Τι σημαίνει: Γάζα

Από το efsyn.gr / 
ΝΗΣΙΔΕΣ / Παύλος Μεθενίτης
Καμιά φορά οι ιστορίες που αφηγούνται οι ίδιες οι λέξεις είναι αναπάντεχες – η ετυμολογία είναι ένα όχημα που μπορεί να σε ταξιδέψει πολύ μακριά. Και είναι σαγηνευτικό το πόσο απρόβλεπτο, χαοτικό είναι αυτό το ταξίδι στις ρίζες των λέξεων που χρησιμοποιούμε καθημερινά.

Να, πάρτε για παράδειγμα το ουσιαστικό «γάζα». Και το τοπωνύμιο «Γάζα». Και οι δύο λέξεις κυριαρχούν στην επικαιρότητα, συνδεδεμένες με τον πλέον φρικιαστικό τρόπο. Μέχρι τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές το Ισραήλ ισοπεδώνει με βόμβες τη Λωρίδα της Γάζας στην Παλαιστίνη, προκαλώντας μία άνευ προηγουμένου ανθρωπιστική καταστροφή.

Εκατοντάδες χιλιάδες έχουν εγκαταλείψει τις εστίες τους για να γλιτώσουν από τους βομβαρδισμούς, ενώ οι παραμένοντες δεν έχουν τρόφιμα, καύσιμα, νερό ή ηλεκτρικό. Οι τραυματίες δεν είναι ασφαλείς ούτε στα νοσοκομεία όπου καταφεύγουν, γιατί κι εκεί τους στοχεύουν πύραυλοι! Ολα τα νοσοκομεία της Γάζας μέρα με τη μέρα ξεμένουν από ό,τι χρειάζονται για να ανακουφίσουν κάπως την πλημμυρίδα της φρίκης και του πόνου, δηλαδή φάρμακα και αναλώσιμα, όπως είναι οι γάζες... Οι γάζες!

Ποιος θα το πίστευε πως η γάζα, ο επίδεσμος, έχει κοινή ετυμολογική προέλευση με τη Γάζα, τον τόπο; Ιδιες λέξεις μεν, φυσικά, αλλά φαινομενικά χωρίς καμία σχέση μεταξύ τους. Κι όμως... Η γάζα είναι το αποστειρωμένο αραχνοΰφαντο βαμβακερό ύφασμα για φαρμακευτική χρήση, δηλαδή για κατασκευή επιδέσμων και επίδεση τραυμάτων, και γενικότερα, οποιοδήποτε λεπτό και διαφανές ύφασμα αραιής ύφανσης από μετάξι, λινό ή βαμβάκι – συνώνυμα: «τούλι» και «τουλπάνι». Ο Κώστας Βάρναλης είχε χρησιμοποιήσει τη λέξη σε έναν πολύ ωραίο στίχο: «ω της αυγής κροκάτη γάζα, γαρούφαλλα του δειλινού», έλεγε, στο ποίημά του «Οι μοιραίοι».

Η λέξη, σύμφωνα με το Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, παράγεται από το γαλλικό «gaze», από την πόλη της Παλαιστίνης «Gaza», όπου καλλιεργείται βαμβάκι και λινάρι!

Φανταστείτε πόσο ξακουστή ήταν αυτή η πόλη για τα βαμβακερά και λινά υφάσματά της, για να δώσει το όνομά της στους επιδέσμους από αυτά τα υλικά... Και βέβαια μιλάμε για τη γνωστή Γάζα, την πόλη της Παλαιστίνης (ή του ΝΑ Ισραήλ, κατ’ άλλους) στη Μεσόγειο θάλασσα, που ήταν υπό αιγυπτιακή κυριαρχία, η ίδια η πόλη και η περιοχή γύρω της (η «Λωρίδα της Γάζας») μέχρι το 1967, οπότε την κατέλαβαν οι Ισραηλινοί. Το τοπωνύμιο «Γάζα», λοιπόν, προέρχεται από το εβραϊκό «Azza», κι αυτό από το αραβικό «Gazzah», από το ουσιαστικό «az», που σημαίνει «ισχύς», «δύναμη». «Gazzah» ήταν αρχικά το όνομα ενός οχυρού στην περιοχή, λέει το Λεξικό...

Αυτή η Γάζα λοιπόν (αραβικά: غزة Ġazzah, εβραϊκά: עַזָּה Aza), που τώρα μεταβάλλεται σε έναν απέραντο ερειπιώνα, κατοικείται, λέει η Γουικιπίντια, αδιαλείπτως για περισσότερο από 3.000 χρόνια. Η πρώτη της αναφορά γίνεται επί φαραώ Τούθμωση, δηλαδή μιλάμε περίπου για το 1500 π.Χ. Τότε η πόλη ήδη κατοικούνταν από τους Φιλισταίους (τους «Πελεστέτ» της Γραμμικής Β’), που κάποιοι τους δίνουν καταγωγή από την αρχαία Κρήτη. Για την κομβική της θέση –λιμάνι στη Μεσόγειο–, τη Γάζα την πρόσεξαν και την κατέκτησαν πολλοί: Αιγύπτιοι, Ισραηλίτες, Ασσύριοι, Πέρσες, Ελληνες, Ρωμαίοι, Βυζαντινοί, Αραβες, Οθωμανοί, Αγγλοι...

Τόσοι και τόσοι περάσαν από πάνω της, τόσοι πολέμησαν και μάτωσαν για τη Γάζα, δένοντας τα τραύματά τους με επιδέσμους από φίνο, αραχνοΰφαντο λινό ή βαμβάκι, με γάζες, που τώρα σώθηκαν στα νοσοκομεία της πόλης...
Και των αρχαίων Κυβερνητών τα έργα πληρώνοντας η Χτίσις, θα φρίξει. Ταραχή θα πέσει στον Άδη, και το σανίδωμα θα υποχωρήσει από την πίεση τη μεγάλη του ήλιου. Αλλά πριν, ιδού, θα στενάξουν οι νέοι, και το αίμα τους αναίτια θα γεράσει. [...] Και θα ’ρθουνε χρόνια χλωμά και αδύναμα μέσα στη γάζα. Και θα ’χει καθένας τα λίγα γραμμάρια της ευτυχίας. Και θα ’ναι τα πράγματα μέσα του κιόλας ωραία ερείπια.

Οδυσσέας Ελύτης, «Προφητικόν» (απόσπασμα)

Σχόλια