Δεν πρόλαβα να προφυλάξω τα φυτά και τα άνθη στο μπαλκόνι -ο άνεμος, ξαφνικός και δυνατός, ξεκίνησε αχάραγα και τα έδειρε ανελέητα. Βούρκωσα που τα είδα όταν ξύπνησα έτσι ανεμοδαρμένα και μαραμένα, τσακισμένα, σπασμένα, ταπεινωμένα. Τι κι αν άκουγα στην τηλοψία τα χασμώδη περί το ταξίδι του πρωθυπουργού στις Ηνωμένες Πολιτείες, αδιάφορα και βαρβαρικά ακούγονταν όλα, τροφή για δημοσιογραφικές ειδήσεις και ανούσιες αναλύσεις -ήταν επιτυχημένο, δεν ήταν; Ναι, έλεγαν οι υποστηρικτές, όχι, οι αντιπολιτευόμενοι· ως συνήθως είχαν δίκιο και οι δυο αντίπαλοι, έτσι όπως άκουγα ενώ προσπαθούσα να σώσω ό,τι ήταν δυνατόν να σωθεί από τη σφοδρότητα του ανέμου. Το να ζεις μέσω της επικαιρότητας είναι άθλιο μερικές φορές και πολύ περισσότερο όταν εξαρτάσαι από αυτήν, αλλά αδυνατείς, για δικούς σου λόγους, να την κατανοήσεις. Συμβαίνουν αυτά.
Πιο πολύ στενοχωρήθηκα για τη βουκαμβίλια, που μας προσφέρει τα κατακόκκινα άνθη της εδώ και μια δεκαετία. Την πότιζα, αραιά και πού, όπως συστήνουν οι γεωπόνοι, τη λίπανα ελαφρά, την κλάδεψα με αφοσίωση και αγάπη, τη σχημάτισα σαν μια κουκλίτσα. Ανταποκρινόμενη, λες, στη φροντίδα μου, είχε αρχίσει να αγγέλλεται το θριαμβικό της άνθισμα, φωτίζοντας όλο το μπαλκόνι, αλλά και τους απέναντι γείτονες. Από την αγωνία μου ξυπνούσα πρωί πρωί και έπινα τον καφέ στο μπαλκόνι, μη χορταίνοντας να απολαμβάνω το μπουμπούκιασμά της πρώτα και το ανθοφόρο ξέσπασμά της στη συνέχεια.
Οι προσπάθειες να διασώσω κάτι από τις ολέθριες συνέπειες του ολετήρα ανέμου ήσαν μάταιες, τα άνθη είχαν μαστιγωθεί αδίστακτα από τις ριπές του ανέμου, αλλά και τη δυνατή βροχή που τον συνόδευε. Πώς, διάβολε, συνέβη αυτό μεσούντος του Μαΐου μόνο οι μετεωρολόγοι μπορούν (;) να μας εξηγήσουν -αλλά και αυτοί αρέσκονται να λένε άλλα αντ' άλλων στα δελτία ειδήσεων φροντίζοντας το παρουσιαστικό τους και την καριέρα τους [πού περίμεναν τέτοιες «δόξες» στη ζωή τους].
Συμβαίνουν αυτά τα απροσδόκητα και [σου] αλλάζουν τη ζωή: τον ψυχισμό και τη διανοητική ακεραιότητα. Μήπως απροσδόκητος δεν ήταν, πριν από σχεδόν δυόμισι χρόνια, ο καρκινικός άγριος άνεμος που εισχώρησε με τόση βία στα σωθικά της κόρης μου, μαραίνοντας και ταπεινώνοντας τα έως εκείνη την ώρα υγιή όργανά της; Για τούτο με λύπησε περισσότερο η καταστροφή της βουκαμβίλιας: μου θύμισε την κόρη μου· την ώρα της πλήρους άνθησής της, τη στιγμή που ήταν έτοιμη να παραδώσει τους καρπούς της επιστήμης της, τον καιρό που έλαμπε από χαρά, κατειλημμένη από πάθη γνωστικά [και σωματικά], τότε λοιπόν δέχτηκε την απρόσμενη επίθεση από βαριά ασθένεια· πάλεψε με γενναιότητα, όλοι παλέψαμε μαζί της, αλλά ο άνεμος ήταν θυελλώδης, σάρωσε τα πάντα στο πέρασμά του -σαν την ταπεινή βουκαμβίλια στο μπαλκόνι, που έσβησε και αυτή. Κόρη μου, βουκαμβίλια μου.
ΥΓ.: Μερικά γεγονότα δεν ανήκουν στην τρέχουσα πραγματικότητα -δεν φταίνε αυτά για το άκαιρόν τους εντούτοις και δεν παύουν να είναι ζωή.
Σχόλια