Τέλειωνα το Λύκειο, εκείνα τα θλιβερά χρόνια της χούντας, όταν διάβασα για ένα θεατρικό έργο που παιζόταν στο Εθνικό Θέατρο (αν δεν κάνω λάθος). Παρότι οι κριτικές ήταν χλιαρές έως κακές, η υπόθεση του έργου μού κέντρισε το ενδιαφέρον.
Πριν απ’ όλα, ο τίτλος του («Το φως του γκαζιού») με προϊδέαζε για μια ατμόσφαιρα εποχής. Πράγματι, η υπόθεση είχε όλα τα στοιχεία ενός ψυχολογικού θρίλερ. Στο Λονδίνο του 1880 ο Τζακ Μάνινχαμ προσπαθεί αργά και μεθοδικά να πείσει τη γυναίκα του, Μπέλα, ότι είναι τρελή για να οικειοποιηθεί την περιουσία της. Στη σοφίτα του σπιτιού που κατοικούν υπάρχουν κρυμμένα κοσμήματα. Ο Μάνινχαμ ψάχνει κρυφά τα βράδια εκεί για να ανακαλύψει τα κοσμήματα. Καθώς φωτίζει τον χώρο χρησιμοποιώντας το γκάζι, το φως του γκαζιού στο σαλόνι του σπιτιού χαμηλώνει και δημιουργεί μια εφιαλτική ατμόσφαιρα που τρομάζει την Μπέλα...
Θυμάμαι ότι βγήκα από το θέατρο γοητευμένος αλλά και θυμωμένος, με την πεποίθηση ότι το έργο αυτό –εξαιρετική σπουδή στην ανθρώπινη ψυχολογία του φόβου– άξιζε τελικά κάτι πολύ περισσότερο από αυτό που είχαν αντιληφθεί κάποιοι κριτικοί της εποχής.
Χρόνια αργότερα, στο Παρίσι, μάθαινα για τον σημαντικό Βρετανό θεατρικό συγγραφέα και μυθιστοριογράφο Πάτρικ Χάμιλτον και για τις δύο φορές που το έργο του αυτό είχε μεταφερθεί στον κινηματογράφο: η πρώτη ήταν το 1940 στην Αγγλία από τον Θόρολντ Ντίκινσον και η δεύτερη στην Αμερική το 1944 από τον Τζορτζ Κιούκορ, με τον Σαρλ Μπουαγιέ και την υπέροχη Ινγκριντ Μπέργκμαν. Παρ’ όλο που η αμερικανική εταιρεία παραγωγής ΜGM προσπάθησε να καταστρέψει όλες τις κόπιες της αγγλικής παραγωγής, δεν το κατόρθωσε. Ετσι, αυτή η πρώτη διασκευή θεωρείται δίκαια η καλύτερη.
Ομως το πιο σημαντικό είναι ότι σήμερα πλέον, σχεδόν έναν αιώνα από τη συγγραφή του έργου του Χάμιλτον (1938), το «Φως του γκαζιού» ταυτίστηκε με μια συγκεκριμένη ψυχολογική κατάσταση που ονομάστηκε gaslighting. Είναι μια ειδική μορφή χειραγώγησης με την οποία ο θύτης προσπαθεί να σπείρει αμφιβολίες στο θύμα ώστε αυτό να αμφιβάλλει για την ίδια του τη μνήμη, την αντίληψη και τη λογική.
Πρόκειται για μια απεχθή και ύπουλη μορφή ψυχολογικής (αλλά και σωματικής) κακοποίησης, η οποία συναντάται σε κάθε είδους συντροφικές σχέσεις, ερωτικά ζευγάρια ή περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας. Συνήθως ο θύτης είναι ο άντρας και ασκείται στη γυναίκα, όπως διαπιστώνουμε σ’ έναν μεγάλο αριθμό κινηματογραφικών ταινιών που είναι παραλλαγές στο θέμα. Εδώ υπάρχουν έμφυλα χαρακτηριστικά που αντανακλούν πατριαρχικές αντιλήψεις. Ομως το gaslighting μπορεί να ασκηθεί και από γυναίκα σε άνδρα. Και από γυναίκα σε γυναίκα, αν θυμηθούμε τον Χίτσκοκ («Ρεβέκκα», «Στον αστερισμό του Αιγόκερω»).
Χαίρομαι πολύ για τη δικαίωση του έργου και του συγγραφέα του. Και θα επανέλθω με ένα ακόμα σπουδαίο έργο του που μεταφέρθηκε στο σινεμά κι έχει σήμερα ξεχωριστή σημασία.
*Σκηνοθέτης, διευθυντής Film Studies BA, MA New York College, Athens, University of Greenwich, UK
Σχόλια