Γιώργος Κιμούλης / «Ντρέπομαι για τη γενιά μου»



Ο Μπέρνχαρντ, ένας από τους μεγαλύτερους συγγραφείς της εποχής μας, ήταν περίπλοκος στη γραφή του: «Είμαι τυπικός καταστροφέας ιστοριών. Οταν εμφανίζεται η υποψία μιας ιστορίας την σκοτώνω»...
Ο Γιώργος Κιμούλης, επίσης περίπλοκος ηθοποιός, μεταφράζει, σκηνοθετεί και ερμηνεύει με μοναδικό τρόπο τον χειμαρρώδη διανοητικό μονόλογο και μας μιλάει για το θέμα του: τη μοναξιά, τα γηρατειά, τον εγωισμό, τη χαμένη κοινωνική συνείδηση.
Κάθε άνθρωπος είναι ένα σύστημα μασκών συμπεριφοράς από τις οποίες ένα μέρος εμφανίζει στη ζωή του είτε γιατί αυτό αντέχει, είτε γιατί αυτό του έχει επιβληθεί, είτε γιατί μ' αυτό νομίζει ότι αρέσει. Στην πραγματικότητα δεν είμαστε μόνο αυτό που φαινόμαστε αλλά κι όλες οι άλλες μάσκες που αναγνωρίζουμε στον έξω από εμάς κόσμο, αφού τις ανα-γνωρίζουμε με το μυαλό μας. Δεν είναι τυχαίο που η λέξη μίμηση βγαίνει από τη λέξη μνήμη. Με αφορμή το κείμενο, πάνω στη σκηνή, εμφανίζουμε τέτοια επίπεδα μνήμης. Το "βγαίνω στη σκηνή και γίνομαι ένας άλλος" του Οράτιου είναι ψευδές. Στη σκηνή είμαι "ένας από μένα"».
- Και πώς ανασύρει κανείς μάσκες αποκρουστικές που αναγνωρίζει στον εαυτό του;
«Με την τόλμη που εμπεριέχει η δύναμη της υποκριτικής. Ο γέρος του έργου διαθέτει πολλές μάσκες, και απωθητικές. Υπάρχει τεράστια διαφορά ανάμεσα στη μοναξιά και τη μοναχικότητα. Τη δεύτερη την επιλέγεις. Ο ήρωας πίστεψε ότι μπορεί να ζήσει μόνος, μια μεγάλη παγίδα στην οποία μπορεί να πέσει και ο καλλιτέχνης. Αλλά ακόμα και στο θέατρο, που είναι τέχνη πληθυντικού αριθμού, δεν χάνεται η "ενικότητα" του καλλιτέχνη. Στην παράσταση ήθελα να ξορκίσω μια προβολή στο μέλλον. Πάντα με τρομοκρατούσε η απάνθρωπη εικόνα ενός πολύ γέρου ηθοποιού που το 1979 ζούσε μόνος στο δωμάτιο ενός ξενοδοχείου στην πλατεία Βάθη».
- Εσείς χρειάζεστε τους άλλους; Κάποιοι λένε ότι τους διώχνετε.
«Η απάντηση είναι: και φεύγουν και τους διώχνω. Τα πρόσωπα που ανήκουν στον παρελθόντα χρόνο κι έχουν τοποθετηθεί στο χώρο όπου η αυλαία έχει πέσει, τα ξεχνώ, τα διαγράφω, κι αυτό γιατί σέβομαι τις σχέσεις που έχω στον παρόντα χρόνο. Δεν κουβαλώ φαντάσματα. Τα σκοτώνω πριν δηλητηριάσουν το συναίσθημα. Οφείλεις να εμφανίζεσαι στους άλλους, ν' αφήνεις το περιθώριο να ζωγραφίσουν κι αυτοί στον καμβά. Κάποτε πέφτω κι εγώ στην παγίδα των πολλών: αντιμετωπίζω ως σημαντικότερο το χθες. Αλλά έτσι καταστρέφεις το παρόν και δηλητηριάζεις το μέλλον. Πιο κάτω θα συναντηθούμε με καινούριους ανθρώπους και δεν πειράζει που θα κάνουμε λάθη, τα οποία αν και φαίνονται ίδια είναι απλώς όμοια. Παραμένω πάντα και μόνον ανοιχτός».
- Παρ' όλο που οι φήμες σάς θέλουν εγωκεντρικό, δύσκολο, καχύποπτο και κάποτε βίαιο...
«Ισως επειδή κάποιοι συσχετίζουν την ανοιχτότητα με το χάζι, το σουλάτσο έξω από τη βιτρίνα: να έχεις ανοιχτά τα παράθυρα, να κάθεσαι από πίσω κι οι άλλοι να σε περιεργάζονται. Είμαι συνεχώς καχύποπτος, τόσο όσο να διαλύσω την καχυποψία μου σ' ένα δευτερόλεπτο. Οσο για τη βιαιότητα, παραμύθια. Κάποτε, όταν ήμουν πιτσιρικάς. Αλλά και τίποτα δεν είναι εντελώς ψέμα. Μόνο που το ελάχιστο αναπτύσσεται από κάποιους ως μυθιστόρημα».
- Δίνετε την εντύπωση ότι φλερτάρετε μ' αυτή την αμφιλεγόμενη εικόνα.
«Ακόμα κι αυτοί που ξέρουν την αληθινή εικόνα, προτιμούν να διατηρούν την περιρρέουσα, αφού το αρνητικό είναι γοητευτικότερο του θετικού και πρέπει να ομολογήσω ότι τους διευκόλυνα. Αδιαφορούσα, πίστευα ότι δεν χρειάζεται να ασχολούμαι. Απ' την άλλη όταν παράγεις ένα καλλιτεχνικό έργο, κάνεις μια γιορτή. Ανοίγεις το σπίτι σου, το στολίζεις, καλείς κόσμο. Από το να μην έρθει κανείς καλύτερα να έρθουν και οι εχθροί... Ο ήρωας αναρωτιέται: "γιατί όλη αυτή η αυτοανάλυση, τόση οικειότητα με τον εαυτό μας;". Είναι απλώς μεγαλομανία. Νομίζουμε ότι ερχόμαστε πιο κοντά στον εαυτό μας, αλλά στην ουσία απομακρυνόμαστε μέχρι που φτάνουμε να μην είμαστε εμείς αλλά το είδωλό μας. Μου συμβαίνει συχνά αλλά επανέρχομαι στην πραγματική μου συνθήκη, εκεί που δεν με κρίνω, εκεί που επιτρέπω στο θυμικό -ναι, για να το εκλογικεύσω στη συνέχεια- να υπερβεί το λογικό και να κινηθεί σε άγνωστα τοπία».
- Αφιερώνετε την παράσταση στη μνήμη του Αλέξη Μινωτή.
«Πιστεύω στη δημόσια αναφορά των ανθρώπων που μας έχουν καθορίσει. Είναι τσιγκουνιά να φέρεις κρυφά μέσα σου κάποιους ανθρώπους. Οι νεκροί ζουν στο στόμα των ζωντανών. Ο καλλιτέχνης πρέπει να κοιτάζεται σε σύγκριση και αντίθεση με τους απόντες καλλιτέχνες που εκτιμά. Δεν είναι τυχαίο που η παράσταση παίζεται στο "Υπόγειο" του Κουν. Πιστεύω σ' αυτόν τον μετα-θάνατο γάμο. Εδώ κατοίκησε η θεατρική ποίηση με τρόπο μεγαλειώδη ανοίγοντας νέα μονοπάτια».
- Και η άκρως... αντιποιητική περίοδος που διανύουμε ως χώρα;
«Ντρέπομαι. Κι όταν κάποιος ντρέπεται, ντρέπεται και να το πει. Δεν κοιτάζει τον άλλον στα μάτια, δεν μιλά. Ντρέπομαι γιατί μια ολόκληρη γενιά, η δική μου, είναι μουγκή εδώ και πολλά χρόνια. Η βουβαμάρα οφείλεται στο γεγονός ότι η δήθεν αντιεξουσιαστική της διάθεση ήταν τυπική, δήθεν. Στην πραγματικότητα ήθελε να στρογγυλοκαθίσει στον θώκο της εξουσίας και να γίνει χειρότερη από την προγενέστερη. Δεν πιστεύω στις δημόσιες δηλώσεις δημόσιων προσώπων. Ας τις έκαναν όταν έπρεπε. Τώρα τις θεωρώ εκπτώσεις στον κήπο του λαϊκισμού. Σωστά ο κόσμος τους γυρίζει την πλάτη, τους βρίζει. Επιμένω, ακόμα και το αίσθημα ντροπής, εντελώς προσωπικό, έχει κι αυτό ανάγκη προστασίας. Αυτό που κληροδοτούμε στα παιδιά μας είναι η πλήρης απαξία των πάντων, η ήττα της ίδιας της ζωής. Είναι τραγικό η νέα γενιά να ξεκινά απ' το μηδέν ή να "πηδάει" τις άμεσα προηγούμενες γενιές για ν' ακουμπήσει στο θολό τοπίο των παλαιότερων».
- Δεν επιμερίζονται οι ευθύνες;
«Ο Αισχύλος έχει ήδη απαντήσει. Από την στιγμή που περάσαμε τον νόμο σε άλλους για να κρίνουν τις πράξεις μας, πέθανε μέσα μας ο προσωπικός φόβος-σεβασμός σε κάποιες αξίες, και οδηγηθήκαμε με μεγαλύτερη ευκολία στο έγκλημα. Μισώ την ενοχή, αλλά πιστεύω ότι πρέπει να κουβαλάμε την προσωπική μας "νομοθεσία" και να συστήνουμε το προσωπικό μας "δικαστήριο". Την ευκολία τού "άλλος φταίει" πληρώνουμε. Ως τεμπέληδες αντί να ψάξουμε το δρόμο να κινηθούμε στα πλαίσια μιας ατομικά κοινωνικής συμπεριφοράς, αναθέσαμε το έργο σε άλλους και μας πέταξαν έξω. Οι ιδεολογίες εξέπεσαν σε ιδεοληψίες κι αυτοί οι "άλλοι" από φορείς κοινωνικής συνείδησης έγιναν φορείς της δικής τους ατομικότητας. Ας ελπίσουμε σ' αυτό που λέει το έργο, ένα απόφθεγμα του Ηράκλειτου: Παιδός η βασιλείη»... 
enet.gr / 7 / ΕΦΗ ΜΑΡΙΝΟΥ


Σχόλια