Από το news247.gr/ ΘΟΔΩΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ
Φέτος χωρίσαμε τις ταινίες της χρονιάς σε ζευγαράκια– δείτε το και σαν έναν τρόπο να αναζητήσετε ένα ενδιαφέρον συμπλήρωμα σε κάποιο φιλμ που ενδεχομένως σας άρεσε.
Θεωρήθηκε από πολύ κόσμο ως αδύναμη χρονιά κυρίως λόγω της ιδιαίτερης επιλογής του διαγωνιστικού τμήματος στις Κάννες (με αποτέλεσμα ωστόσο να βγουν μερικές αληθινά εξαιρετικές αν και δύσκολες ταινίες) και έπειτα του αμφίβολου buzz στη Βενετία.
Αυτές όμως είναι παροδικές αντιδράσεις που έρχονται και φεύγουν. Κι αυτό που μένει είναι οι ταινίες, που και φέτος ήταν πολλές, απαιτητικές, άκρως διασκεδαστικές, από όλα είχε η επιλογή. Με ένα μπλοκμπάστερ σινεμά σε εντυπωσιακή φόρμα από το Top Gun: Maverick ως το Avatar: The Way of Water, με ένα φεστιβαλικό σινεμά να φέρνει άφοβες ταινίες στην επιφάνεια (είναι απίστευτο και μόνο ότι πήρε διανομή μια ταινία σαν το ΕΟ), με μεγάλους auteurs να πετυχαίνουν μεγάλες κορυφές (από Σπίλμπεργκ μέχρι Παρκ Τσαν-γουκ), και με ανεξάρτητες εκπλήξεις να δίνουν το κάτι παραπάνω στην χρονιά.
Ειδικά δε για την ελληνική διανομή, μπορεί να είναι σύνηθες πολλές οσκαρικές ταινίες μιας χρονιάς να κυκλοφορούν στις αρχές της επόμενης, όμως λόγω πανδημίας και έρημων χειμερινών αιθουσών κατά την περσινή (και τη φετινή βέβαια, αλλά λέμε τώρα) αιθουσών, το φαινόμενο φέτος ενισχύθηκε. Έτσι, μες στο ‘22 κυκλοφόρησε πρακτικά όλη η περσινή σοδειά, συν αρκετά από τα φετινά.
Επιπλέον, το ‘22 αποδείχθηκε μια εξαιρετικά δυνατή χρονιά για τις ανοιξιάτικες και καλοκαιρινές κυκλοφορίες– όπως φαίνεται εξάλλου κι από την οσκαρική συζήτηση που αυτή τη στιγμή εμπλέκει ως μεγάλα φαβορί τουλάχιστον τρία φιλμ της περασμένης άνοιξης/καλοκαιριού.
Συνυπολογίζοντας όλα αυτά, συν τις περιστασιακές φιλμικές αποκαλύψεις (RRR!!), καταλήγουμε με μια λίστα αδύνατον να περιοριστεί στις 10 επιλογές. Τι θα λέγατε όμως αντ’αυτού για 10 double features (και 1-2 triple για έξτρα κέφι). Βρήκαμε πως αρκετές από τις καλύτερες φετινές κυκλοφορίες βρίσκονται σε απρόσμενο διάλογο μεταξύ τους: Σκεφτόμασταν συνεχώς τον Τομ Κρουζ και τον Τζόνι Νόξβιλ ως σταρ-κασκαντέρ που τα βάζουν με τον χρόνο, σκεφτόμασταν το πώς κινούνται οι κάμερες του Γέρζι Σκολιμόφσκι και του Μάικλ Μπέι.
Γι’αυτό φέτος χωρίσαμε τις ταινίες της χρονιάς σε ζευγαράκια– δείτε το και σαν έναν τρόπο να αναζητήσετε ένα ενδιαφέρον (και κυρίως απρόσμενο) συμπλήρωμα σε κάποιο φιλμ που ενδεχομένως σας άρεσε. Για τη λίστα ελήφθησαν υπόψη όλες οι εμπορικές κυκλοφορίες πρώτης προβολής στην Ελλάδα μες στο ‘22, σε σινεμά, streaming ή τηλεοπτική πρεμιέρα.
ΧΤΙΖΟΝΤΑΣ ΜΥΘΙΚΟΥΣ ΚΟΣΜΟΥΣ
Τα Πάντα Όλα (Everything Everywhere All at Once, Ντάνιελς)
Τρεις Χιλιάδες Χρόνια Προσμονής (Three Thousand Years of Longing, Τζορτζ Μίλερ)
Η φαντασία τελικά μπορεί να αληθινά ανίκητη, ειδικά όταν συνδέεται με κάτι αδιαπραγμάτευτα προσωπικά. Οι Ντάνιελς συνθέτουν την περσόνα μιας απόλυτα συνηθισμένης (κι άρα απόλυτα σπουδαίας) γυναίκας που σπάει σε χίλια κομμάτια –και κόσμους– προκειμένου να βρει τον εαυτό της, ενώ ο Τζορτζ Μίλερ δημιουργεί επιβλητικούς τόπους και εποχές για να πει την ιστορία πολλών χαμένων ευκαιριών και, τελικά, της συνειδητοποίησης πως ποτέ τίποτα δεν τελειώνει ιδανικά.
WE FELL IN LOVE IN A HOPELESS PLACE
Bones and All (Λούκα Γκουαντανίνο)
Παρίσι, 13ο Διαμέρισμα (Paris, 13th District / Les Olympiades, Ζακ Οντιάρ)
Εγκλήματα του Μέλλοντος (Crimes of the Future, Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ)
Ο Γκουαντανίνο, ο Οντιάρ κι ο Κρόνενμπεργκ εμπνέονται με πολύ ελεύθερο τρόπο από ένα young adult βιβλίο, ένα (εξαιρετικά σεβαστό) κόμικ και το ίδιο το κινηματογραφικό παρελθόν τους αντίστοιχα, για να χαρτογραφήσουν ολόκληρες πόλεις απομόνωσης και αποκτήνωσης καθώς οι μοναχικοί τους ήρωες αναζητούν το πάθος και την σύνδεση μέσα σε αυτές– ακόμα κι όταν δεν ξέρουν τι είναι αυτό που περιμένουν να βρουν. Από μια σαπισμένη Αθήνα στο ασπρόμαυρο Παρίσι και ως την αμερικάνικη επαρχία, από παρελθόν ως το παρόν κι ως ένα απροσδιόριστο μέλλον, αυτό που τελικά πάντοτε μένει πάντα απρόβλεπτο, ανεξέλεγκτο και ορμητικά παθιασμένο, είναι το σώμα.
ΣΤΑΡ-ΚΑΣΚΑΝΤΕΡ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟΝ ΙΔΙΟ ΤΟΝ ΧΡΟΝΟ
Top Gun: Maverick (Τζόζεφ Κοζίνσκι)
Jackass Forever (Τζεφ Τρεμέιν)
Στο Top Gun: Maverick ο Τομ Κρουζ τα έβαλε με τον ίδιο τον χρόνο καθώς συνεχίζει να δωρίζει σώμα και πνεύμα στην κινηματογραφική δράση φτάνοντας στα άκρα και καθυστερώντας το αναπόφευκτο– μια ιδέα φυσικά απολύτως δεμένη μες στο DNA της ιστορίας της ταινίας. Στο δε Jackass Forever, η γνωστή παρέα επιστρέφει, με τον Τζόνι Νόξβιλ πλέον με ασπρισμένα μαλλιά και το πέρασμα του χρόνου να βαραίνει το παραμικρό stunt που 1-2 δεκαετίες πριν, αυτοί οι jackass θα πετύχαιναν με κλειστά τα μάτια. Υπάρχει τελικά κάτι πολύ μεστό κι ανθρώπινο (κι οριακά συγκινητικό και στις δύο περιπτώσεις) στο να βλέπεις ένα μάτσο παλιοσειρές να συνεχίζουν να εκτελούν τα πιο απίθανα κόλπα on camera φλερτάροντας με τον θάνατο– ίσως επειδή μόνο έτσι νιώθουν ότι τον ξεγελούν.
Η ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΤΟΥΣ
Drive My Car (Ριγιουσούκε Χαμαγκούτσι)
Περιμένοντας τον Μποτζάνγκλς (En Attendant Bojangles / Waiting for Bojangles, Ρεζί Ρουανσάρ)
Elvis (Μπαζ Λούρμαν)
France (Μπρούνο Ντιμόν)
Πλήρως διαφορετικές σε τόνο και προθέσεις, αλλά και στο πώς αντιμετωπίστηκαν από τον κινηματογραφικό χώρο. Το Drive My Car, δικαίως από τις πιο αγαπητές ταινίες της τελευταίας διετίας με βραβεία από τις Κάννες ως τα Όσκαρ, εκτόξευσε τον σκηνοθέτη του σε στάτους σινεφίλ νέου ήρωα. Το Περιμένοντας τον Μποτζάνγκλς, από τον σκηνοθέτη του αγαπημένου, ευρηματικού Χτυποκάρδια στο Γραφείο, πέρασε και δεν ακούμπησε παρά την παρουσία (και τις εκπληκτικές ερμηνείες) των Βιρζινί Εφιρά και Ρομέν Ντιρίς. Το παραγνωρισμένο France εξετάζει τον μοντέρνο κόσμο μέσα από το ξεφλούδισμα επιπέδων κατασκευής και περφόρμανς (με μια εκπληκτική Λέα Σεϊντού να πρωταγωνιστεί). Ενώ το Elvis είναι από ερωτηματικά της ερχόμενης οσκαρικής περιόδου έχοντας γίνει αληθινή επιτυχία στα ταμεία, βασισμένο στην σχεδόν out of body εμπειρία της ερμηνείας του Όστιν Μπάτλερ και της μανιακά οπερατικής σκηνοθετικής προσέγγισης του Μπαζ Λούρμαν. Σε όλες όμως τις περιπτώσεις, πίσω από τις διαφορετικού τύπου παραστάσεις (θεατρικές, μουσικές ή προσωπικές), κρύβεται μια σαρωτικά συναισθηματική σταδιακή επεξεργασία ενός βαθύτατου, ανθρώπινου πόνου.
ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ
Avatar: The Way of Water
Avatar: The Way of Water (Τζέιμς Κάμερον)
Τι Βλέπουμε Όταν Κοιτάμε τον Ουρανό; (What Do we See When we Look at the Sky? / Ras vkhedavt, rodesac cas vukurebt?, Αλεξάντερ Κομπερίτζε)
Υπάρχουν πολλοί διαφορετικοί τρόποι να υφάνεις μια παραμυθένια ιστορία που συνεπαίρνει τους θεατές πείθοντάς τους να αφήσουν πίσω τον δικό τους αναγνωρίσιμο, κυριολεκτικό κόσμο. Στην περίπτωση του «βασιλιά» Τζέιμς Κάμερον, αυτό σημαίνει το να δημιουργήσεις μεθοδικά, υπομονετικά, στη διάρκεια μιας δεκαετίας, μια ολόκληρη νέα χώρα του Ποτέ-Ποτέ και να χτίσεις μια επική αφήγηση πάνω σε γνώριμα αρχέτυπα κόβοντας την ανάσα. Στην περίπτωση του γεωργιανού Αλεξάντερ Κομπερίτζε, σημαίνει το να πάρεις μπανάλ κομμάτια μιας απλής καθημερινότητας και να τα νοηματοδοτήσεις εκ νέου, δίνοντας νέα πνοή σε αυτό που αποκαλούμε «μαγικό ρεαλισμό».
ΨΗΦΙΑΚΑ ΘΡΙΛΕΡ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΗΣ ΠΑΝΔΗΜΙΑΣ
Kimi (Στίβεν Σόντερμπεργκ)
Zeros and Ones (Έιμπελ Φεράρα)
Μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού οι ταινίες που ενδιαφέρθηκαν αλλά και μπόρεσαν να πουν κάτι ουσιαστικό και ευρηματικό μέσα στο υπερβολικά κοντινό ακόμα, context της πανδημίας. Ο Σόντερμπεργκ, που έτσι κι αλλιώς ποτέ δεν κωλυσιεργεί, δεν χρειάστηκε να το σκεφτεί και πολύ πριν τοποθετήσει το εκπληκτικό, χιτσκοκικό του νέο θρίλερ στην work from home μετα-λόκνταουν πραγματικότητα, συνδέοντας μια απίστευτα αγωνιώδη αφήγηση επιβίωσης με το άγχος της επιστροφής σε μια όποια κανονικότητα. Ενώ ο Φεράρα στο Zeros and Ones βάζει τον Ίθαν Χοκ σε διπλό (ή μήπως τριπλό) ρόλο να μεταδίδει μηνύματα Αποκάλυψης και επιβίωσης σα να ήταν φάντασμα της ψηφιακής εποχής, με σκηνικό μια πανδημικά ερειπωμένη Ιταλία.
ΡΟΜΑΝΤΣΟ ΚΑΙ ΤΡΑΓΩΔΙΑ
Συρανό ντε Μπερζεράκ (Cyrano, Τζο Ράιτ)
Απόφαση Φυγής (Decision to Leave / Heojil kyolshim, Παρκ Τσαν-γουκ)
Δύο από τις πιο ρομαντικές ταινίες της χρονιάς, που μπορεί να εκφράζουν τον πόνο και την τραγική τους διάσταση με εντελώς διαφορετικό τρόπο αλλά καταλήγουν σε ένα εξίσου «η καρδιά μου» μέρος. Και το πετυχαίνουν μάλιστα υπηρετώντας με εντυπωσιακό τρόπο τους κώδικες του εκάστοτε είδους τους: Ο Τζο Ράιτ στήνει με χειροπιαστή θεατρικότητα ένα επικολυρικό μιούζικαλ που σου ξεριζώνει την καρδιά κι ο Παρκ Τσαν-γουκ ένα πανέμορφο νεονουάρ στην ψηφιακή αιχμή, αμφότερα ερμηνευμένα με έναν συναισθηματικά ορθάνοιχτο τρόπο που δεν αφήνει περιθώρια: Είτε τα νιώθεις απόλυτα, ή καθόλου.
ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ
Σελήνη, 66 Ερωτήσεις (Ζακλίν Λέντζου)
The Fabelmans (Στίβεν Σπίλμπεργκ)
Η μαγεία του σινεμά: Όταν το κεντητό, απαιτητικό ντεμπούτο μιας σκηνοθέτη του ευρωπαϊκού arthouse και το 35o, πλήρως mainstream φιλμ του σπουδαιότερου χολιγουντιανού auteur βρίσκουν σημείο σύγκλισης στον τρόπο με τον οποίο οι δημιουργοί κοιτάζουν με θάρρος και αναζήτηση μέσα τους, στο παρελθόν τους, ανασυστήνοντας ιστορίες, αποκόμματα, καρέ, αναμνήσεις και βιώματα ώστε να τα κοιτάξουν κατάματα. Υπάρχει κάτι υπέροχα χειροτεχνικό και στις δύο ιστορίες– στην μία εκφράζεται ως μια κολάζ υφή στοιχείων, εικόνων και ήχων, στην άλλη ως μια εξερεύνηση της ίδιας της αφηγηματικής κατασκευής. Με άφησαν κι οι δύο μαγεμένο.
ΑΝΤΙ-ΑΠΟΙΚΙΟΚΡΑΤΙΚΕΣ ΦΑΝΤΑΣΙΕΣ
RRR (Σ. Σ. Ρατζαμούλι)
Zombi Child (Μπερτράν Μπονελό)
Λίγα πράγματα υπήρξαν πιο απολαυστικά στο φετινό σινεμά από ό,τι η αγνή χαρά με την οποία το θαυματουργό RRR ξεδίπλωνε στην οθόνη το αντι-αποικιοκρατικό μένος του, με τους άγγλους να παίρνουν τον ρόλο του χάρτινου μοχθηρού κακού που το Χόλιγουντ επιφυλάσσει εδώ και δεκαετίες σε οτιδήποτε αντιλαμβάνεται ως «εξωτικό». Ο Ραζαμούλι μπλέκει Ιστορία, μυθολογία και οριακά υπερηρωική εικονογραφία για να σκηνοθετεί την πιο αποστομωτική περιπέτεια της χρονιάς, την ώρα που ο Μπονελό στο εκπληκτικό προπέρσινο (αλλά που κυκλοφορεί τώρα στην Ελλάδα, σε λίγες μέρες) Zombi Child αφηγείται μια υπνωτιστική ιστορία ενηλικίωσης μπολιασμένη με κληροδοτημένους εφιάλτες από το αποικιοκρατικό παρελθόν της χώρας του, τους οποίους αποτυπώνει στην οθόνη ως vibes-only ζόμπι τρόμο.
ΔΙΝΟΝΤΑΣ ΧΩΡΟ ΣΤΗΝ ΑΠΩΛΕΙΑ
Πιο Πολύ από Ποτέ (More Than Ever / Plus que Jamais, Εμιλί Ατέφ)
Μετά τον Γιανγκ (After Yang, Κογκονάντα)
Δύο από τις πιο συγκλονιστικές ταινίες της χρονιάς μίλησαν με τον τρόπο τους για το πώς επεξεργαζόμαστε και το πώς βιώνουμε την απώλεια ως κάτι το χειροπιαστό. Στο Πιο Πολύ από Ποτέ η Βίκι Κριπς παίζει μια γυναίκα που πεθαίνει και κυριολεκτικά αλλάζει χώρο απλώς και μόνο ώστε να μπορέσει να ακούσει ξανά τον εαυτό της και το σώμα της, να νιώσει ξανά ως κάτι δικό της κι όχι ως προβολές των όσων νιώθουν οι άλλοι. Στο σπουδαίο Μετά τον Γιανγκ, ο μέγας αρχιτέκτονας Κογκονάντα στέλνει τον Κόλιν Φάρελ σε μια –αδιέξοδη, δε θα μπορούσε να είναι κάτι άλλο– αναζήτηση, σαν ο θάνατος να ήταν ένα μυστήριο που μπορεί να επιλυθεί. Και στις δύο περιπτώσεις, αυτό που βρίσκεται κάτω από την επιφάνεια είναι μια πλούσια ζωή, εμπειρίες, βιώματα, εικόνες, αναμνήσεις. Larger than life ψηφιδωτά ζωών ζησμένων στο έπακρο.
Η ΚΑΜΕΡΑ ΕΙΝΑΙ ΠΑΝΤΟΥ
Ασθενοφόρο (Ambulance, Μάικλ Μπέι)
ΕΟ (Γέρζι Σκολιμόφσκι)
Με την κάμερα σε διαρκή κίνηση, αναζητώντας οπτικές γωνίες και τοποθετήσεις που δεν μπορούσες να φανταστείς πως υπήρχαν, ο Μάικλ Μπέι κι ο Γέρζι Σκολιμόφσκι ακολούθησαν αμφότεροι τις χαοτικά αδιέξοδοες διαδρομές των ηρώων τους (είτε ήταν ένα γαϊδούρι που ταξιδεύει μια χώρα, είτε ένα δίδυμο κλεφτών σε μια ληστεία που φυσικά πήγε λάθος) με φόντο μια κοινωνία συστημικά επιθετική, πάνω σε μια αιχμή απότομης, κυνικής αλλαγής. Το σχεδόν αβάν γκαρντ πολωνικό φιλμ ΕΟ και το οπτικά επιθετικό μπλοκμπάστερ Ασθενοφόρο έρχονται από τα δύο απόλυτα άκρα του φάσματος της κινηματογραφικής παραγωγής αλλά με έναν απρόσμενο τρόπο είναι κομμάτια της ίδιας συζήτησης– κι αποτελούν αμφότερα, ξεκάθαρα highlights της καριέρας και των δύο έτσι κι αλλιώς σπουδαίων δημιουργών τους.
Η ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΤΑΙΝΙΑ ΤΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ
Το Γεγονός (Happening / L'Événement, Οντρέ Ντιγουάν)
Θα ήταν σπουδαία ακόμα και χωρίς η Ανί Ερνό να έχει κερδίσει το Νόμπελ ξεσηκώνοντας ένα σωρό συζητήσεις περί υψηλής και λαϊκής τέχνης ή περί θεματικής τοπικότητας. Θα ήταν σπουδαία ακόμα και να μην ήταν τελικά τόσο τραγικά επίκαιρη, με την κυκλοφορία της να συμπίπτει με την εξοργιστική απόφαση του ανώτατου δικαστηρίου των ΗΠΑ.
Βασισμένη στο βιβλίο της Ανί Ερνό, η ιστορία ακολουθεί μια νεαρή γυναίκα στη Γαλλία του 1963 καθώς προσπαθεί απεγνωσμένα να βρει διέξοδο και να κάνει έκτρωση, προκειμένου να συνεχίσει τη φοίτηση και τα σχέδια για το μέλλον της ζωής της. Καθώς η έκτρωση ακόμα ήταν παράνομη, η Αν συναντά εμπόδιο μετά το εμπόδιο μέσα σε ένα αδιέξοδο κοινωνικό λαβύρινθο με τον χρόνο να μετρά αντίστροφα. Είναι σχεδόν σα να βλέπουμε την ηρωίδα σε κάποια ταινία τρόμου, σε κάτι σαν το Alien, να τα βάζει με το ίδιο της το σώμα επειδή είναι η μόνη της ελπίδα για επιβίωση.
Πρόκειται για μια εντυπωσιακή δουλειά που, χάρη στην σαφήνεια της θέσης της, την κινηματογραφική της γλώσσα, αλλά και την αδιαπραγμάτευτη οργή από την οποία διακατέχεται, κατάφερε από την πρώτη στιγμή να ταράξει. Στην παγκόσμια πρεμιέρα στη Βενετία όπου την παρακολουθήσαμε, έφυγε περισσότερος κόσμος κατά τη διάρκεια από όσο θα περίμενε κανείς από μια τυπική κοινωνική ταινία– τελικά, κέρδισε το Χρυσό Λιοντάρι από την επιτροπή του Μπονγκ Τζουν-χο, σε μια από τις καλύτερες φεστιβαλικές βραβεύσεις εδώ και χρόνια.
Σχόλια