Το πρόβλημα με τη διαδικτυακή ψυχοθεραπεία

Από το parallaximag.gr
Ο τρόπος προσφοράς υπηρεσιών ψυχολογικής υποστήριξης των ανθρώπων άλλαξε δραματικά τον τελευταίο χρόνο, εν μέσω της πανδημίας. Η ιστοσελίδα “The Atlantic” δημοσίευσε μία σχετική ιστορία, ως παράδειγμα για τα προβλήματα που προέκυψαν στον τομέα της ψυχικής υγείας. 

Toν Νοέμβριο του 2020, τα αφεντικά του Rob Beal κάλεσαν τον ίδιο και τους συναδέλφους του σε μία αναπάντεχη κλήση μέσω του Zoom. Ο Beal δούλευε εδώ και δύο χρόνια ως σύμβουλος ψυχικής υγείας στο AbleTo, μία εταιρεία που παρέχει υπηρεσίες ψυχολογικής βοήθειας σε άτομα μέσω του διαδικτύου. 

O 50χρονος πρώην δικηγόρος Beal, είχε αφιερωθεί στη δουλειά του, στο να καθοδηγεί ανθρώπους, μέσω των προγραμμάτων του στο AbleTo, να αντιμετωπίζουν το άγχος και τη κατάθλιψη. Αν και έβγαζε 55.000 δολάρια ετησίως, ένας όχι και τόσο μεγάλος μισθός σύμφωνα με τα πρότυπα του Σαν Φρανσίσκο, αγαπούσε ιδιαίτερα να βοηθά τους ανθρώπους. Περίπου 10 φορές τη μέρα, για 30 λεπτά τη φορά, καλούσε έναν από τους χρήστες του AbleTo και προσέφερε υποστήριξη. Δεν ήταν μία απλή θεραπεία. «Είναι συναρπαστικό για μένα», λέει ο Beal. «Επενδύω πολύ συναισθηματικά στους πελάτες μου. Νοιάζομαι για αυτούς. ”

Όμως τώρα, η δουλειά του έφτασε σε ένα απότομο τέλος. Ο διευθυντής στη κλήση του στο Zoom είπε ότι ο Beal και έξι συνάδελφοί του απολύονται. Ο ρόλος τους δεν ταιριάζει πλέον στο επιχειρηματικό μοντέλο της εταιρείας. Δεν μπορούσαν να ξανακάνουν συνεδρίες με τους πελάτες τους από εκείνη τη μέρα και μετά. Ο Beal και οι συνάδελφοί του άκουγαν σιωπηλοί. Δύο εβδομάδες αργότερα, η AbleTo τού πρόσφερε τη δουλειά του πίσω, αλλά αυτή τη φορά μόνο με μερική απασχόληση, χωρίς ασφάλεια υγείας και χωρίς άδεια. Η αμοιβή θα ήταν 30% λιγότερη από πριν, 18 δολάρια την ώρα ή αλλιώς λιγότερο από 38.000 δολάρια ετησίως. Θα γινόταν δηλαδή ένας επαγγελματίας υγείας, χωρίς ασφάλεια υγείας εν μέσω μίας πανδημίας. 

Σε μία δήλωση, η εκπρόσωπος της AbleTo, Stephanie Caroll, δήλωσε ότι ως μέλος μίας ένωσης που προσφέρει παρόμοιες υπηρεσίες, την εταιρεία Joyable, την οποία απέκτησε η AbleTo τον Μάρτιο, «απέλυσα επτά άτομα σε θέσεις συμβούλων συγκεκριμένου προϊόντος, διότι δεν ταίριαζαν με το επιχειρηματικό μας μοντέλο. Στους συμβούλους αυτούς, δόθηκε αποζημίωση και η ευκαιρία να υποβάλουν αίτηση για κάποια άλλη θέση εντός της εταιρείας μας.» 

Αν ο Beal είχε αρνηθεί την προσφορά της μερικής απασχόλησης, θα μπορούσε να εισπράξει την αποζημίωσή του, τον μισθό έξι εβδομάδων. Ο Beal, o οποίος κατέχει 170 μετοχές της AbleTo, απέρριψε την προσφορά και τα χρήματα, με στόχο να δημοσιοποιήσει την ιστορία του, μέσω της σελίδας Atlantic.com. 

Παρόλο που οι νεοσύστατες επιχειρήσεις όπως η AbleTo έχουν αναμφισβήτητα διευρύνει την πρόσβαση στη φροντίδα ψυχικής υγείας, η εμπειρία του Beal και των συναδέλφων του αποτελεί μια προειδοποιητική ιστορία για το τι συμβαίνει όταν τέτοιες εταιρείες αναλαμβάνουν να ελέγχουν την ψυχολογική θεραπεία των ανθρώπων. Ένας λόγος που πολλοί άνθρωποι στρέφονται σε εφαρμογές όπως το AbleTo είναι ότι δεν μπορούν να βρουν έναν παραδοσιακό σύμβουλο να απευθυνθούν. Ο νόμος για την προσιτή φροντίδα (ACA) απαιτούσε από τους ασφαλιστές να καλύπτουν ραντεβού, αλλά δεν απαιτούσε από τους γιατρούς να συμμετέχουν σε ασφαλιστικά δίκτυα. Έτσι, σήμερα, πολλοί ψυχολόγοι δεν δέχονται ασφάλιση, καθιστώντας την παραδοσιακή φροντίδα ψυχικής υγείας μη προσιτή για πολλούς Αμερικανούς. 

Ως υποκατάστατο, πολλές εταιρείες προσφέρουν υπηρεσίες διαδικτυακά, όπως είναι και το AbleTo. Για παράδειγμα, η πόλη Ρίνο της Νεβάδας χρησιμοποιεί ομοσπονδιακή χρηματοδότηση για να παρέχει μέσω της εφαρμογής Talkspace, θεραπεία με γραπτά μηνύματα, σε όλους τους κατοίκους δωρεάν. 

Πριν εργαστεί στην AbleTo, o Beal εργαζόταν επί 12 χρόνια ως δικηγόρος, κάτι που μισούσε. Αφού παραιτήθηκε προσφέρθηκε εθελοντικά σε μία ανοιχτή γραμμή πρόληψης αυτοκτονιών. Πριν από κάποια χρόνια, είχε ακούσει για μία εταιρεία ονόματι Joyable, η οποία θα προσλάμβανε συμβούλους . Σε αυτό το πρόγραμμα, οι χρήστες μπορούν να καταγράφουν τις σκέψεις και τις ανησυχίες τους ενώ προσπαθούν να βρουν νέους τρόπους σκέψης, που θα οδηγήσουν στη μείωση του άγχους τους. 

Η χαμηλή τιμή του προγράμματος κίνησε το ενδιαφέρον του Beal. Για άτομα τα οποία οι εργοδότες τους δεν καλύπτουν καμία υπηρεσία, το Joyable κοστίζει 99 δολάρια το μήνα, πολύ λιγότερα σε σύγκριση με τα 200 δολάρια μίας συνεδρίας ψυχοθεραπείας στις περισσότερες μεγαλουπόλεις. «Το ζήτημα των χρημάτων για ψυχική βοήθεια, αποτελεί πολύ μεγάλο εμπόδιο για τον περισσότερο κόσμο», είπε. 

Έκανε αίτηση, προσλήφθηκε και εκπαιδεύτηκε στη γνωστική προσέγγιση της Joyable. Στις κλήσεις του με τους πελάτες του, ο Beal είχε στόχο να κάνει τα άτομα αυτά να αισθάνονται ότι η φωνή τους έχει ακουστεί. Οι πελάτες μιλούσαν για τις δουλειές και τις σχέσεις τους, «αλλά και για οτιδήποτε άλλο τους απασχολούσαν», είπε ο Beal. Περίπου ένα χρόνο μετά την πρόσληψή του, η AbleTo εξαγόρασε τη Joyable. Πριν από λίγους μήνες, ο Beal και ο συνάδελφός του είπαν ότι η AbleTo προσέλαβε μια ομάδα συμβούλων μερικής απασχόλησης με έδρα τη Φλόριντα, οι οποίοι δεν λάμβαναν παροχή υγείας, έκπτωση, ή επίδομα ασθενείας. «Πέρασα πολύ χρόνο βοηθώντας αυτούς τους νέους, χωρίς να έχω συνειδητοποιήσει ότι αυτοί οι άνθρωποι έρχονται για να πάρουν τη δουλειά μου», είπε ο συνάδελφος του Beal. 

«Αλλά αυτή η συμφωνία δεν είναι δίκαιη», είπαν. Εφόσον βοηθούν τόσους πολλούς Αμερικανούς εργαζομένους να παραμείνουν ψυχικά υγιείς σε μια πανδημία, σίγουρα αξίζουν και οι ίδιοι την ασφάλιση υγείας. «Είναι σαν να λένε τα Starbucks στους μπαρίστες τους, “Μπορείτε να σερβίρετε τον καφέ, αλλά δεν μπορείτε να πιείτε οι ίδιοι” », είπε ο Beal. 

Ορισμένοι θεραπευτές που έχουν εργαστεί σε άλλες εταιρείες-παρόχους ψυχικής υγείας, όπως οι BetterHelp και Talkspace, παραπονέθηκαν για τις χαμηλές αμοιβές και τις δύσκολες συνθήκες εργασίας. Μια ομάδα θεραπευτών που ονομάζεται Δίκτυο Δράσης Ψυχοθεραπείας κινήθηκε ενάντια στην ταχεία άνοδο αυτών των εφαρμογών που λειτουργούν εις βάρος της παραδοσιακής, μακροχρόνιας ψυχοθεραπείας. Η Talkspace μήνυσε την ομάδα για δυσφήμιση. Η Janice Muhr, συμπρόεδρος της ομάδας, είπε ότι είναι λογικό που ο κόσμος διαμαρτύρεται ότι οι BetterHelp, AbleTo και άλλοι πληρώνουν πολύ λίγα. «Είναι λυπηρό το ότι υπάρχει αυτή η τεράστια πίεση να γίνουν βραχυπρόθεσμες ή λιγότερο δαπανηρές οι δουλειές», είπε. Όσον αφορά την αγωγή προς τη Talkspace: «Ήμασταν ικανοποιημένοι που η έκβαση της υπόθεσης ήταν αποτελεσματική και ότι υπερισχύσαμε στο νομικό σύστημα». Κατά την άποψή της, οι ασφαλιστικές εταιρείες πρέπει να αποζημιώνουν περισσότερο τους συμβούλους, κάτι που θα ενθάρρυνε περισσότερους από αυτούς να συμμετάσχουν σε ασφαλιστικά δίκτυα. 

Μετά την απόλυσή του, ο Βeal, όπως είναι λογικό, πέρασε μία περίοδο μελαγχολίας. Εκείνος, αντλούσε χαρά από τη δουλειά του, από τη σύνδεσή του με τους ανθρώπους. Κάτι που κόπηκε απροσδόκητα. Δεν μπορούσε να πει σε κανέναν από τους πελάτες του – μερικούς με τους οποίους είχε μιλήσει σχεδόν 100 φορές – ότι έφευγε. 

Η Muhr αναφέρει ότι ο ιδανικός τρόπος για να τερματιστεί μια σχέση μεταξύ συμβούλου και θεραπευόμενου είναι να συμβεί αμοιβαία, όταν τόσο ο θεραπευτής όσο και ο πελάτης συνειδητοποιήσουν ότι έχουν επιτύχει σε αυτό που ξεκίνησαν να εργάζονται μαζί. 

Με πληροφορίες: theatlantic.com
 

Σχόλια