Από το facebook / Πρόσωπα
Ο πατέρας μου προσπάθησε πολλές φορές
να μου μάθει κολύμπι σε πισίνα,
στα ρηχά νερά μιας λίμνης, αλλά χωρίς αποτέλεσμα.
Το νερό με τρομοκρατούσε
ειδικά όταν με κάλυπτε ολόκληρη.
Στο τέλος η υπομονή του εξαντλήθηκε.
Μια καλοκαιρινή μέρα,
μ' έβαλε σε μια βάρκα με κουπιά
και αφού απομακρυνθήκαμε πολύ από την ακτή,
με πέταξε στο νερό σαν σκυλί.
Ήμουν έξι ετών. Πανικοβλήθηκα.
Το τελευταίο πράγμα που είδα
πριν βυθιστώ στα νερά της Αδριατικής,
ήταν τον πατέρα μου να τραβάει κουπί
και ν' απομακρύνεται από το σημείο,
με την πλάτη του γυρισμένη σε μένα.
Βυθιζόμουν όλο και περισσότερο,
κοπανούσα τα χέρια μου σαν τρελή,
το νερό έμπαινε στο στόμα μου.
Όμως, εκεί που πνιγόμουν,
σκεφτόμουν πως ο πατέρας μου
έφυγε κωπηλατώντας χωρίς να κοιτάξει πίσω του.
Και θύμωσα.
Δε θύμωσα απλώς, έγινα έξαλλη.
Σταμάτησα να καταπίνω νερό και τότε,
με ένα παράξενο τρόπο εκεί που χτυπιόμουν,
ανέβηκα στην επιφάνεια
και κολύμπησα ως τη βάρκα.
Ο Βόγιο μάλλον με άκουσε, γιατί,
παρόλο που ακόμη δεν κοίταζε προς τα πίσω,
άπλωσε το χέρι, με άρπαξε από το μπράτσο,
και με τράβηξε πάνω.
Κάπως έτσι οι αντάρτες
μάθαιναν τα παιδιά τους να κολυμπούν.
Μαρίνα Αμπράμοβιτς
Απόσπασμα από το βιβλίο:
''Περνώντας από τοίχους''
Δύσκολα τα έργα της, βγαλμένα από δύσκολη ζωή..... στα όρια του πνιγμού
Δείτε ακόμα
Μια ιστορία έρωτα, ενός λεπτού σιγή
Ο πατέρας μου προσπάθησε πολλές φορές
να μου μάθει κολύμπι σε πισίνα,
στα ρηχά νερά μιας λίμνης, αλλά χωρίς αποτέλεσμα.
Το νερό με τρομοκρατούσε
ειδικά όταν με κάλυπτε ολόκληρη.
Στο τέλος η υπομονή του εξαντλήθηκε.
Μια καλοκαιρινή μέρα,
μ' έβαλε σε μια βάρκα με κουπιά
και αφού απομακρυνθήκαμε πολύ από την ακτή,
με πέταξε στο νερό σαν σκυλί.
Ήμουν έξι ετών. Πανικοβλήθηκα.
Το τελευταίο πράγμα που είδα
πριν βυθιστώ στα νερά της Αδριατικής,
ήταν τον πατέρα μου να τραβάει κουπί
και ν' απομακρύνεται από το σημείο,
με την πλάτη του γυρισμένη σε μένα.
Βυθιζόμουν όλο και περισσότερο,
κοπανούσα τα χέρια μου σαν τρελή,
το νερό έμπαινε στο στόμα μου.
Όμως, εκεί που πνιγόμουν,
σκεφτόμουν πως ο πατέρας μου
έφυγε κωπηλατώντας χωρίς να κοιτάξει πίσω του.
Και θύμωσα.
Δε θύμωσα απλώς, έγινα έξαλλη.
Σταμάτησα να καταπίνω νερό και τότε,
με ένα παράξενο τρόπο εκεί που χτυπιόμουν,
ανέβηκα στην επιφάνεια
και κολύμπησα ως τη βάρκα.
Ο Βόγιο μάλλον με άκουσε, γιατί,
παρόλο που ακόμη δεν κοίταζε προς τα πίσω,
άπλωσε το χέρι, με άρπαξε από το μπράτσο,
και με τράβηξε πάνω.
Κάπως έτσι οι αντάρτες
μάθαιναν τα παιδιά τους να κολυμπούν.
Μαρίνα Αμπράμοβιτς
Απόσπασμα από το βιβλίο:
''Περνώντας από τοίχους''
Δύσκολα τα έργα της, βγαλμένα από δύσκολη ζωή..... στα όρια του πνιγμού
Δείτε ακόμα
Μια ιστορία έρωτα, ενός λεπτού σιγή
Σχόλια