Ο φασισμός της διπλανής πόρτας

Από το efsyn.gr / ΣΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΟΥ ΠΕΡΙΘΩΡΙΟΥ / Του Περικλή Κοροβέση
Η φασιστική δικτατορία του Ιωάννη Μεταξά, ήδη από το 1936, έχτισε το «βαθύ ελληνικό κράτος» που, με κάποιες μικρές παραλλαγές, έμεινε ζωντανό μέχρι το 1974. Αυτός ο λαός, για περίπου τέσσερις δεκαετίες, έζησε δύο δικτατορίες, μια ναζιστική κατοχή και έναν τραγικό εμφύλιο πόλεμο. Αυτή η δραματική εμπειρία θεωρητικά θα έπρεπε να είχε δημιουργήσει μια βαθιά δημοκρατική συνείδηση, πέρα από ιδεολογίες και κόμματα. Αλλά η Ιστορία δεν κινείται με θεωρίες, αλλά με συσχετισμούς δυνάμεων. Κάποιοι κερδίζουν και κάποιοι χάνουν. Και σε αυτή τη σύγκρουση, ο φασισμός βγήκε θριαμβευτής. Από την πτώση της χούντας μέχρι σήμερα έχουν περάσει άλλες τέσσερις δεκαετίες. Πολλοί υποστήριξαν πως η δημοκρατία εδραιώθηκε σταθερά στην Ελλάδα, οι εκλογές γίνονται κανονικά, ο καθένας είναι ελεύθερος να λέει ό,τι θεωρεί σωστό, και ποτέ στην Ιστορία μας δεν είχαμε μια τόσο μακρά περίοδο χωρίς εμφυλίους και δικτατορίες. Αν όλα αυτά είναι αλήθεια, τότε πώς εξηγείται το φαινόμενο Χρυσή Αυγή, που δείχνει να έχει περισσότερη δυναμική από τον ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ;

Ανήκω σε εκείνη τη μικρή μειοψηφία των ανθρώπων που υπολογίζει σοβαρά την άνοδο στην εξουσία της Χρυσής Αυγής.

Θα έχουμε μια παραλλαγή των κυβερνήσεων του Μεταξά ή του Παπαδόπουλου, αλλά αυτή τη φορά δεν θα πάρουν την εξουσία με πραξικόπημα, αλλά με εκλογές. Και αυτό δεν το στηρίζω σε δημοσκοπήσεις, αλλά στην ανοχή που δείχνει αυτός ο λαός στις φασιστικές απόψεις. Ολοι μας κάνουμε το λάθος να πιστεύουμε πως, επειδή συμπαθούμε ή ψηφίζουμε κάποιο κοινοβουλευτικό κόμμα, αυτομάτως γινόμαστε και δημοκράτες. Ξεχνάμε πως, πρωτίστως, ο φασισμός είναι νοοτροπία και συμπεριφορά που μας καθιστά «ανώτερους» από τους άλλους. Και εδώ μπορούμε να αντλήσουμε επιχειρήματα από την καθημερινή μας ζωή. Η δημοκρατία, όπως επινοήθηκε στην αρχαία Ελλάδα, είχε αρχή την ισότητα. Κανείς δεν ήταν ανώτερος από τον άλλο. Η ίδια αρχή ισχύει και στον χριστιανισμό που υποστηρίζει το «χαρά μου ο άλλος» και αυτό στηρίζεται στην αγάπη.

Οταν ζούμε σε μια πολυκατοικία, που είναι περίπου σαν ένα μικρό χωριό, πού είναι η πλατεία μας για να βρεθούμε; Θα μπορούσαμε να την είχαμε στην ταράτσα μας, να την κάναμε «roof garden» και να είχαμε θέα την Ακρόπολη ή τον Λευκό Πύργο. Μιλάει όμως κανείς στον γείτονά του; Οταν οδηγούμε, πάντα δεν φταίει ο άλλος, που τον ταξινομούμε, μάλιστα, αυτομάτως στους μαλάκες; Στη δουλειά μας δεν υπάρχει πάντα κάποιος αχώνευτος που ούτε να τον δούμε θέλουμε ούτε να τον ακούσουμε; Δεν ανοίγουμε μαγαζιά και πουλάμε τα ίδια πράγματα που πουλάει και ο διπλανός μας; Να μη μιλήσουμε για τους συνδικαλιστές μας ή τους πολιτικούς μας που ανήκουν στο ίδιο κόμμα. Εδώ η εξόντωση του ανταγωνιστή μας θεωρείται προϋπόθεση της επιβίωσής μας. Να μη μιλήσουμε ακόμα για καλλιτέχνες, ηθοποιούς, συγγραφείς. Δεν μαθαίνουμε τον πρωταθλητισμό, από παιδιά, όταν μας πείθουν να είμαστε πρώτοι μαθητές;

Ολα αυτά τα μικροπράγματα συσσωρεύονται και από το ατομικό «εγώ» περνάμε στο συλλογικό «εγώ», που είναι η ανώτερη φυλή. Και η ανώτερη φυλή δεν μπορεί να συγχέεται με την κατώτερη. Η μη αποδοχή του άλλου γίνεται ρατσιστικό μίσος για ολόκληρους λαούς. Οι Εβραίοι δεν είναι φυλή. Επιστημονικές έρευνες που έγιναν σε Εβραίους της Κεντρικής Ευρώπης έδειξαν πως το DNA τους ήταν πλησιέστερο σε αυτό των Ιταλών και των Γάλλων. Ο Χίτλερ, συνεχίζοντας την ευρωπαϊκή παράδοση των διωγμών των Εβραίων, μετέτρεψε τη θρησκεία τους σε φυλή. Ετσι, μπορούσε να εξοντώνει Γερμανούς, Γάλλους, Ελληνες κ.λπ. που ήταν το θρήσκευμα Εβραίοι, κατασκευάζοντας μια φυλή που δεν υπήρχε και δεν ήταν ένοχη για τίποτα.

Ο φασισμός είναι η επιστήμη του ψεύδους. Για να αναπτυχθεί, πρέπει να επινοήσει έναν φανταστικό εχθρό που ευθύνεται για όλα τα δεινά. Το ψέμα έχει πιο μεγάλη δύναμη από την αλήθεια, γιατί στηρίζεται σε έναν μύθο που δεν μπορεί να αποδειχτεί και παίρνει τη θέση μιας αιώνιας αλήθειας που έχει τις ρίζες στα βάθη των αιώνων. Γι’ αυτό δημιουργούν φανατικούς πιστούς που δεν τους χρειάζεται καμία σκέψη και όλα τα ερωτήματα είναι άχρηστα. Γι’ αυτό και η βία, γι’ αυτό και τα τάγματα εφόδου. Οποιος διαφωνεί γίνεται εχθρός και κατώτερος. Και του αξίζει, στην καλύτερη περίπτωση, να σταλεί στο νοσοκομείο με σπασμένο κεφάλι και, στη χειρότερη, να καεί στον φούρνο, χωρίς όμως ποτέ οι φασίστες να το παραδεχτούν ανοιχτά. Γι’ αυτό και η άρνηση του Ολοκαυτώματος. Αλήθεια, γιατί τα δημοκρατικά κόμματα δεν δημιουργούν ένα μέτωπο μαζί με την Εκκλησία εναντίον του φασισμού σήμερα; Αύριο, ίσως, θα είναι πολύ αργά.

perkor29@gmail.com

Σχόλια