Ζαβιτσιάνου όπως Ζωή

Περασμένη Παρασκευή, περασμένα μεσάνυχτα, πολύ περασμένα. Μουσική και κουβέντες στο ραδιόφωνο με διάθεση παράξενη. Μια άγνωστη αναμονή. Καθόμουν και άκουγα, μόνο αυτό. ''Περίμενα'' και άκουγα. Μετά ήρθε το δελτίο ειδήσεων. Η αναμονή τέλειωσε.

Η Βέρα Ζαβιτσιάνου πέθανε. Είναι παράξενο, είναι οικείο. Οικείο γιατί θεωρώ τυχερό τον εαυτό μου που πρόλαβα και την είδα στο θέατρο. Έλεγα ''είναι μεγάλη θα πεθάνει κάποια στιγμή'' και δεν ήθελα την ίδια στιγμή να πιστέψω την σκέψη μου.

Πρώτη φορά τη γνώρισα το ΄95 ή ΄96 στο Εθνικό ως ''Σάρα Μπερνάρ : Το Τελευταίο Καλοκαίρι'' μαζί με τον Στέφανο Ληναίο. Τώρα σκέφτομαι σαν να’ παίζε τον εαυτό της. Πόσο θα’ θέλα να δω ξανά εκείνη την παράσταση.

Δεν νομίζω να υπήρχε πιο αέναη, πιο ποιητική, πιο ερωτική, πιο ανάλαφρη, πιο γήινη μορφή αυτής της ηλικίας. Λίγα χρόνια μετά την ξανασυνάντησα στους ''Άστεγους'', αργότερα ως τρελή γιαγιά στο ''Σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα'' και τέλος στο Κάππα το 2002, με το ''Ταξίδι μεγάλης μέρας μέσα στη νύχτα'' του Ο’ Νηλ.

Για αυτό νοιώθω τυχερός. Πλούτος το θέατρο, πλούτους που δεν υπολογίζεται, πλούτος που δεν βλέπεται, δεν πιάνεται. Απλά υπάρχει και τοκίζεται μέσα μας. Η αίσθηση μετά από μια καλή παράσταση, το ''γέμισμα'', ο πλούτος που λέγαμε πριν. Και αυτό το οφείλουμε σε ανθρώπους σαν τη Βέρα Ζαβιτσιάνου.

Υπάρχει ακόμα στα αυτιά μου η συρτή λεπτή, νεανικά γερασμένη της φωνή. Δε θυμάμαι λόγια συγκεκριμένα, και να θυμόμουν δε θα΄ χε σημασία, δεν θα μπορούσα να μεταφέρω. Απλά υπάρχει εκείνη η φωνή μέσα μου. Αιώνια αρχοντική. Γι αυτό σας λέω ξανά ότι είμαι τυχερός και εύχομαι να ισχύει το ίδιο και σε σας.

Θα’ θελα να’ μουν αύριο το απόγευμα στην Αθήνα, στο Φάληρο για να την χαιρετήσω.
β.ψ.

Σχόλια