Της στιγμής / Νοήματα

Ξύπνησα το πρωί και βρήκα ένα μήνυμα στο κινητό. Ήταν ένας καλός φίλος που μένει μακριά και τώρα πια μιλάμε μόνο στο τηλέφωνο. Το μήνυμα το ‘χε στείλει περασμένες 4:00. Έγραφε: ‘’πάρε ένα τηλέφωνο μόλις μπορέσεις’’. 

Ανησύχησα πραγματικά…

Ήταν 7 παρά, πήγα την Φαίδρα στο βουνό και τον πήρα τηλέφωνο. Ρώτησα αν είχε συμβεί κάτι άσχημο. Άρχισε να μιλά γρήγορα, σταθερά και καθαρά.

‘’Πέφτω να κοιμηθώ κάθε βράδυ και λέω ευχαριστώ Θεέ μου είμαστε γεροί, τα παιδιά, η Μαρία και εγώ. Αυτό είναι το πιο σπουδαίο λαχείο που έχω κερδισμένο, δεν θέλω τίποτα άλλο. Αμέσως έρχεται και μια δεύτερη σκέψη όμως’’ και συνέχισε λέγοντας, ‘’κάνε κάτι να πέσει ένα λαχείο, χρειαζόμαστε λεφτά, κάτι….δεν πάει άλλο, δεν αντέχεται αυτή η κατάσταση, βγαίνουμε οριακά ή δεν βγαίνουμε καθόλου. Έχω φρικάρει, είμαι καλά και δεν είμαι, δεν είμαι καλά και είμαι, μπέρδεμα μεγάλο, δε ξέρω τι γίνεται. Λέω μέσα μου είσαι πλεονέκτης μην ζητάς τίποτα έχεις την υγεία σου μείνε εκεί, αλλά δεν είναι έτσι.’’

Δεν προλάβαινα να σταυρώσω λέξη, εγώ, κιχ να κάνω, ήταν καταιγιστικός. ‘’Σαν το άλλο’’ είπε ‘’θέλω οι πούστηδες να πέσουν να διαλυθούν να μην υπάρχουν. Αλλά μας σκίζουν, κάτι ακούγεται, κάτι γίνεται και μέχρι να ξεκαθαριστεί η κατάσταση δεν πληρωνόμαστε, ακούγονται διάφορα και σταματάν όλα, ξέρεις πόσα λεφτά έχω να παίρνω; Έγινε αυτό με την ΕΡΤ ακούστηκαν οι εκλογές και στοπ πάλι τα χρήματα, μας έχουν γαμήσει. Θέλω να γίνουν εκλογές και φοβάμαι όχι το αποτέλεσμα αλλά ότι πάλι θα καθυστερήσουν τα γαμοφράγκα. Το ίδιο διπλό με το πρώτο που σου ‘πα, το ίδιο μπέρδεμα, το ίδιο μπέρδεμα.’’ 

Σταμάτησε να μιλά, έμοιαζε εξουθενωμένος, πρέπει να ‘χε ανεβάσει πολλούς σφυγμούς. Δεν μιλούσε, ούτε εγώ. Ακούγονταν μόνο η αναπνοή του. 

‘’μπέρδεμα, δεν βγάζεις νόημα’’. Μόνο αυτό είπε.

Ένοιωθα σαν μετά από σεισμό, αδύναμος να πω κάτι, να στηρίξω κάπως. Είχε μείνει στα αυτιά μου αυτό το ‘’μπέρδεμα, δεν βγάζεις νόημα’’ του τέλους.

Ήμουν σε κάποια υπηρεσία το πρωί, ήταν μια κυρία με την κωφάλαλη κόρη της, η κυρία δεν είχε θέμα στην επικοινωνία μόνο η κόρη της είχε. Η υπάλληλος παλιότερα είχε μάθει νοηματική προσπάθησε να πει κάτι στην κόρη αλλά δεν την θυμόταν καλά και μπερδεύτηκαν λίγο. Εξήγησε στην μητέρα ότι ήξερε αλλά ξέχασε. ‘’Μπερδεμένα είναι τα νοήματά μας’’ είπε η κυρία με νόημα κουνώντας το κεφάλι.

Μόνο αυτό μπόρεσα να πω στον φίλο μου για τα μπερδεμένα νοήματα μας, τίποτα άλλο.

Μου ‘πε: ‘’άντε καλημέρα, πρέπει να φύγω για δουλειά, ευχαριστώ που πήρες’’. Κι έκλεισε.

Φώναξα την Φαίδρα και γυρίσαμε σπίτι, έπρεπε να φύγω και ‘γω.

β.ψ.

Σχόλια