Να ζήσουμε πριν να πεθάνουμε


Η Ελένη Ξένου δίνει ακαριαία υπόσχεση

ΠΡΩΤΑ ΕΦΤΙΑΞΕ ΜΙΑ ΠΑΓΩΜΕΝΗ ΛΕΜΟΝΑΔΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΚΑΘΙΣΕ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΜΟΥ κοιτώντας ταυτόχρονα το ρολόι που ήτανε κρεμασμένο πάνω από το κεφάλι μου, στον τοίχο της κουζίνας. «Έχουμε ώρα ακόμα» μου είπε μετά από μερικά δευτερόλεπτα σιωπής και εννοούσε πώς είχαμε ακόμα ένα μισάωρο μέχρι να φτάσει η νεκροφόρα έξω από το σπίτι.

ΠΗΡΑ ΤΟΤΕ ΤΟΝ ΚΑΠΝΟ ΜΟΥ ΓΙΑ ΝΑ ΦΤΙΑΞΩ ΕΝΑ ΣΤΡΙΦΤΟ ΤΣΙΓΑΡΟ, «η πιο δύσκολη στιγμή είναι εκείνη της ταφής» της είπα, καθώς έβαζα το φιλτράκι στο χαρτί, εκείνη ρούφηξε μια γουλιά από την λεμονάδα της και μετά έκανε ένα μορφασμό που σήμαινε πως με τίποτα δεν αντέχει τη στιγμή της ταφής, «εγώ σας το λέω από τώρα», μού ‘πε μετά με ύφος επιτακτικό, «πως δεν θέλω να με χώσετε στο χώμα, θα το γράψω κιόλας σε ένα κομμάτι χαρτί να το ‘χετε και γραπτώς», συνέχισε απτόητη, «πως εμένα με τίποτα στο χώμα». «Και πού θες να σε βάλουμε;» της είπα με πλήρη επίγνωση πως η συζήτηση γινότανε μακάβρια, αλλά και τί πάει να πει μακάβρια, σε λίγο περιμέναμε μια νεκροφόρα να εμφανιστεί κάτω από το σπίτι, μέσα στην πραγματικότητα ήμασταν λοιπόν, τίποτα πιο πραγματικό από αυτό, ότι όλοι εκεί, στο χώμα θα καταλήξουμε. «Εμένα να με πετάξετε στην θάλασσα», μου είπε εκείνη, «προτιμώ να με φάνε τα ψάρια» είπε μετά με πιο δυνατή φωνή και χτύπησε ταυτόχρονα το χέρι στο τραπέζι. «Στο υπόσχομαι» της είπα και την ένιωσα να ανακουφίζεται λες και κλείσαμε εκείνη την στιγμή μια συμφωνία που την απάλλασσε από τη μεγαλύτερη φοβία της.

«ΠΡΙΝ ΚΑΤΙ ΧΡΟΝΙΑ», ΑΛΛΑΞΕ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟ ΚΑΙ ΥΦΟΣ, «ΜΕ ΠΗΡΕ Η ΜΑΝΑ ΜΟΥ ΤΗΛΕΦΩΝΟ ΜΙΑ ΜΕΡΑ, ΑΓΟΡΑΣΑ ΤΑΦΟ ΜΟΥ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΧΑΡΑ, τον βρήκε είπε στην καλύτερη τοποθεσία του νεκροταφείου, να πάμε μια μέρα να στον δείξω, μου πέταξε λίγο πριν κλείσει το τηλέφωνο. Τί λες ρε μάνα; ήθελα να της πω μα δεν της το ‘πα μήπως και κόψω την χαρά της, φρίκαρα σου λέω, το πιστεύεις; Να θέλει να με πάει βόλτα να χαζέψουμε τον ωραίο μας τάφο;». Τα περιέγραφε σχεδόν κωμικά, έκανε και τις κατάλληλες γκριμάτσες, λυθήκαμε και οι δύο στο γέλιο, δεν κάνει να γελάμε της είπα και πήρε αμέσως το σοβαρό της. «Θα ‘ναι δύσκολη η στιγμή της ταφής», επανέλαβε, επιστρέφοντας στην αρχή της κουβέντας μας και κοίταξε ξανά το ρολόι πάνω στον τοίχο της κουζίνας. «Όπου να ‘ναι η νεκροφόρα θα ‘ναι εδώ», της είπα, έγνεψε καταφατικά, έσβησα το τσιγάρο, ήπιε ακόμα μια γουλιά από την λεμονάδα και βγήκαμε έξω στο μπαλκόνι να περιμένουμε την άφιξη…

ΤΗΝ ΩΡΑ ΤΗΣ ΤΑΦΗΣ ΔΕΝ ΠΛΗΣΙΑΣΑ ΣΤΟΝ ΤΑΦΟ. Η φίλη μου δεν ήθελε με τίποτα να τον δει να κατεβαίνει στο χώμα. Έχωσε το κεφάλι της στο στήθος μου και ύστερα ξέσπασε σε κλάματα. «Εμένα να με πετάξετε στην θάλασσα» μου είπε μέσα από τους λυγμούς της και με αγκάλιασε σφικτά. «Προτιμώ τα ψαράκια», είπε σχεδόν ψιθυριστά, το ‘πε μάλιστα δύο φορές και ύστερα φύσηξε δυνατά την μύτη της με ένα χρησιμοποιημένο χαρτομάντιλο.

«ΣΤΟ ΥΠΟΣΧΟΜΑΙ» ΤΗΣ ΕΙΠΑ και εκείνη την στιγμή, έτσι όπως έβλεπα το χώμα να σχηματίζει ένα μικρό βουνό και τους υπόλοιπους να το στολίζουνε με στεφάνια και λουλούδια, εκείνη την στιγμή το ‘νιωσα πως για τίποτα και για κανένα δεν πρέπει να αθετήσω την υπόσχεση μου. Και εννοώ την υπόσχεση που έδωσα στον εαυτό μου. Πώς ο μόνος τρόπος να μετατρέψω το χώμα σε θάλασσα, είναι να υποσχεθώ στην ζωή πως ότι και να γίνει εγώ θα ζήσω την θάλασσα πριν γίνω χώμα…

Η Ελένη Ξένου είναι δημοσιογράφος. Ζει στη Λευκωσία. Τη γνωρίσαμε ως διευθύντρια στο καλό Κυπριακό περιοδικό Υστερόγραφο. Ανάμεσα στα κείμενά της που μπορείτε να διαβάσετε στο DOC TV είναι και η στήλη Το Νησί που έγραψε κατοικώντας επί έξι μήνες σε μια καλύβα στην Ταϊλάνδη. Μόλις κυκλοφόρησε το πρώτο της βιβλίο «ΥΓ. Γεννήθηκα έναν Απρίλη». 

Πηγή: www.doctv.gr

Σχόλια