Ανθρωπιστικές επεμβάσεις και μαθήματα Ιστορίας

Από το efsyn.gr / Χριστίνα Πάντζου / 22-23.10.22
Οι... πάντα πρόθυμες για «αποστολές εκπολιτισμού» σε ξένα κράτη ΗΠΑ ετοιμάζονται και πάλι να κάνουν το «θαύμα» τους στην Αϊτή, εκμεταλλευόμενες το πολιτικό χάος που έχουν προκαλέσει στη χώρα η εγκληματικότητα, οι φυσικές καταστροφές και η φτώχεια ● Τι λόγος πέφτει στους πολίτες της Αϊτής που βροντοφωνάζουν «όχι» σε κάθε ξένη εισβολή;

«Τoν Δεκέμβριο του 1914 Αμερικανοί πεζοναύτες εισέβαλαν στην Εθνική Τράπεζα της Αϊτής, πήραν 500.000 δολάρια σε χρυσό σε μια επιχείρηση που υπήρξε προοίμιο της επέμβασης, τον επόμενο χρόνο, όταν οι αμερικανικές στρατιωτικές δυνάμεις κατέλαβαν τη χώρα και την κυβέρνησαν με τη βία επί 19 χρόνια. Οι ΗΠΑ διακήρυξαν πως η εισβολή στην Αϊτή ήταν αναγκαία επειδή η χώρα ήταν εξαιρετικά φτωχή και ασταθής. Ο τότε Αμερικανός ΥΠΕΞ Ρόμπερτ Λάνσινγκ περιέγραψε την κατοχή ως μια “αποστολή εκπολιτισμού για να τελειώνει με την αναρχία, την αγριότητα και την καταπίεση”».

Σήμερα ανάλογα επιχειρήματα, διατυπωμένα με πιο διπλωματική γλώσσα, χρησιμοποιούνται για μια νέα στρατιωτική επέμβαση στη χώρα. Το δήλωσε χαρακτηριστικά ο Χουάν Γκονζάλεζ, υπεύθυνος για θέματα Δυτικού Ημισφαιρίου του αμερικανικού Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας τον περασμένο μήνα, υποστηρίζοντας πως «το να αφήσουμε απλά τους Αϊτινούς να λύσουν οι ίδιοι τα προβλήματά τους, νομίζω ότι [κάτι τέτοιο] αγνοεί την πραγματικά ανησυχητική και επιδεινούμενη κατάσταση εντός της χώρας».

Είναι αδιαμφισβήτητο πως η Αϊτή αντιμετωπίζει πολλαπλές κρίσεις: σεισμοί, τυφώνες, χολέρα, κενό εξουσίας μετά τη δολοφονία του προέδρου Ζοβενέλ Μοΐζ πέρσι, ένας μη εκλεγμένος πρωθυπουργός που εν μέσω της ανθρωπιστικής κρίσης αυξάνει τις τιμές των καυσίμων, ενώ το 40% του πληθυσμού πεινά και ο πληθωρισμός καλπάζει με 26%, έξαρση της βίας των συμμοριών που πλέον εμποδίζουν τον ανεφοδιασμό της χώρας σε τρόφιμα, νερό, καύσιμα.

Αλλά ένα μαζικό κύμα διαδηλώσεων ζητά την παραίτηση του Ανρί και φωνάζει «Οχι» σε μια νέα ξένη επέμβαση, που μαζί με τον Ανρί προωθούν και ο γ.γ. του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες και οι ΗΠΑ μέσω του Συμβουλίου Ασφαλείας. Γιατί οποιαδήποτε ξένη επέμβαση έχει καταλήξει σε καταστροφή.

Απλά μαθήματα Ιστορίας Ι
Η αποστροφή με την οποία ξεκινά αυτό το κείμενο αποτελεί και την εισαγωγή μιας εξαιρετικής δημοσιογραφικής έρευνας των New York Times που ρίχνει λίγο φως στο πώς πίσω από αυτή την εισβολή και κατοχή βρισκόταν η Γουόλ Στριτ και ιδίως η National City Bank, η τράπεζα που μετέπειτα έγινε Citigroup.

Υπό την πίεση της National City Bank, οι ΗΠΑ ανέλαβαν τον έλεγχο της Εθνικής Τράπεζας της χώρας καθιστώντας την ένα απλό παράρτημά τους. «Εγώ συνέβαλα να γίνουν η Αϊτή και η Κούβα ένας αξιοπρεπής τόπος για να μπορούν τα αγόρια της National City Bank να συγκεντρώνουν κέρδη», έγραφε το 1935 ο υποστράτηγος Σμέντλι Μπάτλερ, επικεφαλής των αμερικανικών δυνάμεως στην Αϊτή.

Οι ΗΠΑ διόρισαν Αμερικανούς σε θέσεις-κλειδιά, χαρακτηρίζοντάς τους «συμβούλους», που έλεγχαν τη συλλογή των εσόδων και ενέκριναν ή απέρριπταν τις κρατικές δαπάνες και οι οποίοι αμείφθηκαν με περίπου το 5% των συνολικών εσόδων της Αϊτής.

Επί πέντε χρόνια οι «σύμβουλοι» επέμεναν πως η χώρα έπρεπε να ζητήσει δάνεια από τις αμερικανικές τράπεζες για να ανταποκριθεί στα χρέη της, αλλά μπροστά στην αντίθεση των κυβερνώντων οι Αμερικανοί εγκατέστησαν ως πρόεδρο τον Λουί Μπορνό, που αμέσως ενέκρινε δάνειο 23 εκατ. δολαρίων μέσω της National City Bank. Ως εγγύηση οι «σύμβουλοι» όρισαν πως οι ΗΠΑ θα διαχειρίζονταν τα οικονομικά της χώρας (και τα έσοδα των τελωνείων) έως ότου αποπληρωθεί το δάνειό της, δηλαδή άλλα 13 χρόνια μετά την αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων. Μιλώντας ενώπιον της Επιτροπής Οικονομικών της Γερουσίας, το 1932, εκπρόσωπος της National City Bank αναγνώρισε πως η τράπεζα είχε ένα από τα μεγαλύτερα περιθώρια κέρδους τη δεκαετία του 1920 χάρη στον έλεγχο του χρέους της Αϊτής.

Οι «σύμβουλοι απαίτησαν επιπλέον να αλλάξει το Σύνταγμα ώστε να επιτρέπει στους ξένους να κατέχουν γη. Ετσι, οι αμερικανικές επιχειρήσεις απέκτησαν τεράστιες εκτάσεις για τις φυτείες τους, εκτοπίζοντας χιλιάδες αγρότες, που για να επιβιώσουν αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη χώρα, και θέτοντας τις βάσεις σε αυτό που θεωρείται η πιο μόνιμη επίπτωση της ξένης επέμβασης: τη μαζική μετανάστευση των Αϊτινών.

Απλά μαθήματα Ιστορίας ΙΙ
Οπως επισημαίνει η αμερικανική εφημερίδα, στην πολιτική σκηνή της Αϊτής έχουν κυριαρχήσει δεξιοί ηγέτες (περιλαμβανομένων των Ντιβαλιέ και της βίαιης 30χρονης δικτατορίας τους) που στηρίζονται από τις ΗΠΑ και που έχουν κατηγορηθεί για διαφθορά, επιθέσεις στους δημοκρατικούς θεσμούς και σχέσεις με τις εγκληματικές οργανώσεις. Ο Ζοβενέλ Μοΐζ, που δολοφονήθηκε πέρσι τον Ιούλιο, είχε τη δημόσια στήριξη των ΗΠΑ, κι ας είχε αφήσει να λήξει η θητεία του Κοινοβουλίου χωρίς να προκηρύξει εκλογές, έτσι που ο ίδιος κυβερνούσε με διατάγματα και με τη βοήθεια κάποιων συμμοριών. Οπως τη στήριξη των ΗΠΑ έχει και ο νυν πρωθυπουργός Αριέλ Ανρί, που διορίστηκε άτυπα μία μέρα πριν από τη δολοφονία του Μοΐζ, φέρεται να ενέχεται σε αυτήν και έχει απολύσει όσους δικαστές επιχείρησαν να τον ερευνήσουν.

Ενώ αντίθετη ήταν η τύχη όσων δεν υπάκουαν στις εντολές των μεγάλων δυνάμεων. Το 2004 ο Ζαν Μπερτράν Αριστίντ, ο πρώτος δημοκρατικά εκλεγμένος πρόεδρος της χώρας, αντιμετώπισε ένα κύμα διαδηλώσεων με τη στήριξη της οικονομικής ελίτ της χώρας που τον ανέτρεψε κι ο ίδιος φυγαδεύτηκε με αμερικανικό αεροσκάφος σε μια επιχείρηση που οι οπαδοί του χαρακτήρισαν «απαγωγή».

Ο Αριστίντ είχε ζητήσει από τη Γαλλία να πληρώσει στη χώρα του 21 δισ. δολάρια ως αποζημίωση για το απεχθές χρέος που είχε επιβάλει στην πρώην αποικία της. Κι ο τότε Γάλλος πρέσβης πρόσφατα δήλωσε στους Νew York Times πως ΗΠΑ και Γαλλία είχαν στην πράξη κάνει ένα πραξικόπημα. Οι πεζοναύτες έφτασαν λίγο μετά, μαζί και η πιο πρόσφατη ξένη επέμβαση με την ειρηνευτική δύναμη του ΟΗΕ (Minustah), που ήρθε να σταθεροποιήσει την Αϊτή μετά την ανατροπή του Αριστίντ. Εμεινε 13 χρόνια και το αποτέλεσμα ήταν και πάλι βία, φρικαλεότητες, μιζέρια, χάος.

Μια άλλη προσέγγιση με τη συμμετοχή της αϊτινής κοινωνίας
«Την τελευταία δεκαετία, η επέμβαση –ή η απειλή της– χρησιμοποιήθηκε για να στηρίξει ηγέτες που δεν εκπροσωπούν τη βούληση του λαού της Αϊτής. Το 2010, ο επικεφαλής της αποστολής των Ηνωμένων Εθνών στην Αϊτή απείλησε τον πρόεδρο Ρενέ Πρεβάλ με εξορία εάν δεν αποδεχόταν τα αμφισβητούμενα αποτελέσματα του πρώτου γύρου των εκλογών. Είναι έτσι που ανέλαβε την προεδρία ο Μισέλ Μαρτελί, του οποίου η κυβέρνηση αποδείχτηκε ότι είχε υπεξαιρέσει δισεκατομμύρια δολάρια που ήταν για βοήθεια», έγραφε στην Guardia η αρθρογράφος και συγγραφέας Πούτζια Μπατία, πρώην ανταποκρίτρια του Economist στην Αϊτή. «Η επέμβαση καταλύει το κράτος, υπονομεύει τις πιθανότητες για δημοκρατία και νομιμοποιεί την επίσημη ατιμωρησία, στοιχεία όλα τους που ετοιμάζουν το έδαφος για μεγαλύτερη καταστροφή. Κι οι επιπτώσεις αυτής της καταστροφής βιώνονται επί δεκαετίες».

Ανάλογη είναι και η τοποθέτηση του Ντάνιελ Φουτ, Αμερικανού πρώην ειδικού απεσταλμένου στην Αϊτή, που παραιτήθηκε πέρυσι καταδικάζοντας την κακομεταχείριση των Αϊτινών προσφύγων και την πολιτική των απελάσεων που εφάρμοσαν οι ΗΠΑ. Στο γράμμα της παραίτησής του ο Φουτ αποκαλύπτει: «Ο σημαντικότερος λόγος που παραιτήθηκα είναι γιατί έβλεπα την αμερικανική πολιτική να κινείται σε αυτήν ακριβώς την κατεύθυνση, προς μια επέμβαση… Είναι σχεδόν αδιανόητο όλοι οι Αϊτινοί να ζητούν μια διαφορετική λύση, αλλά ΗΠΑ και ΟΗΕ και διεθνείς θεσμοί να εθελοτυφλούν».

Αλλιώς θα διαιωνίζεται η κατάσταση που περιέγραψε ένας Αϊτινός σε ρεπορτάζ του BBC: «Οι διεθνείς δυνάμεις δεν θέλουν αλλαγή στην Αϊτή. Προτιμούν να είμαστε αδύναμοι και φτωχοί. Θέλουν να απλώνουμε το χέρι μας ώστε να μπορούν να το φτύνουν».

Σχόλια