Εκτός Τόπου & Χρόνου vs Εντός Τόπου & Χρόνου – Με λένε Ρίζο

Τέλειωσε. Οι πιο γλυκές ώρες είναι οι νυχτερινές, αργά το βράδυ τότε που μυστηριωδώς έχεις καταφέρει και έχεις απεξαρτηθεί από την τηλεόραση και νοιώθεις ηγέτης, που την εγκατέλειψες έστω για απόψε για τώρα και σταματάω εδώ.

Είναι γλυκύτατες αυτές οι ώρες ειδικά αν είσαι ξεκούραστος και έχεις βρει να κάνεις κάτι συγκεκριμένο. Ότι ακριβώς δεν συμβαίνει σε εμένα αυτή την στιγμή, νοιώθω πτώμα, θέλω να ξυπνήσω νωρίς και έχω να κάνω άπειρα πράγματα. Αντί αυτών επέλεξα να γράψω, ενώ μου έχει κολλήσει το σκουλήκι. Σκέφτομαι σκουλήκια, πολλά σκουλήκια, άπειρα σκουλήκια, μικρά και μεγάλα, χοντρά και αδύνατα, σκέφτομαι μια πολιτεία σκουληκιών όπου ζουν κανονικά. Κανονικά όπως εμείς.

Κανονικά όπως εμείς……πηγαίνουν στην δουλειά τους, μετά στο σπίτι, έχουν τα χόμπι τους, αρρωσταίνουν κιόλας και πηγαίνουν και στον γιατρό, συζητάν μεταξύ τους, συμφωνούν και διαφωνούν, μαλώνουν και αγαπιούνται. Ζουν κανονικά όπως εμείς, κινδυνεύουν από κινδύνους πολλούς, στον δρόμο, στο σπίτι, μα το πολεμάνε τα άτιμα και επιβιώνουν. Έχουν πολλά χαρακτηριστικά, εσωτερικά και εξωτερικά, χαρακτηριστικά και χαρίσματα, τα χρησιμοποιούν για να πετύχουν τους σκοπούς τους. Λειτουργούν κανονικά, κοντράρονται και καταφέρνουν πράγματα μεγάλα και μικρά.

Έχουν και ονόματα. Ένα που ξέρω το λένε Ρίζο, είναι μεγάλη μορφή στην κοινωνία των σκουληκιών, έχει μεγάλη περιουσία, κυρίως φύλλα από διάφορα δέντρα, αλλά και φύλλα που δεν φαίνονται δεν είναι από δέντρα, είναι φύλλα από ένα είδος που είναι όμοιο με τον Ρίζο. Είναι φύλλα που βγαίνουν από τα υπόλοιπα και κατώτερα από αυτόν σκουλήκια, φύλλα που βγαίνουν από τις καρδούλες των κατώτερων από αυτόν, είναι φύλλα από τα φυλλοκάρδια αυτών που τρομάζει ο Ρίζος που εγώ ξέρω.

Πάντα καταφέρνει ο Ρίζος με έναν μαγικό τρόπο να πετυχαίνει τον σκοπό του δίνοντας ελάχιστα, για αυτό πάντα κατάφερνε και ήταν μονίμως από επάνω. Κανείς ή ελάχιστοι ήταν αυτοί που του πήγαιναν κόντρα. Τον φοβόντουσαν. Έτσι κατάφερνε με τον έναν ή άλλο τρόπο να επιβιώνει και να περνά πάντα καλά. Κανείς δεν ήξερε πως το κατάφερνε αυτό, ότι ήξερε το ήξερε ο ίδιος, κάποιοι που ήταν δίπλα δεν μίλαγαν ποτέ, είχαν σκουρόχρωμο δέρμα όπως και ο ίδιος ο Ρίζος, κουβέντα δεν τους έπαιρνες τους αφιλότιμους, τίποτα.

Ο Ρίζος λοιπόν ήταν κοινό μυστικό ότι ήταν ο φόβος και τρόμος της κοινωνίας των σκουληκιών επιβίωνε όντας η πρώτη μούρη. Αγόραζε και πουλούσε τα πάντα με μεγάλη ευκολία και καμιά ευαισθησία. Ήταν όμως κύριος αυτός και η υπόλοιπη οικογένειά του. Μεγάλη περιουσία, τεράστια, ακίνητα, μεγάλοι λογαριασμοί σε τράπεζες, είχε καράβια, ξενοδοχεία, επιχειρήσεις, ότι μπορεί να φανταστεί ο δικός μας ο ανθρώπινος νους για την δική του σκουλικιάρικη ζωή.

Αυτός δεν έπρεπε να λέγεται Ρίζος. Ο ανέγγιχτος έπρεπε να λέγεται, και σε μια άλλη ζωή θα έπρεπε να είναι δάχτυλα υπαλλήλου που μετράει λεφτά με το σάλιο πάνω τους. Σάλιο, πολύ σάλιο, αυτόν ή θα τον έγλυφαν πάντα από μπροστά, ή θα τον έφτυναν από πίσω του αφού όμως είχε απομακρυνθεί από την περιοχή.

Κατάφερνε τα πάντα ο Ρίζος μας, ο Ριζάκος μας που είχε ριζώσει πραγματικά, δεν ήταν πολιτικός, άλλωστε πόσο ουσιαστικά μπορεί να ριζώσει ένας πολιτικός. Ο Ρίζος λοιπόν είχε ένα σλόγκαν που το έλεγε μόνο σε στιγμές απόλυτης ικανοποίησης, όταν πετύχαινε πάντα κάτι σπουδαίο και μόνο στο δικό του στενό κυκλικό καθρέπτη του.

Έλεγε λοιπόν : ''με λένε Ρίζο και όπως θέλω τα γυρίζω'' και γέλαγε. Το θέμα όμως είναι ότι δεν ξέρει δύο βασικά πράγματα. Το ένα είναι ότι το όνομα και η χάρη του δεν ήταν μοναδικά πάνω στην κοινωνία που ζούσε, γιατί υπάρχουν και άλλοι με το ίδιο όνομα και τις ίδιες χάρες. Το άλλο και νομίζω πως είναι το πιο βασικό, δεν ξέρει την ίδια του την ύπαρξη, δεν την ξέρει ή την ξεχνάει. Ένα σκουλήκι είναι, ένα σκουλήκι που σέρνεται και ότι σέρνεται δεν έχει θέα, δεν έχει άποψη.
191401090511
β.ψ.

Σχόλια