Χθες βράδυ με πήρε τηλέφωνο η Λιδονίκη. Δεν έχω γράψει ποτέ για την καλή φίλη, γνωριστήκαμε σε μια κοινή περιστασιακή αλλά πολύ πλούσια σε επαφή με ανθρώπους δουλειά πριν 12 χρόνια περίπου στην φοιτητική μου Αθήνα. Αυτά τα 12 χρόνια και μετά το τέλος της δουλειάς είναι ζήτημα αν έχουμε βρεθεί από κοντά πάνω από 10 φορές. Αυτή στο νότο εγώ στο βορρά, αλλά δεν είναι αυτός ο λόγος, μιλάμε στο τηλέφωνο, όχι συχνά. Το πιο σύντομο είναι ανά 1-1 ½ μήνα και έχουμε φτάσει και στους 6 μήνες καμιάς επικοινωνίας.
Έχουμε όμως κάνει μια συμφωνία, αν πάθει κάτι ο ένας από τους δυο και δεν είναι σε θέση να επικοινωνήσει με τον άλλον έχουμε ένα άτυπο δίκτυο κοινών γνωστών που θα ειδοποιήσουν τον έναν ή τον άλλον. Ευτυχώς δεν έχει χρειαστεί να γίνει ποτέ αυτό.
Έχουμε όμως κάνει μια συμφωνία, αν πάθει κάτι ο ένας από τους δυο και δεν είναι σε θέση να επικοινωνήσει με τον άλλον έχουμε ένα άτυπο δίκτυο κοινών γνωστών που θα ειδοποιήσουν τον έναν ή τον άλλον. Ευτυχώς δεν έχει χρειαστεί να γίνει ποτέ αυτό.
Ήταν τσατισμένη, τελευταία φορά είχαμε μιλήσει πριν από 3 μήνες περίπου. Ήταν ακαθόριστα τσατισμένη. Έκραζε τους πάντες και τα πάντα δίχως όμως να γίνεται συγκεκριμένη ενώ το’ χε το ρημάδι δεν ολοκλήρωνε. Άρχισε να μου λέει για το χαμό που γίνεται στους δρόμους, αλλά μόνο αυτό. Έκανα κάποιες διευκρινιστικές ερωτήσεις για να καταλάβω, τελικά κατάλαβε και αυτή. Είχε ‘’φορτώσει’’ γιατί χθες ήταν η μέρα των ανθρώπων με ειδικές ανάγκες, με κινητικά προβλήματα, των αναπήρων. Ευτυχώς το ορίσαμε. Της είπα ότι αύριο (σήμερα δηλαδή) είναι των αναπτήρων και γιορτάζουν όλα τα τσακμάκια, γελάσαμε και πήγ(αμ)ε στο επόμενο.
Δεν είναι κατάσταση αυτή με την ακρίβεια και την ανισότητα που υπάρχει συνέχισε. Αυτό ιάνει αλήθεια ήταν πιο συγκεκριμένο. Η μεγαλύτερη ξεφτίλα είναι η κοροϊδία που υπάρχει συμφωνήσαμε. Θυμήθηκα ότι νωρίτερα στις ειδήσεις άκουσα τον Φώλια, έλεγε ότι είναι ευθύνη της κυβέρνησης να βελτιώσει την ψυχολογία του κόσμου. Επίσης συμφωνήσαμε ότι πρόκειται για γιγάντια γενικότητα και λόγια του καθρέπτη. Μπορεί να σου πηγαίνουν όλα σκατά αλλά να’ σαι από τη φύση σου αισιόδοξος όποτε την παλεύεις με ένα είδος εικονικής πραγματικότητας, όχι ρεαλιστικής. Μιλούσαμε σαν να μιλάμε για την πραγματική και την εικονική οικονομία. Όμως είχαμε να κάνουνε με συναισθήματα και ψυχολογικές καταστάσεις κατά τον υπουργό και όχι μόνο. Οι περισσότεροι δεν είναι αισιόδοξοι από τη φύση τους, αν όμως ίσχυε αυτό ισχύει ότι και αυτή στερεύει. Οπότε πιο ρεαλιστικό και απτό θα’ ταν να βελτιώσουν την καθημερινότητα και μετά σίγουρα θα βελτιωθεί και η ψυχολογία. Αυτό όμως λέγεται προεκλογικά, δεν γίνεται ποτέ.
Πήγε να με ‘’πάρει’’ και εμένα η μπάλα, ήμουν έτοιμος να αρχίσω και εγώ παράπονα, το κατάλαβα και με σύντομο εσωτερικό διάλογο το σταμάτησα. Μετά η καλή μου Λιδονίκη το γύρισε στους παπάδες και σε όσα γίνονται τελευταία, εκεί διαφώνησα. Της είπα ότι αυτοί κάνουν την δουλειά τους εφ’ όσον υπάρχουν πρόβατα που δεν βελάζουν αλλά θορυβούν. ‘’Ούγκες’’ του είπαμε και δεν κάνουμε ραδιόφωνο για να ακούσετε να επιφωνήματά μας και να καταλάβετε.
Είπαμε και άλλα και κυρίως εκείνη έλεγε ενώ εγώ έθετα διευκρινιστικές ερωτήσεις. Της είπα ότι με κούρασε και γέλασε. Ζήτησα να μου κάνει το πιο απλό παράπονο από την καθημερινότητα της, την ολόδικια της καθημερινότητα όμως. Έγινε παύση. Πίστεψα ότι δεν υπάρχει κάτι άλλο, όταν σχεδόν φώναξε : αααααααα!!!!!!!!!!!!!! Δεν αντέχω τον τύπο που μας μεταφέρει στο κτήριο με το ασανσέρ. Είναι σαν να μην έχει πλυθεί ποτέ στη ζωή του, αυτός και η γαμημένη στολή του. Δεν τον αντέχω βρωμάει, συνέχισε. Τη διέκοψα λέγοντας της : άκου να σου πω αυτό που έχουμε δημιουργήσει είναι σαν λευκή σελίδα χαρτιού που την χρωματίζουμε κάθε φορά με ότι χρώμα προκύπτει. Τώρα αποφασίζω να μην βάλουμε όχι μόνο σκατή χρώμα στο χαρτί μας, αλλά ούτε μυρωδιά τέτοιου είδους. Σταματάμε εδώ. Γελάσαμε λέγοντας καληνύχτα.
Σχόλια