θα έχανα πολύτιμο χρόνο αφού δεν βλέπω καλά το βράδυ...


Όλη τη νύχτα λάμβανα μηνύματα στο κινητό μου από φίλους με θετικά λόγια και αγάπη - ένα μεγάλο ευχαριστώ στην Άντζελα Τερζή και στη Ντέμη Χηλά που με συγκινήσανε με τα συχνά τους μηνύματα. Έφτασα στη Γιουρμουλού και άλλαξα μπαταρίες. Ένιωσα πιο άνετη μετά στο τρέξιμο. Έφαγα πολύ καλά, μίλησα με τον Μπάμπη και τη Τζο που μου δώσανε κουράγιο. Δεν πονούσα ακόμη, δεν ένιωθα κουρασμένη, ούτε απελπισμένη στο σκοτάδι. Ήμουν χαμογελαστή και ευχαριστήθηκα την παρέα τους. Μετά από λίγα λεπτά έφυγα προς το Μέγα Ρέμα. Εκεί, κάπου στη πορεία, άκουσα έναν θόρυβο σαν ένα μεγάλο ζώο να γλίστρησε πάνω σε μια μεγάλη πέτρα. Είμαι σίγουρη πως ήταν αρκούδα. Σταμάτησα για ένα λεπτό, στραμένη προς την κατεύθυνση του ήχου. Το φως από τον φακό ήταν σαν ένας φάρος μες τη μαυρίλα της νύχτας. Δεν είδα κάτι, αλλά μια φωνή μέσα μου φώναζε "Βρε ηλίθια! Κουνήσου! Άκουσες και ξέρεις, δεν χρειάζεται να το δεις κιόλας!". Άρχισα να τραγουδάω δυνατά, και για να πω την αλήθεια δυσκολεύτηκα να θυμηθώ τα λόγια αγαπημένων τραγουδιών. Και έτσι, ξεκίνησα. Το τμήμα του Μέγα Ρέματος μου θύμισε τον Ενιπέα στον Όλυμπο αλλά με περισσότερα χιλιόμετρα και με περισσότερη ψυχολογική κούραση. Το μόνο που σκέφτηκα ήταν τα λόγια του Δημήτρη Τρουπή, ότι σ’αυτό το τμήμα είδαν μια αρκούδα λίγες μέρες πριν τον αγώνα και ήθελα να διασχίσω αυτό το κομμάτι, να βρω τον σταθμό και να φάω κάτι ζεστό. Σκεφτόμουν εάν η Τζο και ο Μπάμπης είχαν ταλαιπωρηθεί εξαιτίας μου από την έλλειψη ύπνου και φαγητού και από το κρύο. Ήξερα ότι θα ήταν η τελευταία φορά που θα τους έβλεπα πριν τον τερματισμό και ότι θα ξανατρέξω τα πρώτα 41 χιλιόμετρα μέχρι το Δασικό χωριό. Αντί να με τρομάζει το γεγονός αυτό με ενθάρρυνε γιατί θυμόμουν τη διαδρομή πολύ καλά και επιτέλους δεν θα έπρεπε να είμαι τόσο συγκεντρωμένη στα σήματα!

Έφτασα στο σταθμό της Ζαρκαδιάς και κάθησα παραπάνω ώρα από αυτή που έπρεπε. Ήθελα να απολαύσω τη συμπαράσταση πριν το τελευταίο κομμάτι, να φάω μια σούπα και να ζεσταθώ με μια κουβέρτα μπροστά στη φωτιά. Μια "ευχάριστη δυσκολία" του αγώνα ήταν ότι δεν ήθελες να φύγεις από την άνεση του σταθμού. Δεν κρύωνα πολύ απλά το καλό φαγητό και η παρέα των φίλων μου με κρατούσαν εκεί. Γνώριζα πως είναι λάθος στρατηγική να μείνω πάνω από 5 λεπτά στους σταθμούς αλλά με βοήθησε ψυχολογικά, αφού τη μεγαλύτερη διαδρομή την έκανα μόνη μου. Κοίταξα το ρολόι μου και κατάλαβα πως αν συνέχιζα έτσι θα είχα τη δυνατότητα να σπάσω το ρεκόρ γυναικών και το ήθελα. Ο στόχος μου και πάλι άλλαξε στην πορεία. Έβλεπα ότι το σώμα μου αντέχει, δεν ένιωθα κουρασμένη και μέχρι το 123ο χιλιόμετρο δεν είχα περάσει μεγάλη ταλαιπωρία. Σε έναν από τους ελέγχους έμαθα ότι ήμουν 15η στη γενική και έλεγα να πιέσω για μια καλύτερη θέση εάν μπορούσα.

Το τελευταίο τμήμα ήταν πιο ανηφορικό. Στον επόμενο έλεγχο έμαθα ότι ήμουν στη δεκάδα. Συνεχίζοντας την πορεία μου πέρασα μερικά άτομα και πριν την Πρασινάδα βρήκα έναν εθελοντή. Τρέξαμε μαζί περίπου 10 χιλιόμετρα μέχρι το χωριό και αφού τον ευχαρίστησα για την παρέα και τη συνοδεία του συνέχισα. Πήρα νερό και φρούτα, κάποιος μου προσέφερε και τσίπουρο αλλά είχα μια ανηφόρα μπροστά μου! Να’ναι καλά ο άνθρωπος… Ούτε 5 λεπτά δεν έμεινα στην Πρασινάδα. Έτρεξα γρήγορα στις κατηφόρες και τα ίσια κομμάτια. Μετά από την άσφαλτο, κοντά στον καταρράκτη της Αγιάς Βαρβάρας συνάντησα μια παρέα τριών ατόμων. Ο ένας πονούσε πολύ στα γόνατα και τα άλλα δύο παλικάρια τον συνόδευαν. Ανταλάξαμε μια-δυο κουβέντες και τους άφησα. Ο Βασίλης Περικλέους που ήταν στην παρέα φαινόταν ξεκούραστος και φρέσκος. Κατάλαβα πως αν αποφάσιζε να συνεχίσει θα με βρει στην ανηφόρα με τα μπατόν του. Τελικά είχα δίκιο. Στα τελευταία 15 χιλιόμετρα, μετά από τον έλεγχο στην Τάλια, με έφτασε στον ατελείωτο γολγοθά του Θεολόγου. Με ρώτησε εάν ήθελα να τρεξουμε μαζι. Κοίταξα το ρολόι και είδα ότι μπορούσαμε να τερματίσουμε σε κάτω από 30 ώρες αν έτρεχα πιο έντονα. Κατάλαβα ότι θα ήταν πιο εύκολο με τη βοήθειά του και θυμάμαι ότι του είπα, "Πάμε, αλλά εάν δεις ότι δεν αντέχω η αργώ, άφησέ με πίσω γιατί έχεις πολύ ενέργεια ακόμα" και ο Βασίλης απάντησε "Όχι, πάμε μαζί, κι εγώ θέλω να κάνω κάτω από 30".

Η συνεργασία μας ήταν κρίσιμη…ο ένας βοηθούσε τον άλλον. Ο Βασίλης πονούσε στα δάχτυλα και εγώ άρχισα να νιώθω την κούραση - μπορούσα να τρέξω ακόμη καλά, απλώς έπρεπε να τρέχω στα όριά μου εάν ήθελα να φτάσω στον νέο μου στόχο. Όταν φτάσαμε στον τελευταίο χωματόδρομο, 7 χιλιόμετρα πριν τον τερματισμό, τρέξαμε πάρα πολύ γρήγορα. Κάναμε όλη την ανηφόρα γρήγορα και σταμάτησα να μιλάω. Δεν μπορούσα πια - ήμουν στα όριά μου αλλά πίεζα με όσο είχα. Όταν νομίζεις ότι δεν έχεις άλλη δύναμη μέσα σου, βρίσκεις και συνεχίζεις. Η δύναμη ένα πηγάδι μέσα μας και μερικές φορές πρέπει να ψάξουμε πολύ βαθιά για να τη βρούμε.

Στα τελευταία 2 χιλιόμετρα, μας είδανε 2 συναθλητές και τρέξανε μαζί μας για να μας συνοδέψουν στον τερματισμό. Πολύ χάρηκα μέσα μου, τόσο για τη συμπαράσταση των συναθλητών μας στα τελευταία χιλιόμετρα όσο και με την ιδέα ότι θα τερμάτιζα σε χρόνο κάτω από 30 ώρες. Δεν μιλούσα, συγκεντρώθηκα στην αναπνοή μου και με το μυαλό μου να δίνει εντολή στα πόδια μου να τρέξουν ακόμα λίγο. Ώσπου βλέπω την αυλή του Δασικού χωριού και μπροστά μας ο Μπάμπης και η Τζο που φωνάζανε. Ήμουν τόσο κουρασμένη και τελειωμένη μετά το γρήγορο τρέξιμο που είπα στον Βασίλη "Άντε, φύγε, και θα ακολουθώ πίσω σου". Ο Βασίλης, ένας τζέντελμαν, μου απάντησε, "Όχι, πάμε μαζί." και παίρνει το χέρι μου και τρέχουμε μαζί προς την κορδέλα του τερματισμού. Και έτσι κατάφερα να τερματίσω πρώτη και έκτη στη γενική κατάταξη και μαζί με τον Βασίλη να κάνουμε χρόνο 29 ώρες, 50 λεπτά και 56 δευτερόλεπτα!!!! Η χαρά με πλημμύρισε και δεν μπορούσα να βγάλω λέξη. Δεν τα θυμάμαι όλα από 'κει και πέρα, επειδή δεν είχα άλλη αναπνοή και το μυαλό μου άρχισε να "χάνει" τις αισθήσεις του. Προσπάθησα να πάρω οξυγόνο, αγκάλιασα τον Βασίλη και μετά το μόνο που ήθελα ήταν να καθίσω να ηρεμήσω. Δεν είχα κουράγιο να μιλήσω για τον αγώνα στους διοργανωτές, η καρδιά μου χτυπούσε δυνατά και γρήγορα. Ο Μπάμπης και η Τζο ήταν δίπλα μου και με φροντίσανε, με ζακέτες, ποτά και αγκαλιές. Όταν βρήκα την αναπνοή μου και ηρέμησα μπόρεσα να τους μιλήσω και τους πω ξανά ένα μεγάλο ευχαριστώ για τη συμπαράστασή τους σε κάθε σταθμό.Είμασταν μια φοβερή ομάδα… η ομάδα GO Running Team!

Την επόμενη μέρα, στις απονομές, είχαμε την ευκαιρία να μιλήσουμε για την εμπειρία μας. Όταν ο Χρήστος Κατσάνος με κάλεσε να πάρω το κύπελλό μου για την πρωτιά, είπε, "Η Ρανέλ μας απέδειξε ότι δεν είναι αντρικός αγώνας, είναι ένας ανθρώπινος αγώνας". Συγκινήθηκα με τα λόγια του βέβαια, αλλά αυτό το έχουν αποδείξει κι άλλες γυναίκες πριν από μένα – Η Lizzy Hawker στο Σπάρταθλο που κατέκτησε την 3η θέση στη γενική κατάταξη και άλλες, όπως η Ann Trason, Εllie Greenwood, Pam Reed, Anna Frost, Krissy Moehl, και Helen Diamantides-Whitaker. Δεν είμαι η πρώτη και βέβαια δεν θα είμαι η τελευταία. Έχουμε υπέροχες αθλήτριες στην Ελλάδα, όπως την Αμαλία Ματθαίου, την Βίκυ Καρπούζα, την Ιρένα Μαλιμπόρσκα και την Ναταλία Παπουνίδου που έκαναν και κάνουν σπουδαίες επιδόσεις και οι οποίες άνοιξαν την πόρτα τόσο για μένα όσο και για άλλες αθλήτριες ώστε να απολαμβάνουμε τους αγώνες και την υποστήριξή τους. Είναι ώρα να αλλάξει οι νοοτροπία στην Ελλάδα για τις δυνατότητες των γυναικών. Όλοι πρέπει να καταλάβουν ότι το τρέξιμο στο βουνό και οι μεγάλες αποστάσεις δεν είναι "ανδρικό άθλημα". Οι έρευνες τα τελευταία χρόνια δείχνουν ότι το γυναικείο σώμα είναι φτιαγμένο για αντοχή και όσο μεγαλώνουν οι αποστάσεις (μαραθώνιος και πάνω) η διαφορά μεταξύ γυναικών και ανδρών ελαχιστοποιείται. Οι γυναίκες πρέπει να γνωρίζουν ότι το σώμα μας αποθηκεύει περισσότερο λίπος που μας βοηθάει σε αγώνες αντοχής, κρατάμε παραπάνω υγρά και αντέχουμε φοβερό πόνο από το βιολογία μας. Οι γονείς πρέπει να μεγαλώνουν τα κορίτσια τους με αυτοπεποίθηση και χωρίς όρια - εννοώ χωρίς την ιδέα ότι η γυναίκα δεν αντέχει συγκεκριμένες δραστηριότητες, ή η ιδέα ότι η γυναίκα χάνει μέρος της θηλυκότητάς της όταν κάνει τέτοιου είδους δραστηριότητες. Το σώμα έχει τρομερές δυνατότητες και ομορφαίνει όταν δουλεύει σκληρά. Είμαστε λίγο πίσω στην Ελλάδα σ’αυτό το θέμα, αλλά υπάρχει ένα μεγάλο καλό: σε όποιον αγώνα πάω, νιώθω ότι οι περισσότεροι συναθλητές μου πραγματικά χαίρονται που συμμετέχω και είναι έτοιμοι να με βοηθήσουν και να μου δώσουν θετική ενέργεια για τις προσπάθειές μου. Αυτοί που τρέχουν έχουν ανοιχτό μυαλό και πολύ χαίρομαι γιατί βλέπω το μέλλον της Ελλάδας στα μάτια τους. Οι άντρες πρέπει να υποστηρίζουν τις γυναίκες στον αθλητισμό και να καταλαβαίνουν ότι οι μυες είναι όμορφοι σε μια γυναίκα. Και οι γυναίκες πρέπει να πετάξουν τα εμπόδια που έχουν στο μυαλό τους και να καταλαβαίνουν τις δυνατότητές τους.


Πως κατάφερα να κάνω αυτό το ρεκόρ

Γενικά, η στρατηγική μου είναι πρώτα να καταπίνω από μπάρες και τζελάκια 300 θερμίδες περίπου ανά ώρα και να κοιτάω το ρολόι μου με θρησκευτική ευλάβεια. Έχω ένα πολύ δυνατό στομάχι από τα ταξίδια μου στην Αφρική, Ασία και Ν. Αμερική, οπότε δεν είχα κανένα πρόβλημα. Δεν ήπια ισοτονικό, παρά μόνο νερό με ηλεκτρολύτες (χωρίς θερμίδες), τζελάκια, μπάρες, ποτό αποκατάστασης και λίγο φαγητό στους σταθμούς. Το βράδυ πήρα και καφεϊνη, από τζελάκι πιο πολύ. Δεν έτρωγα μόνο με το ρολόι…όταν ξεχνούσα να φάω, το στομάχι μου ζητούσε τις θερμίδες και άκουγα το παράπονό του.

Η δεύτερη στρατηγική μου ήταν από τον προπονητή μου Δημήτρη Κασίμη, να τρέξω στην κατάλληλη ζώνη μου και να «νιώθω» το βήμα μου και επιτέλους, το κατάφερα! Δεν έτρεξα στα κόκκινα (μόνο τα τελευταία 10 χλμ) και η αναπνοή μου ήταν σταθερή και μπορούσα να τραγουδήσω και να μιλήσω. Άκουγα το σώμα μου, την αναπνοή μου, και πήγα πολύ καλά.

Το τρίτο είναι ότι έπινα νερό κάθε 15 λεπτά περίπου ή όταν διψούσα πολύ. Αλλά λίγο-λίγο και δεν χάλασε το στομάχι μου. Έβαζα ηλεκρολύτες τακτικά στους σταθμούς.

Τέταρτον, δεν ακολούθησα κάθε συμβουλή που μου δίναν η άλλοι, ακολούθησα την καρδιά μου. Οι περισσότεροι μου είπαν να τρέξω με κάποιον το βράδυ. Δεν έβγαινε όμως και η αλήθεια είναι πως ήξερα ότι ο Μπάμπης και η Τζο θα ήταν στον επόμενο σταθμό και ένιωθα ότι ήταν μαζί μου σε όλη τη διαδρομή. Εάν αρχίζεις έναν αγώνα με τόσο πολύ θετική ενέργεια, η αγάπη θα σε πάει μέχρι το τέλος, δεν χρειάζεται κάτι παραπάνω. Αν νιώθεις ότι αντέχεις, τρέξε με την ψυχή σου.

Το πέμπτο είναι ότι πριν τον αγώνα έτρεξα σε συνθήκες που έμοιαζαν με αυτές του αγώνα - βραδινή προπόνηση, πολύ τρέξιμο χωρίς παρέα για πολλά χιλιόμετρα, τρέξιμο με ζέστη και με κρύο και στις προπονήσεις έτρωγα διάφορα φαγητά ώστε να μάθω τι αντέχει το στομάχι μου και τι μου αρέσει.

Το έκτο είναι εάν κάνεις κάτι μεγάλο και έχεις φόβους, να πεις σε όσους μπορείς το στόχο σου γιατί αν γνωρίζουν όλοι ότι θα κάνεις 100 μίλια, δεν μπορείς μετά να κάνεις πίσω…πρέπει να κάνεις αυτό που είπες.

Το τελευταίο είναι να μην τρέξεις με μουσική στον ROUT – πρέπει να συγκεντρωθείς στα σήματα και να ακούσεις το περιβάλλον σου (εάν άλλος αθλητής συναντήσει κάποιο πρόβλημα και χρειαστεί βοήθεια ή για να ακούς τα ζώα το βράδυ), και βέβαια, να μην χάσεις την επαφή με τη μαγεία της Ροδόπης. Εάν θες μουσική, τραγούδα…

Τελικά, δεν συνάντησα μεγάλες δυσκολίες – δεν βρήκα "τοίχο", δεν είχα έλλειψη υγρών ή θερμίδων, ούτε κακή ψυχολογία. Δεν ξέρω γιατί αλλά ο αγώνας ήρθε εύκολα, πιο εύκολα από την εμπειρία μου στην Ιταλία. Πάντως αν συναντήσεις δυσκολίες, η καλύτερη στρατηγική είναι να βάλεις το ένα πόδι μπροστά από το άλλο και να συνεχίσεις…

Ποιο είναι το μεγάλο μυστικό μου;

To ναρκωτικό μου είναι η θετική ενέργεια από τους αγαπημένους μου, τους μαθητές μου, τους συναθλητές, και τους εθελοντές…είναι η τρομερή πίστη που έχουν ο υποστηρικτής μου, οι γονείς, και οι φίλοι μου σε μένα. Τί να πω; Όταν κάποιος πιστεύει σε σένα και πιστεύει σε σένα πιο πολύ απ' ότι εσύ ο ίδιος, σου δίνει φτερά και αποφασιστικότητα. Οι αμφιβολίες δεν έχουν ελπίδα μπροστά σε τόση πίστη. Νιώθω ότι είμαι η πιο τυχερή δρομέας στην Ελλάδα, που έχω τόση υποστήριξη. Ο ιδανικός υποστηρικτής και φίλος, Μπάμπης Γκιριτζιώτης της Go Experience και η Τζο Μαντά (που πρωτογνώρισα λίγες μέρες πριν τον αγώνα) - δεν υπάρχουν λόγια για την συνδρομή τους σε κάθε μου σταθμό. Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι τους αγαπάω πολύ και δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Θέλω να ευχαριστήσω τον ακούραστο και υπομονετικό προπονητή μου Δημήτρη Κασίμη, για το πρόγραμμα και τις συμβουλές του για όλους τους αγώνες μου, τους γονείς μου που με μεγάλωσαν να είμαι ανεξάρτητη και να πιστεύω ότι μπορώ να καταφέρω ότι βάλω στο μυαλό μου, τους φίλους μου που καταλαβαίνουν το δύσκολο πρόγραμμά μου (με δουλειά και τρέξιμο), τους μαθητές μου που με αγαπάνε και πιστεύουν σε μένα και τους συναθλητές μου που με υποστηρίζουν από κοντά, τηλεφωνικώς αλλά και στο Facebook. Και τέλος, θέλω να ευχαριστήσω ιδιαίτερα και θερμά τον συναθλητή μου, Κωνσταντίνο Κοζανίτη, ο οποίος μου πρότεινε, όταν πρωτογνωριστήκαμε 2,5 χρόνια πριν, να τρέξω στο βουνό και να κάνω τον πρώτο ημιμαραθώνιο στον Γύρο του Υμηττού. Αυτή η γνωριμία ήταν η "σπίθα" για να γυρίσω σε ένα πρόγραμμα τρεξίματος, να σπρώξω τον εαυτό μου για το καλύτερο και να γνωρίσω τους αγώνες trail.


Θα ήθελα να τελειώσω το άρθρο αυτό όπως τελείωσε ο Λεωνίδας Αθανασόπουλος στο blog του: "Γιατί τρέχω"; Τρέχω για να ζήσω…είναι τρόπος ζωής γιατί με βοηθάει να καταλαβαίνω τον εαυτό μου καλύτερα, να φτιάξω το σώμα μου και να τρώω πιο υγειινά" (γιατί το σώμα μας μετά από καιρό στο τρέξιμο, ζητάει καλύτερη διατροφή). Όταν τρέχω, νιώθω όμορφη και δυνατή, τόσο ψυχολογικά όσο και σωματικά. Μπορώ να δω καινούρια μέρη, σαν τη Ροδόπη και μάλιστα σε πιο σύντομο χρόνο. Στους αγώνες και τις παρέες μπορώ να μοιραστώ εμπειρίες και συναισθήματα με άλλους, και να είμαι σε μια δρομική κοινότητα που νιώθω ότι ανήκω και δεν χρειάζεται να τους εξηγήσω τι είναι το τρέξιμο και γιατί αξίζει. Το τρέξιμο μου επιτρέπει να εμπνέω άλλους ανθρώπους και πιο πολύ τα μικρά κορίτσια να θέλουν κάτι καλύτερο για τον εαυτό τους. Με βοηθάει να αντιμετωπίσω το άγχος της δουλειάς και της ζωής, να ξεφύγω, να γελάσω, να περάσω όμορφα, να μάθω τις δυνατότητές μου. Και στο τέλος, το σημαντικότερο για μένα, είναι ότι στο τρέξιμο νιώθω την αναπνοή του Θεού στο πρόσωπό μου όταν είμαι στη φύση, είναι η εκκλησία μου και τρέχω με την ψυχή μου…είναι ένας διαλογισμός της καρδιάς, του μυαλού και του σώματος.

Σχόλια